Απεβίωσε σε ηλικία 88 ετών ο πολύ γνωστός αμερικανός συγγραφέας και δημοσιογράφος Τομ Γουλφ, όπως ανακοίνωσε ο ατζέντης του, κατά τη διάρκεια νοσηλείας του σε νεοϋορκέζικο νοσοκομείο εξαιτίας λοίμωξης.
Ο Γουλφ ήταν ευρέως γνωστός για την επίδραση που είχε στην ανάπτυξη του κινήματος της Νέας Δημοσιογραφίας(New Journalism) τις δεκαετίες του ’60 και του ’70. Πρόκειται για ένα λογοτεχνικό στιλ που υιοθετούσε πιο υποκειμενικό ύφος γραφής, σε αντίθεση με την πιο παραδοσιακή αντικειμενική δημοσιογραφία.
Γεννήθηκε στις 2 Μαρτίου 1931 στο Ρίτσμοντ της Βιρτζίνια. Ξεκίνησε την καριέρα του ως ρεπόρτερ σε περιφερειακή εφημερίδα το 1950, αλλά διακρίθηκε από το 1960 κι έπειτα με μια σειρά από μυθιστορήματα, με κορυφαίο το «The Electric Kool-Aid Acid Test».
Κάποια από τα βιβλία του γνώρισαν τεράστια επιτυχία, όπως το «The Bonfire of the Vanities», το οποίο μεταφέρθηκε στην Κινηματογράφο το 1987, υπό τη σκηνοθεσία του Μπράιαν Ντε Πάλμα με πρωταγωνιστή τον Τομ Χανκς.
Το βιβλίο του «The Right Stuff», σχετικά με τα διαστημικά προγράμματα των ΗΠΑ, γυρίστηκε και κινηματογραφική ταινία το 1983. Την καταξίωση την κατέκτησε με το «Bonfire of the Vanities», το 1987, το οποίο επίσης μεταφέρθηκε στο σινεμά, από τον Μπράιαν ντε Πάλμα, το 1990, με πρωταγωνιστές τους Τομ Χανκς, Μέλανι Γκρίφιθ και Μπρους Γουίλις – στην Ελλάδα προβλήθηκε με τον τίτλο «Η απατηλή λάμψη της ματαιοδοξίας».
Γενικώς οι ιστορίες, οι πρωταγωνιστές και η πλοκή στα βιβλία του Γουλφ θεωρούνται από τους κριτικούς λογοτεχνίας εμπνευσμένες τοιχογραφίες της αμερικανικής ζωής –κυρίως στην «πλούσια» και «ξέφρενη» νεοϋορκέζικη εκδοχή της- κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 20ού αιώνα.
Στο δημοσιογραφικό πεδίο υπήρξε από τους πρωτοπόρους της λεγόμενης «Νέας Δημοσιογραφίας» τη δεκαετία του ’60, ενώ πάντα εξέφραζε πρωτότυπες απόψεις για κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα της Αμερικής. Το βιβλίο του «The Electric Kool-Aid Acid Test» (1968) θεωρείται ως μια εισαγωγή ακριβώς σε αυτό το είδος της δημοσιογραφίας.
Πέρα από την «πένα» του, όμως, ο Γουλφ ξεχώριζε για το ιδιαίτερα εκκεντρικό ντύσιμό του, αφού από το 1962 τριγύριζε στη Νέα Υόρκη ντυμένος με λευκό κουστούμι, μεταξωτό πουκάμισο, ποσέτ, πάλλευκα παπούτσια και με την αγαπημένη του λευκή Κάντιλακ. Το στυλ του ο ίδιος χαρακτήριζε «νεο-επιτηδευμένο», τη στιγμή που υπήρξε τιμητής των Νεοϋορκέζων επιδειξιομανών του πλούτου. Το «Radical Chic» (1970) δεν ήταν μόνον τίτλος βιβλίου του, αλλά παρέμεινε και ως ιδιωματισμός.
Ο Τομ Γουλφ, όμως, υπήρξε κυρίως εκείνος που δημιουργούσε λεκτικά πυροτεχνήματα, ενώ η γλώσσα του, με την εξαντλητική χρήση των σημείων στίξης, ήταν «μπαρόκ καραμπίνα και ροκοκό πολυβόλο» κατά τον Τζόζεφ Επσταϊν, που αναφερόταν σε ένα άρθρο του για το Λας Βέγκας, το οποίο ξεκινούσε με τη χρήση της λέξης «κήλη», γραμμένης 57 φορές! Το 2010 τιμήθηκε από το Εθνικό Ιδρυμα Βιβλίου των ΗΠΑ για τη συμβολή του στα αμερικανικά γράμματα, με τα πλέον των 15 βιβλία του. «Μπορούσε να οδηγήσει λογικούς ανθρώπους στην τρέλα» ήταν μία αποστροφή για τον ίδιο.
πληροφορίες kathimerini.gr/protagon.gr