Στη χθεσινοβραδυνή εκδήλωση του Ποταμιού για τη συμφωνία των Πρεσπών, μίλησε ένα μεγάλο κομμάτι αυτού που προσωπικά αναγνωρίζω ως πνευματική ηγεσία του κόσμου. Ο Θάνος Βερέμης, ο Λουκάς Τσούκαλης του ΕΛΙΑΜΕΠ, ο Νίκος Δήμου και τόσοι άλλοι. Η σπάνια αυτή μάζωξη μου έφερε στο μυαλό εκείνες τις μαζώξεις που έκαναν οι σοφοί της Κωνσταντινούπολης τον 15ο αιώνα.
Ιδιαίτερα όταν άκουσα τον Νίκο Δήμου να ζητάει ψυχίατρο για τους Έλληνες που μαζεύονται στα συλλαλητήρια για τη Μακεδονία ήταν σα να μεταφέρθηκα σε εκείνη την εποχή. Όταν οι σοφοί μας συζητούσαν για το αν ο Χριστός (ο ψυχίατρος της εποχής) έστελνε μαζί με τον Πατέρα Του το Άγιο Πνεύμα για να σώσει τον λαό ή την δουλειά την έκανε μόνο ο Πατέρας (filioque). Στο τέλος βέβαια οι Τούρκοι κατέλαβαν τα πάντα και ο λαός δε σώθηκε ούτε από τον Πατέρα ούτε από τον Υιό αλλά ούτε και από το Άγιο Πνεύμα. Και η ιστορία απέδειξε ότι τον ψυχίατρο τον χρειάζονταν τότε οι σοφοί, και οι ενωτικοί και οι ανθενωτικοί.
Αν πάει κανείς στην Τουρκία σήμερα θα δει κόκκινες ημισελήνους παντού. Κάθε 500 μέτρα. Αν πάει στα Σκόπια θα δει αγάλματα του Αλέξανδρου, του Φίλιππου, αψίδες, και μπόλικο εθνικιστικό κιτς. Τη στιγμή λοιπόν που φανατίζονται όλοι οι άσπονδοι φίλοι και γείτονες, εμείς πρέπει να σταματήσουμε να νιώθουμε στρες και να καθίσουμε αναπαυτικά στην καρέκλα του ψυχίατρου. Επίσης, τώρα που η Ένωση έχει πραγματοποιηθεί (μετά από 700 χρόνια καιρός ήταν) θα μας σώσουν οι Ευρωπαίοι και το ΝΑΤΟ. Σύμφωνα με κάποιους. Γιατί οι άλλοι πιστεύουν ότι θα μας σώσει ο Ρώσος ή ο Κινέζος ή ακόμα κι ο σουλτάνος (ποτέ δεν ξέρεις).
Συνεπώς, ας δώσουμε την προσηγορία του Μακεδόνα στον γείτονα «για να πάει η χώρα μας μπροστά», είπε ο Λουκάς Τσούκαλης, που επιτέλους τον άκουσα από κοντά. Πόσο πιο μπροστά, θα μπορούσε να πει κάποιος. Φαΐ έχουμε μπόλικο πια, κινηματόγραφους έχουμε, Μέγαρα έχουμε, σταματήσαμε να γεννάμε, όταν γεννάμε ένας γιατρός μαιευτήρας κλείνει 10ήμερο στο Παρίσι, δουλείες χειρονακτικές δεν κάνουμε, τα χωριά μας τα αδειάσαμε και εκπολιτιστήκαμε πλήρως.
Ξαναγυρνάμε στη λέξη. Όχι την Μακεδονία. Την «προσηγορία». Δε δίνουμε ιθαγένεια, ούτε εθνότητα ή εθνικότητα. Δίνουμε την προσηγορία. Δηλαδή το δικαίωμα σε αυτούς τους ανθρώπους και μόνο να φέρουν το όνομα Μακεδόνες, και ως τέτοιους να τους αναγνωρίζουν όλοι με όλο το πολιτιστικό και ιστορικό βάρος του ονόματος.
Θα πάει μεθαύριο ο πρέσβης Ηρακλείδης ή Αγαθοκλής στα ξένα και θα του πούνε: «μετά τον Έλληνα πρέσβη, να μας πει κι ο Μακεδόνας ομόλογός του για την εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην Περσία». Θα απαντήσει ίσως ο Έλλην πρέσβης ότι σύμφωνα με την συμφωνία μεταξύ των δύο χωρών, «Σελίδα 6, Άρθρο Βου, Παράγραφος Ξου, Κεφάλαιο Θου και κάτι ψιλά» ο Μακεδόνας πρέσβης έχει απεμπολήσει το δικαίωμα της σχέσης με τη Μακεδονία του Αλεξάνδρου η οποία ανήκει σε εμάς. Θα τον κοιτάνε οι ξένοι παρατηρητές ωσάν εξωγήινο, θα τον αγνοήσουν, θα του βάλουν και πρόστιμο ίσως, το ίδιο που έβαλαν στην ομάδα των Νεανίδων του χάντμπολ, όπως μας εξήγησε ο Μιχάλης Μητσός από τη δική του πλευρά.
