Είχα, δεν είχα πάλι με τον Φίλη είμαι

Γιώργος Σιακαντάρης 30 Σεπ 2016

Στο μέτωπο που έχει ανοίξει κατά των προτάσεων Φίλη για τη μετατροπή του μαθήματος των θρησκευτικών από ομολογιακό σε μάθημα ιστορίας των ιδεών της θρησκείας υπάρχουν πολλές σκόπιμες παρανοήσεις. Αφήνω κατά μέρος γραφικές αντιδράσεις σαν αυτές του εκπροσώπου τύπου των ΑΝΕΛΛ, ο οποίος μας ενημέρωσε ότι το κόμμα του «προχωρά  πάντα μαζί με την Παναγία» ή κάποιους άλλους του «προοδευτικού» χώρου που φοβούνται ότι ο Φίλης μας οδηγεί στην «αθεΐα».

Άλλο είναι αυτό που με προβληματίζει. Είναι η γραμμή εκείνων που θεωρούν πως το θέμα είναι μόνο  ένας αντιπερισπασμός της κυβέρνησης για να κρύψει τα πραγματικά προβλήματα. Μα για όνομα του φιλελευθερισμού, υπάρχει πιο ουσιώδες θέμα για την υπόσταση και την ταυτότητα ενός σύγχρονου κράτους και μιας ανοικτής κοινωνίας από την προάσπιση του ουδετερόθρησκου κράτους; Αυτό το ουδετερόθρησκο κράτος βρίσκεται  πίσω από την πρόταση του Φίλη για το μάθημα των θρησκευτικών, ανεξάρτητα αν αυτός είναι ή δεν είναι ο στόχος του.

Θυμάμαι τον αείμνηστο Νίκο Θέμελη (λείπουν τέτοια μυαλά σήμερα) και τον ακούραστο Παρασκευά Αυγερινό να υπερασπίζονται (προφορικώς και γραπτώς) στις αρχές της δεκαετίας του 2000 με πάθος την κατάργηση της αναγραφής του θρησκεύματος στις ταυτότητες. Στο αντεπιχείρημα που υποστήριζε ότι σε μια φάση που έκαιγε το «Μακεδονικό» και το «Ασφαλιστικό», το να θέτει κανείς τέτοια θέματα, όπως οι ταυτότητες, δυσκόλευε τους μείζονες στόχους. Υποστήριζαν όμως αυτοί, οι τόσο στενοί συνεργάτες του Κώστα Σημίτη, ότι το ζήτημα των ταυτοτήτων υπερκαθορίζει και το ασφαλιστικό και το οικονομικό και το μακεδονικό. Γιατί ή ουδετερότητα του κράτους έναντι των πεποιθήσεων των πολιτών είναι η πρώτη και κυριότερη προϋπόθεση για την είσοδο μιας κοινωνίας στη νεωτερικότητα, για τη μετατροπή των κλειστών κοινωνιών σε ανοικτές.

Και ανοικτή κοινωνία δεν είναι απλά η δημοκρατική κοινωνία, αυτή δηλαδή που κινείται με βάση τις αρχές της πλειοψηφίας, αλλά η κοινωνία που έχει ως προτεραιότητά της «τα δικαιώματα ασφάλειας, ελευθερίας και ευημερίας ατόμων ή μειοψηφιών». Όπου δεν υπάρχουν ασφαλιστικές δικλείδες, όπως η ουδετεροθρησκεία, εκεί η αρχή της πλειοψηφίας μετατρέπεται σε αρχή της τυραννίας της πλειοψηφίας (Τοκβίλ). Γι’ αυτό και μόνο το λόγο και ανεξάρτητα από το τι θέλει ή δεν θέλει ο Υπουργός Παιδείας, όλοι όσοι επικαλούνται την αρχή των ασφαλιστικών δικλείδων για την προστασία των δικαιωμάτων έναντι της πλειοψηφίας του ενός πρέπει να υποστηρίξουν στη Βουλή και στην κοινωνία ανοικτά και καθαρά την πρόταση Φίλη.

