Τα αποτελέσματα των περιφερειακών και δημοτικών εκλογών δεν επιτρέπουν την ανάδειξη εύκολων νικητών. Χρειάζεται περισσότερη περίσκεψη, ανάλυση σε βάθος, αποφυγή των γενικόλογων περί κομματικοποιημένης ή περί ανεξάρτητης Τοπικής Αυτοδιοίκησης, λόγια κενά που οδηγούν στην απολιτικοποίηση ενός τόσο βαθιά πολιτικοποιημένου θεσμού.
Επομένως, παρότι δεν υπάρχει μεγάλος νικητής, υπάρχει μεγάλος ηττημένος. Τα ποσοστά των υποψηφίων της Χρυσής Αυγής, ποσοστά που οι πρώτες αναγωγές σε πανελλαδικό επίπεδο δείχνουν να φθάνουν τα διψήφια νούμερα, δείχνουν όχι μόνο ότι το φίδι δεν έχει ψοφήσει, αλλά και ότι οι ημέρες του θα είναι ακόμα μακριές. Ο μεγάλος ηττημένος αυτών των εκλογών είναι η αντίληψη που ήθελε τη Χρυσή Αυγή μόνο μια οργάνωση απαρτιζόμενη από ανθρώπους που δέρνουν μετανάστες, από τον κόσμο της νύχτας, από λαθρεμπόρους και γενικώς παραβατικούς που αρκεί να κτυπηθεί ως φυτώριο παρανομίας και τίποτα άλλο. Η Χρυσή Αυγή έλεγε, και λέει, αυτή η αντίληψη πρέπει να διώκεται γιατί είναι μια οργάνωση παραβατών του κοινού ποινικού δικαίου, δεν πρέπει να διώκεται για τις ιδέες αλλά για τις πράξεις της. Στο πλαίσιο των δημοκρατικών κοινωνιών οι άνθρωποι δεν διώκονται για τις ιδέες τους, αλλά μόνο για τις πράξεις τους. Ουρά, αλλά πολύ επικίνδυνη ουρά αυτής της αντίληψης, ήταν ο ισχυρισμός ότι οι άνθρωποι που ψηφίζουν Χρυσή Αυγή είναι απλώς παραστρατημένοι, «αγανακτισμένοι» πολίτες, οι οποίοι μόλις αντιληφθούν τον εγκληματικό χαρακτήρα της οργάνωσης θα σπεύσουν να την εγκαταλείψουν. Αυτή η άποψη κινούνταν στις παρυφές ενός ρηχού φιλελευθερισμού αλλά, όπως έδειξε η αντίσταση στο αντιρατσιστικό νομοσχέδιο και στον νόμο για την ιθαγένεια, έφθανε ώς το βαθύ κράτος.
Εχω αναφερθεί πολλές φορές στις πολιτικές, οικονομικές και πολιτισμικές αιτίες της εμφάνισης και της ανόδου της Χρυσής Αυγής. Δεν είναι καιρός για άλλες αναλύσεις. Το ζήτημα σήμερα είναι ότι η όποια μάχη κατά της Χρυσής Αυγής επικεντρώθηκε στις έκνομες ενέργειές της ενώ έμεινε στο απυρόβλητο ο σκληρός πυρήνας των απάνθρωπων ιδεών της. Οι χρυσαυγίτες είναι εγκληματίες όχι μόνο γιατί ενεργούσαν έτσι, αλλά γιατί εμφορούνταν και από ανάλογες ιδέες. Η Χρυσή Αυγή είναι εγκληματική οργάνωση γιατί εμφορείται από τις πλέον απάνθρωπες, δύσοσμες και δολοφονικές ιδέες. Πιο καθαρά: αυτές οι απάνθρωπες ιδέες υπερκαθορίζουν την παράνομη δράση της.
Το ζήτημα δεν είναι φιλολογικό, αλλά βαθύτατα πολιτικό. Η πολιτική της κυβερνώσας πλευράς του συνταγματικού τόξου επικεντρώθηκε μόνο στην ανάδειξη των έκνομων δράσεων των μελών της Χρυσής Αυγής και η πολιτική της αξιωματικής αντιπολίτευσης αφέθηκε στον γλυκύ μεγάλο ύπνο που προκαλεί η αναγωγή του φαινομένου στην οικονομική κρίση. Αυτό όμως που καθόλου δεν κοιμούνταν ήταν η διαδεδομένη μέσα στην κοινωνία της αγένειας άποψη ότι ακόμη και στο πλαίσιο της δημοκρατίας η διαπροσωπική βία είναι ορθή αν τον άλλον «τον πνίγει το δίκαιο». Οσοι δεν αντιμετώπισαν τη Χρυσή Αυγή ως οργάνωση που διέπεται πρωτίστως από εγκληματικές ιδέες και όσοι έστειλαν το μήνυμα ότι η βία στις δημοκρατικές κοινωνίες είναι το μέσον για την επίλυση των διαφορών σήμερα καλούνται να σκεφθούν πάνω στα βαθύτερα αίτια της αντοχής του ναζισμού στην Ελλάδα.
Πριν από σχεδόν 100 χρόνια, ο μεγάλος γερμανός κοινωνιολόγος Μαξ Βέμπερ μιλούσε για το ξεμάγεμα του κόσμου, το οποίο είναι εκείνη η κατάσταση στις φιλελεύθερες δημοκρατίες όπου «οι τελικές και υπέρτατες αξίες αποσύρονται από τη δημοσιότητα στο απόκοσμο βασίλειο της μυστικής ζωής». Εννοούσε πως στη νεωτερικότητα δεν είναι αναγκαίες οι μεταφυσικές ιδέες για τη συγκρότηση της ορθολογικής κοινωνικής ζωής. Ηταν ορθός από αυτή την πλευρά, αλλά αγνόησε ότι το βασίλειο των ιδεών υπάρχει παντού και όταν κανείς δεν το προσέχει εντός του αναπτύσσονται τα «άνθη του κακού».
Σήμερα η απάντηση στη Χρυσή Αυγή είναι εκείνο το ξαναμάγεμα της πολιτικής που θα διέπεται από την αντίληψη η οποία τονίζει ότι το μόνο μέσο για την αντιμετώπιση της αντιδημοκρατικής μόλυνσης είναι να γκρεμίσουμε τα θεμέλιά της, τα οποία βρίσκονται στον εθνικισμό, στον ρατσισμό, στη συμπεριφορά του «τσαμπουκά» του απαίδευτου Νεοέλληνα αλλά και στις κοινωνικές αδικίες και στις ανισότητες.