Παραχωρήσαμε, λοιπόν, την προσηγορία του Μακεδόνα. Και τι να λέει αυτό; απαντάει πάλι ο σύγχρονος Βαρλαάμ, Νίκος Δήμου. Αφού Μακεδόνες είναι στην πραγματικότητα οι ντόπιοι της Μακεδονίας, δηλαδή όσοι κάτοικοί της μιλάνε σλαβικά. Εμείς τι δουλειά έχουμε με τους Μακεδόνες από τη στιγμή που είμαστε σχεδόν όλοι πρόσφυγες που ζούμε στη Μακεδονία και μιλάμε την ελληνική. Η αμήχανη στιγμή του Νίκου Σβορώνου, που κοιτάει από εκεί ψηλά τους πιο προοδευτικούς από τους επιγόνους του, να ασχολούνται με “ζωολογία και όχι με ιστορία». Ωσάν ο Μακεδών να είναι μια ράτσα σκύλου με όρθια αυτιά και ο Πόντιος μια άλλη με αυτιά κατεβασμένα.
Ο Μακεδόνας όμως είναι μια συνείδηση και μια προσηγορία. Αν με ρωτήσετε κι εμείς οι Έλληνες, όλοι οι Έλληνες, και οι Κρητικοί και οι Πόντιοι ακόμα και οι τρισκατάρατοι Πελοποννήσιοι έχουμε δικαίωμα στη συνείδηση του Μακεδόνα, όπως την έχουν και οι Σλαβομακεδόνες. Πρόκειται για πληθυσμούς που εκσλαβίστηκαν και δεν εκχριστιανίστηκαν απλώς, όπως οι δικοί μας ντόπιοι πληθυσμοί. Πρόκειται για συγγενείς πληθυσμούς, ένα ιστορικό, δηλαδή πολιτιστικό υβρίδιο, ανάμεσα στον ελληνισμό και στον σλαβισμό. Κι αφού έχουμε και οι δύο δικαίωμα στη συνείδηση του Μακεδόνα, ακόμα και του αρχαίου Μακεδόνα, γιατί πρέπει να τους δώσουμε την αποκλειστικότητα της προσηγορίας;
Γιατί δεν έχουμε τίποτα να φοβόμαστε από τους αδύνατους, ολίγους, άκακους αυτούς ανθρωπάκους μας ενημέρωσαν σχεδόν όλοι οι ομιλητές, και μάλιστα οι επίτιμοι πρέσβεις. Κι εδώ χτυπάει το κεφάλι του στο μεγάλο καζάνι που βράζει αποκλειστικά γι’ αυτόν ο Αδόλφος Χίτλερ. Σα να μην του έφταναν όλα τα λοιπά βασανιστήρια. Γιατί αυτός κι αν χρησιμοποίησε, προσπαθώντας να κατακτήσει τον κόσμο, κάθε αδύνατο, άκακο μικρολαό στην Ευρώπη για να ξεκινήσει έναν πόλεμο ενάντια σε ένα άλλο κράτος. Αυτός δεν έδωσε τη βόρεια Ελλάδα στους Βούλγαρους και τη δυτική στους Ιταλούς γιατί εκεί είχε βλάχους που μιλούσαν μια λατινογενή γλώσσα, τα βλάχικα;
Δυστυχώς, οι σοφοί τη σήμερον δεν εννοούν να κάνουν διάλογο μετ’ αντιλογίας. Αλλιώς θα έπρεπε να απαντήσουν αν υπάρχει το ενδεχόμενο ένας μελλοντικός Χίτλερ ή Τσόρτσιλ ή Στάλιν ή Ρούσβελτ να γράψει σε κανένα χαρτάκι από τετράδιο την ώρα που μοιράζει τον κόσμο: Νότια Μακεδονία στους Μακεδόνες, αρκεί να μας δώσουν τη βάση για να ελέγξουμε το λιμάνι της Θεσσαλονίκης με κοντινούς πυραύλους. Και υποσημείωση ίσως: «Ήταν δίκαιο, έγινε πράξη».
