Από το 2007 η Ευρώπη ταλανίζεται από διαδοχικά κύματα κρίσεων. Η μετάλλαξη της χρηματοοικονομικής κρίσης σε κρίση χρέους για χώρες της ευρωζώνης, η ουκρανική κρίση, το μεταναστευτικό κύμα, η μετάσταση της ισλαμικής τρομοκρατίας, η αποχώρηση της Μ. Βρετανίας από την Ενωση, η οικονομική και πολιτική κρίση της Τουρκίας, είναι γεγονότα που οδηγούν σε ενδυνάμωση του πολιτικού λαϊκισμού. Με συνέπεια όλα αυτά να θέτουν σε αμφισβήτηση τη βιωσιμότητα της ΕΕ.
Από την άλλη, μια σειρά από σημαντικές πολιτικές εξελίσσονται στο εσωτερικό της Ενωσης και της ευρωζώνης. Η σημαντική πρόοδος που έχει επιτευχθεί στην κοινή ενεργειακή πολιτική, και στην πολιτική ψηφιακής ολοκλήρωσης, ακόμη και η ατελής Τραπεζική Ενωση, αλλά και η πρωτοβουλία για την ενδυνάμωση της ευρωζώνης, που πήρε «αναστολή» μέχρι τις εκλογές σε σημαντικούς εταίρους την επόμενη χρονιά, δίνουν ελπίδες ότι οι ηγεσίες των ισχυρών έχουν κατανοήσει τη ζωτική σημασία της επιβίωσης της Ενωσης για τα κράτη-μέλη: Σε ορίζοντα εικοσαετίας, η Ευρώπη θα συγκαταλέγεται στους ισχυρούς. Διαφορετικά κανένα κράτος της από μόνο του δεν θα μπορεί να «σταθεί» ισότιμα με τις τότε μεγάλες οικονομικές δυνάμεις.
Είναι προφανές ότι βιώνοντας τέτοιου μεγέθους προκλήσεις δεν είναι εύκολο να δοθούν εξηγήσεις και να προταθούν λύσεις. Η φράση «μεταρρυθμίστε τον καπιταλισμό» ακούγεται όλο και συχνότερα. Ο Χάμπερμας λέει ότι δεν φανταζόταν ποτέ ότι ο λαϊκισμός θα νικούσε τον καπιταλισμό στη χώρα που γεννήθηκε. Δύο κείμενα που δημοσιεύτηκαν πρόσφατα, νομίζω ότι είναι χρήσιμα εργαλεία για να κατανοήσουμε τα γεγονότα που εξελίσσονται σε θολό ορίζοντα.
Ο γνωστός φιλόσοφος Γιούργκεν Χάμπερμας σε συνέντευξή του επεξεργάζεται το θέμα του λαϊκισμού. Ο επίσης γνωστός αρθρογράφος Βόφγκανγκ Μύνχαου, απαντάει στο πώς η Ευρώπη θα αποφύγει τη διάλυσή της. Και οι δύο πάντως δίνουν την ίδια εξήγηση για το πρώτο μεγάλο ατύχημα Ευρώπης στη μέχρι τώρα πορεία της: Το Brexit ήταν αναπόφευκτο. Κι αυτό γιατί από την ένταξή της η Αγγλία είχε στο μυαλό της την ελεύθερη πρόσβαση στην εσωτερική αγορά και ιδιαίτερα στην αγορά των χρηματοοικονομικών προϊόντων. Απέρριπτε όμως τον στόχο της «όλο και στενότερης πολιτικής Ενωσης», που ήταν στον πυρήνα της θεμελίωσης του ευρωπαϊκού εγχειρήματος. Πώς είναι δυνατόν η Αγγλία να θέλει να είναι το κέντρο ενός διαφορετικού νομίσματος από την ευρωζώνη, της οποίας το κυριότερο επίτευγμα είναι η δημιουργία του ευρώ, διερωτάται ο Μύνχαου. Ολοι οι πρωθυπουργοί από την ένταξη της Αγγλίας στην ΕΕ στο εσωτερικό μέτωπο μάχονταν για την ανεξαρτησία της χώρας τους από όλες τις υιοθετημένες πολιτικές ένταξης, πετυχαίνοντας να εξαιρεθούν από τον χώρο Σένγκεν, την Τραπεζική Ενωση και το ευρώ, επισημαίνει ο Χάμπερμας.
Εν κατακλείδι και οι δύο προτείνουν μια ευρωζώνη ισχυρού πυρήνα σαν προϋπόθεση για τη μεσοπρόθεσμη βιωσιμότητά της. Και οι δύο διατείνονται ότι η ζώνη του ενιαίου νομίσματος πρέπει να ολοκληρώσει την ΟΝΕ με εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας στο υπερεθνικό όργανο. Χωρίς αυτήν την ολοκλήρωση δεν μπορεί το ευρώ να παγιώσει την ισχύ του, σε μια περίοδο υπερπαγκοσμιοποίησης.
Με μία ουσιαστική και ενδιαφέρουσα διαφοροποιημένη άποψη του Μύνχαου, ο οποίος προτείνει την παράλληλη χαλάρωση των χωρών της ΕΕ που θα μείνουν εκτός πυρήνα. Ετσι ώστε να είναι δυνατή η επανένταξη της Μ. Βρετανίας σε αυτήν. Και φυσικά η προσχώρηση στον πυρήνα δεν θα αποκλείεται σε όσα κράτη θέλουν και μπορούν.