Είναι χρόνια μοναξιάς η απουσία του Μάνου Χατζιδάκι; Όπως καταλαβαίνετε, το ερώτημα είναι ρητορικό. Είναι προσχηματικό. Για όσους ασχολούνται σοβαρά με το Ελληνικό τραγούδι (μουσικούς, διανοούμενους, ακροατές, μελετητές) ο Χατζιδάκις υπήρξε και συνεχίζει να είναι μια καταλυτική παρουσία της μεταπολεμικής Ελλάδας σε πολύπλευρες μορφές τής μουσικής τέχνης, της ποίησης και των ιδεών. Δεν θα κάνουμε ασφαλώς απολογισμό έργου εδώ, έχουν ειπωθεί επανειλημμένως, επί είκοσι χρόνια, σε αρθρογραφίες και αφιερώματα και έχουν κατ’ επανάληψη ομονοήσει οι πάντες για τη γενναία πορεία της ζωής του που συμπεριέλαβε πολλές και διαφορετικές πολιτιστικές διαστάσεις.
.
Το κεφάλαιο Μάνος Χατζιδάκις είναι ένα εθνικό κεφάλαιο, όπως κι εκείνο του Θεοδωράκη, του Σολωμού, και μερικών άλλων. Οι γενιές του ’50, του΄60 και εντεύθεν, βίωσαν μια καταλυτική εποχή και εμπέδωσαν το γεγονός πως αν έλειπαν αυτές οι προσωπικότητες, η χώρα θα ήταν διαφορετική και η πορεία δίχως πυξίδα. Ο Χατζιδάκις από τη μεριά του, ήταν ο μέντορας που μας πρόσφερε έναν κώδικα τραγουδιών υψηλής τέχνης και τεχνικής, που θα έπρεπε να τον αποκωδικοποιήσουμε, λαμβάνοντας υπ’ όψη την ελληνική τέχνη και εμπειρία στο σύνολό της. Εκεί μέσα κατέθεταν την βαθύτερή τους έννοια η ποίηση, η λογοτεχνία, τα εικαστικά, το ρεμπέτικο και η ανώνυμη παράδοση. Ο προσεκτικός παρατηρητής διαπιστώνει πως παράλληλα δεν λείπουν ποτέ από τα τραγούδια του οι αναφορές και οι επιρροές από παλαιότερες δημιουργικές παρουσίες σπουδαίων συνθετών τής λόγιας-έντεχνης μουσικής, καθώς και στοιχεία της εξέλιξης των μουσικών ρευμάτων και τεχνοτροπιών…
Θα έλεγα πως πολλά από τα έργα τού Χατζιδάκι, που και ο ίδιος τα διαχώριζε από τα υπόλοιπα τραγούδια του, αποτελούσαν τον κορμό τής προσωπικότητάς του. Όχι βέβαια πως τα απλά του τραγούδια (από θέατρο, επιθεωρήσεις, κινηματογράφο κλπ) είναι κατώτερα της μουσικής του ευφυΐας, απεναντίας, εκατομμύρια ανθρώπων τα απόλαυσαν και πήραν από αυτά πολύ οξυγόνο τόσο κατά τη διάρκεια της νεότητας όσο και της ενηλικίωσής τους.