Από την άλλη η επιχειρηματολογία του Υπουργού για την «κακή εκκλησία» στην περίοδο της κατοχής και της χούντας προδίδει ότι  η αντίληψή του για το θέμα είναι μακριά από τη θέση που θέλει την ουδετεροθρησκεία ως μέσο προστασίας των ατόμων έναντι της «τυραννίας της πλειοψηφίας». Δηλαδή κύριε Φίλη αν η εκκλησία στην περίοδο της κατοχής είχε ανέβει σύσσωμη στο βουνό και μαχόταν κατά των ναζί και αν την περίοδο της χούντας έβαζε βόμβες, σήμερα δεν θα έμπαινε θέμα αλλαγής του τρόπου διδασκαλίας των θρησκευτικών; Κατά αναλογία, αν στην κατοχή όλοι οι μαθηματικοί ήσαν συνεργάτες των ναζί, θα έπρεπε σήμερα να αλλάξουμε ή να καταργήσουμε το μάθημα των μαθηματικών;

Το μάθημα των θρησκευτικών πρέπει να αλλάξει, γιατί το κράτος δεν μπορεί να στηρίζει κανένα θρησκευτικό δόγμα, όσο πλειοψηφικό και να είναι αυτό, αλλά και για έναν ακόμη σπουδαίο λόγο. Η γνώση των θρησκειών και της ιστορίας τους, αντίθετα απ’ όσα πρεσβεύει ένα ρηχότατο αντικληρικαλιστικό πνεύμα, συμβάλλει στην ανάπτυξη του πνεύματος του διαλόγου και του Διαφωτισμού. Δεν θα υπήρχε καν Διαφωτισμός, αν οι φιλόσοφοι του 18ου αιώνα δεν έπαιζαν στα δακτυλάκια τους τη γνώση των μονοθεϊστικών κείμενων και γραφών.  Η θρησκειολογία συμβάλλει πολύ περισσότερο στη γνώση του πνεύματος των θρησκειών, αλλά και στην ανάπτυξη του ίδιου του ορθολογισμού, απ’ όσο οποιοδήποτε ομολογιακό μάθημα.

Την ίδια στιγμή είναι λανθασμένες και εκείνες οι απόψεις που εκπλήσσονται από την αντίσταση ακόμη και προοδευτικών ιεραρχών κατά των προτάσεων Φίλη και ζητούν από αυτούς να θυμηθούν τον παλιό καλό εαυτό τους και να συμβιβαστούν. Η ουδετεροθρησκεία του κράτους και η διδασκαλία οποιουδήποτε μαθήματος, ακόμη και των θρησκευτικών, δεν αφορά καθόλου τους ιεράρχες προοδευτικούς και αντιδραστικούς. Αυτοί μπορεί να είναι ανοικτοί ή κλειστοί, προοδευτικοί ή αντιδραστικοί, αλλά λόγο για την εκπαίδευση έχουν μόνο οι εκπρόσωποι της λαϊκής κυριαρχίας. Μόνο. Γιατί αν τους πέφτει λόγος για αυτό το μάθημα, γιατί να μην έχουν άποψη και για τη βιολογία, τα μαθηματικά, τον Δαρβίνο, τον Γαλιλαίο, τον Βολταίρο και ούτω καθεξής;

Το κράτος  ανεξάρτητα από το τι θέλουν οι ιεράρχες οφείλει να είναι Ανοικτό και θρησκευτικά ουδέτερο. Εδώ γίνεται λόγος για την σύνθετη έκφραση της βούλησης όλων των πολιτών μέσα από το πρίσμα της προάσπισης των δικαιωμάτων ακόμη και του τελευταίου εξ αυτών και όχι μόνο για την έκφραση των δικαιωμάτων της πλειοψηφίας.

Είχα,  δεν είχα πάλι με τον Φίλη είμαι. Επί της αρχής.