Τα κράτη-μέλη της ΕΕ επιδιώκουν να αξιοποιήσουν τα κονδύλια του ταμείου ανάκαμψης για επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις.
Ο μηχανισμός ανάκαμψης και ανθεκτικότητας (ΜΑΑ) θεσπίστηκε το 2021 με σκοπό να συμβάλει στις οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις της πανδημίας COVID-19. Η χρηματοδοτική στήριξη που διατίθεται στο πλαίσιο του ΜΑΑ υπερβαίνει τα 700 δισεκατομμύρια ευρώ. Προκειμένου τα κράτη -μέλη να λάβουν μερίδιο της στήριξης αυτής πρέπει να υποβάλουν εθνικά σχέδια ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, τα οποία στη συνέχεια εξετάζει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Σύμφωνα με ειδική έκθεση που δημοσίευσε το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο (ΕΕΣ), η αξιολόγηση των σχεδίων από την Επιτροπή είναι σε γενικές γραμμές επαρκής. Ωστόσο, κίνδυνοι όπως η ασάφεια οροσήμων και στόχων μπορούν να υπονομεύσουν την επιτυχή υλοποίησή τους. «Ο μηχανισμός ανάκαμψης και ανθεκτικότητας αποτελεί ένα μοναδικό μέσο, σκοπός του οποίου είναι να στηρίξει τις μεταρρυθμίσεις και τις επενδύσεις των κρατών-μελών της ΕΕ και, κατ’ επέκταση, την ανάκαμψη και την ανθεκτικότητά τους», δήλωσε η κα Ivana Maletić, Μέλος του ΕΕΣ και αρμόδια για τον έλεγχο. «Ζωτικός είναι ο ρόλος της έγκαιρης διαθεσιμότητας της στήριξης, χωρίς βέβαια να αποβαίνει εις βάρος της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης. Η πλήρης διαφάνεια και οι αποτελεσματικές δικλίδες ελέγχου αποτελούν προϋπόθεση για να διασφαλίζεται ότι τα κονδύλια της ΕΕ χρησιμοποιούνται για τον προβλεπόμενο σκοπό και αποφέρουν τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα.»
Οι ελεγκτές εξέτασαν τη διαδικασία που εφάρμοσε η Επιτροπή για την αξιολόγηση των εθνικών σχεδίων ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, και τη σχετική καθοδήγηση που παρείχε στα κράτη-μέλη. Επιπλέον, σε σχέση με έξι κράτη μέλη (Γερμανία, Ελλάδα, Ισπανία, Γαλλία, Κροατία και Ιταλία), έλεγξαν αν, στο πλαίσιο της αξιολόγησης, η Επιτροπή εξακρίβωνε τη συμμόρφωση με τους όρους του μηχανισμού ανάκαμψης και ανθεκτικότητας. Διαπίστωσαν ότι, γενικά, η αξιολόγηση ήταν επαρκής. Οι εργασίες της Επιτροπής βασίστηκαν σε διεξοδικές εσωτερικές κατευθυντήριες γραμμές και καταλόγους ελέγχου. Ωστόσο, οι αξιολογητές δεν χρησιμοποίησαν τις πηγές αυτές συστηματικά ή ομοιόμορφα για τους σκοπούς της ποιοτικής αξιολόγησης, με αποτέλεσμα ορισμένες φορές να μην είναι εύκολο να αναζητηθεί η πορεία της αξιολόγησης.
Σύμφωνα με τους ελεγκτές, τα σχέδια ανάκαμψης και ανθεκτικότητας είναι πιθανό να συμβάλουν στους τομείς πολιτικής που καλύπτει ο ΜΑΑ, ωστόσο ο βαθμός αυτής της συμβολής ποικίλλει και ο αντίκτυπος της μένει να διαπιστωθεί στην πράξη. Οι ελεγκτές διαπίστωσαν, όπως και η Επιτροπή στη δική της αξιολόγηση, ότι κανένα από τα μέτρα του δείγματος ελέγχου δεν είναι πιθανό να βλάψει σημαντικά το περιβάλλον. Ωστόσο, στα σχέδια ανάκαμψης και ανθεκτικότητας δεν συμπεριλήφθηκαν κατά τρόπο συστηματικό μέτρα για τον μετριασμό των περιβαλλοντικών επιπτώσεων, υπό μορφή οροσήμου ή στόχου.
Σύμφωνα με τους ελεγκτές, η αξιολόγηση της Επιτροπής συνέβαλε στο να βελτιωθεί η ποιότητα των οροσήμων και των στόχων, αν και ορισμένα δεν ήταν σαφή και δεν κάλυπταν καίρια στάδια της υλοποίησης. Επιπλέον, οι προσεγγίσεις των κρατών-μελών δεν ήταν σε όλες τις περιπτώσεις εναρμονισμένες.
Στην αξιολόγηση της Επιτροπής όσον αφορά το εκτιμώμενο κόστος αποτυπώνεται η ελλιπής πληροφόρηση σχετικά με ορισμένα μέτρα, όπως και το γεγονός ότι τα προφίλ εκταμίευσης ήταν αποτέλεσμα διαπραγματεύσεων και δεν αντικατόπτριζαν το υποκείμενο κόστος. Ο ελεγκτές εξέτασαν επίσης κατά πόσον η Επιτροπή, κατά την αξιολόγηση της, διασφάλιζε ότι τα σχέδια ανάκαμψης και ανθεκτικότητας κάλυπταν το σύνολο ή σημαντικό υποσύνολο των ειδικών ανά χώρα συστάσεων που είχαν διατυπωθεί στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού εξαμήνου – του κύκλου συντονισμού των οικονομικών, δημοσιονομικών, εργασιακών και κοινωνικών πολιτικών της ΕΕ. Επισήμαναν ότι, καθώς δεν ορίζεται τι συνιστά «σημαντικό υποσύνολο» των συστάσεων ανά χώρα, η σχετική αξιολόγηση παραμένει ως έναν βαθμό υποκειμενική, ιδίως στις περιπτώσεις που η Επιτροπή εντόπισε ελλείψεις. Διαπίστωσαν επίσης ότι ορισμένες πτυχές των ειδικών ανά χώρα συστάσεων δεν καλύπτονταν από τα σχέδια σε όλα τα κράτη-μέλη του δείγματος ελέγχου.
Απαιτείται εγρήγορση και ετοιμότητα, έτσι ώστε τα σχέδια να προστατεύουν το περιβάλλον και να διαμορφώνουν ποιοτικές και ευέλικτες μορφές εργασίας