Τα πιο «εσωτερικά του» τραγούδια (Κύκλος CNS, Οι Όρνιθες, Τζοκόντα, Μεγάλος Ερωτικός, Παράλογα, Reflections, Οι μπαλάντες τής οδού Αθηνάς, κλπ) απαιτούν διείσδυση σε βάθος για να τα αντιληφθούμε και να τα ανακαλύψουμε, όπως όλα τα σύνθετα έργα μουσικής και λόγου. Εξ’ άλλου, πάντα η λόγια πλευρά τής μουσικής, έστω και σε μορφή τραγουδιού, είχε ανάγκη από ακροατές προετοιμασμένους να ψάξουν και να ανακαλύψουν τα στοιχεία που απαρτίζουν τα σύνθετα έργα. Μέσα σ’ αυτά συνυπάρχουν αρμονικά και ανεπιτήδευτα η φόρμα, η μνήμη, οι καταβολές, οι ευρύτερες σκέψεις, οι αναγωγές, οι εποχές, ο κοινωνικός περίγυρος, ο δημιουργός, η ορχήστρα του και η επιλογή-χρήση των οργάνων (ενορχήστρωση), το μελωδικό μέρος, η αρμονία, οι ισορροπίες των ηχοχρωμάτων, το ήθος ως τελικό αποτέλεσμα, οι ερμηνευτικές αναγωγές, τέλος, η επιτυχής υλοποίηση των σύνθετων σκέψεων…
Στο ελληνικό τραγούδι συναντάμε αρκετές φορές τόση σύνθεση στοιχείων, ιδιαίτερα σε παλαιότερα του ’60 και του ’70 (Χατζιδάκις, Θεοδωράκης, Ξαρχάκος, Σαββόπουλος κ.α). Ήταν η εποχή μιας πανσπερμίας τραγουδιών που σηματοδότησαν την «Άνοιξη» της μεταπολεμικής εποχής. Εκεί λοιπόν ο Μάνος Χατζιδάκις, από πολύ νεαρή ηλικία, φάνηκε πως θα αποτελούσε έναν δυνατό φάρο που θα έστελνε πλέριο φως στο ελληνικό τοπίο. Και το φως αυτό θα διαρκεί ποιος ξέρει σε πόσο βάθος χρόνου…
Η διαχρονικότητα της τέχνης έχει να κάνει με την αντοχή των υλικών και «υλικά» είναι όλα τα πνευματικά-πολιτιστικά εργαλεία που διαθέτει ο καθένας από εμάς. Δεν υπάρχει τίποτα άλλο που να κινεί τα νήματα της δημιουργίας πέρα από τη διάθεση του δημιουργού να ερμηνεύσει τα όποια πνευματικά του υλικά, για να τα εκθέσει στην κοινωνία. Μέσα σ’ αυτήν, διαχέεται το υλικό και αφομοιώνεται ή εξαφανίζεται…
Συγχωρείστε μου αυτή τη μικρή, σύντομη και μη επαρκή ανάλυση, αλλά στην περίπτωση του Χατζιδάκι δεν μπορώ να είμαι πιο σύντομος και συνοπτικός, αφού είναι ένας ογκόλιθος της μουσικής (και όχι μόνο) που χρήζει περισσότερου προβληματισμού και τον (ξανά)θυμόμαστε αφού συμπληρώνονται είκοσι χρόνια απουσίας και μοναξιάς…
Υπερβάλλω; Το διαπιστώνουμε όλοι όσοι παρακολουθούμε από κοντά την πορεία του ελληνικού τραγουδιού. Από τις 15 Ιουνίου 1994 που έφυγε, στο αυλάκι κύλησε πολύ νερό. Η αλλαγή τού τοπίου στο ελληνικό τραγούδι έχει πλέον απτά σημάδια κόπωσης και διάλυσης. Οι δισκογραφικές εταιρίες (όσες έχουν απομείνει) αδυνατούν να υπερασπιστούν οτιδήποτε. Η παραγωγή τών νέων δίσκων γίνεται «ιδίοις εξόδοις», δυσκολεύοντας την παραγωγή τραγουδιών, ιδιαίτερα των νέων τραγουδοποιών. Το γιουροβιζιονιστικό είδος, η τηλεοπτική ελαφρότητα και η ατμόσφαιρα του τραγουδιού τής νύχτας (με εννοείτε, ε;) δεσπόζει. Η χατζιδακική διάσταση λάμπει και δια της απουσίας της… Έχω επανειλημμένως υποστηρίξει πως υπήρξε ένας από τους πιο «χρήσιμους» πολίτες του ελληνικού πολιτισμού.
Δεν είναι πια Σχολιάκι αυτό. Ξεπέρασα τον προβλεπόμενο χώρο μου αλλά μια τέτοια απουσία δεν μου επιτρέπει να είμαι πιο σύντομος, αφού μου δημιουργεί μύριες σκέψεις περί του θέματος που τελειωμό δεν έχουν