Και όμως, είναι. Στο πρωτοσέλιδο άρθρο του Βήματος της Κυριακής, με τίτλο «Ποιοι στραγγαλίζουν τον τύπο», αναφέρεται ότι ««το Βήµα» και «Τα Νέα» αναγκάζονται να αναστείλουν εντός των ηµερών την έκδοσή τους για οικονοµικούς λόγους». Η εξήγηση που δίνεται είναι ότι «οι πιστώτριες τράπεζες αποφάσισαν να δεσµεύσουν – και δέσµευσαν – προς όφελός τους, έναντι των δανείων που έχουν χορηγήσει, κάθε έσοδο του Οργανισµού, είτε αυτό προέρχεται από την πώληση των εφηµερίδων είτε από την καταχώριση εµπορικών διαφηµίσεων».
Πολλά μπορεί κανείς να πει για την κακοδιαχείριση και τις ευθύνες της ιδιοκτησίας, για την πολυετή αδιαφανή χρηματοδότηση του Συγκροτήματος με «πολιτικά δάνεια», για την καθυστέρηση στην εφαρμογή ενός προγράμματος εξυγίανσης μετά την κρίση. Αλλά ανεξάρτητα από τον επιμερισμό των ευθυνών αυτό που προέχει είναι η σωτηρία των μέσων ενημέρωσης του ΔΟΛ, η προστασία των εργαζόμενων, του πλουραλισμού και της δημοκρατικής μας παράδοσης.
Οι εφημερίδες και τα ραδιόφωνα δεν είναι απλώς μαγαζιά που πουλάνε είδη κατανάλωσης. Προάγουν τον πολιτισμό και τη σκέψη, στηρίζουν τον δημόσιο διάλογο και προβληματισμό, συμβάλλουν στην κατανόηση ενός κόσμου που γίνεται όλο και πιο περίπλοκος.
Η κυβέρνηση οφείλει να κάνει ό,τι είναι δυνατόν για να αποτρέψει το κλείσιμο του ΔΟΛ και η αντιπολίτευση οφείλει να ξεπεράσει το άγχος της ότι θα καταγγελθεί ως διαπλεκόμενη και να αναλάβει πρωτοβουλίες.
Λιγότερος τύπος σημαίνει λιγότερη δημοκρατία. Το θέμα δεν είναι ο Ψυχάρης αλλά εμείς και το δικαίωμά μας στην ενημέρωση, στην αμφισβήτηση, στη γνώση, στη διαφωνία.