Με άλλα λόγια, ακόμα κι αν το σωστό είναι να δώσουμε σύνθετη ονομασία στο κράτος, ακόμα κι αν το σωστό είναι να ψάξουμε στα βιβλία μας τα ιστορικά και κατ’ επέκταση στα σχολικά για τα κοινά σημεία μας και όχι για τις αντιθέσεις μας, ακόμα κι αν είναι σώφρον τη δεδομένη στιγμή να μην πάμε κόντρα στους ισχυρούς που θέλουν τη χώρα αυτή στο ΝΑΤΟ, την προσηγορία του Μακεδόνα δεν πρέπει να την δώσουμε γιατί απεμπολούμε μαζί με αυτή τη συνείδηση του Μακεδόνα, η οποία μπορεί σύντομα ή αργά να μας φανεί πολύ χρήσιμη για να κρατήσουμε την πατρίδα μας ελεύθερη και ενωμένη.
Και καλά, θα πει κάποιος, τόσοι σοφοί δεν ξέρουν; Γνώμη μου και δεν βρίζω, την τύφλα τους δεν ξέρουν (παρακαλώ να περάσει). Όχι γιατί δεν είναι πατριώτες (που λίγοι από αυτούς δεν είναι ομολογημένα) ή γιατί δεν έχουν συνείδηση εθνική (που λιγότεροι ακόμα επίσης ομολογημένα δεν έχουν), αλλά γιατί είναι σοφοί στα χρόνια της εθνικής μας παρακμής. Είθισται οι σοφοί σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης, όταν οι συμφορές πλησιάζουν, να οραματίζονται τη σωτηρία σε κάποια ένωση με πιο ισχυρούς ή ακόμα και σε υπέρτερες δυνάμεις, στον από μηχανής Θεό της τραγωδίας ή τον ψυχίατρο τη σήμερον ημέρα.
Ένα παράδειγμα να δώσω. Έκανε ο Τσίπρας δημοψήφισμα και ετούτοι ήταν αναφανδόν με την Ευρώπη κι ενάντια στο αίσθημα του ψυχοπαθή λαού. Η Ένωση θα μας σώσει (δηλαδή η Μέρκελ). Ξαναέβαλε δίλημμα ο Τσίπρας, αυτή τη φορά το ακριβώς αντίθετο, και αυτοί το ίδιο λένε, ότι η Ένωση θα μας σώσει (πάλι η ίδια κυρία), συνεπώς ας πάμε με τα νερά της και τα νερά του Τσίπρα. Ούτε που τους πέρασε από το μυαλό ότι το πρόβλημα δεν είναι η χρεοκοπία ούτε η Μακεδονία αλλά αυτός που βάζει τα διλήμματα και τους παίζει στα δάχτυλα. Αυτούς και τον «ψυχοπαθή» λαό δυστυχώς.
Είναι τόσο στην κοσμάρα τους οι σοφοί μας, που δεν βρήκαν έναν, έναν μόνο φοιτητή, μικροδιπλωμάτη, δικηγόρο, επιστήμονα, οποιονδήποτε με εξαιρετικές ικανότητες, που να μπορέσει να αντιπαρατεθεί στον αγράμματο, ιδεοληπτικό, ανήθικο και ωφελιμιστή φίλο του υπουργού Πολάκη. Αντί να πολιτικοποιηθούν, να βρουν έναν άνθρωπο, να τον εφοδιάσουν, να τον προτείνουν, να τον επιβάλουν, κάποιον που να μπορεί να αντιπαρατεθεί στο σύστημα της δεξιάς και της αριστεράς στη χώρα, δηλαδή του διχασμού μας, αυτοί γίνονται παρακολούθημα πότε του ενός και πότε του άλλου, και θα μας σώσει η «Ένωση». Καλυμμένοι πίσω από ρομαντικά πολιτικά αφηγήματα όπως το Ποτάμι τερματίζουν την βολή τους στο διάλογο και τις επιτροπές του. Σα να είναι η πολιτική, η διπλωματία, ο πόλεμος, ο κόσμος μας ένα συνέδριο επιστημονικό, ή ένα γραφείο με θέα στη βασιλίσσης Σοφίας.
Τούτη είναι η παράταξη των ενωτικών στην πατρίδα και την φιλοσοφία του λαού μας. Τους προτιμώ φυσικά από τους ανθενωτικούς, αλλά μου έρχεται καμιά φορά να βάλω τα κλάματα με δαύτους. Αντί να καταλάβουν τον λαό μας, αντί να τον τροφοδοτήσουν με ιδέες, ηγέτες, ευγενή ιδανικά, τούτοι εδώ τον απαρατάνε αγράμματο σε μια γωνιά και τον λένε και ψυχοπαθή από πάνω, όταν για κάποιον ακαταλαβίστικο λόγο ξεσηκώνεται. Κλεισμένοι στην κοσμάρα τους αδυνατούν να καταλάβουν πότε ο λαός πεινάει, πότε πέφτει σε κατάθλιψη και πότε νιώθει ότι κινδυνεύει.