Στις 3 Σεπτεμβρίου του 2023, το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα-Κίνημα Αλλαγής-Κίνημα Αλλαγής θα γιορτάσει τα 39 χρόνια από την ίδρυση του, φθάνοντας πλέον ένα βήμα πριν από την συμπλήρωση 40 χρόνων ‘ζωής.’
Το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα δεν είναι καθόλου μικρό. Αντιθέτως, είναι αρκετά μεγάλο και συμπίπτει με την εγκαθίδρυση, σταθεροποίηση και παγίωση της Τρίτης Ελληνικής Δημοκρατίας.
Σύμφωνα με την ανάλυση της δημοσιογράφου Μυρτώς Λιαλιούτη στην εφημερίδα ‘Τα Νέα Σαββατοκύριακο,’ η φετινή επέτειος της 3ης Σεπτεμβρίου, «λειτουργεί και ως εναρκτήριο λάκτισμα για την παραγωγή πολιτικής, με ένα πολιτικό πρόγραμμα που θα ανοίξει επί της ουσίας στην ΔΕΘ (σ.σ: Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης)».[1]
Σε αυτό το πλαίσιο, θα επισημάνουμε πως δεν διακρίνουμε κάποια ιδιαίτερη ή αλλιώς, κάποια ισχυρή συσχέτιση μεταξύ της φετινής επετείου και της παραγωγής πολιτικού προγράμματος το οποίο θα εξειδικευθεί περαιτέρω και θα παρουσιαστεί στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης.
Το ΠΑΣΟΚ ιστορικά, πάντα κατάφερνε να αποσυνδέσει τον εορτασμό της 3ης Σεπτεμβρίου από την παρουσία του επικεφαλής του και κλιμακίου στελεχών στην Θεσσαλονίκη, από την στιγμή όπου πρώτον, κατά την διάρκεια του εορτασμού της επετείου οι επικλήσεις του παρελθόντος του κόμματος, πρόσφατου και απώτερου, είναι πολλές και ‘πυκνές’ πολιτικά, συμβολικά και αξιακά.
Δεύτερον, προκειμένου το ΠΑΣΟΚ να καταφέρει να αποκτήσει ρόλο απόλυτου πρωταγωνιστή στο πολιτικό προσκήνιο, έστω και για μία ημέρα, την ‘δική’ του ημέρα, οφείλει να εορτάσει τελετουργικά την επέτειο της ίδρυσης του με τρόπο που θα μνημονεύεται[2] για καιρό από τους παρευρισκόμενος, κάτι που εν τοις πράγμασι θέτει σε δεύτερο πλάνο την κατάρτιση προγράμματος εν όψει της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης.
Τρίτον, το πρόγραμμα που θα παρουσιασθεί από τον αρχηγό του στη ΔΕΘ έχει προετοιμαστεί αρκετό καιρό πριν, τουλάχιστον στα πλέον βασικά του σημεία, έτσι ώστε, την ημέρα της επετείου του, να μην μένουν παρά μόνο λίγα σημεία προς ανάλυση και επεξεργασία.
Ένα στοιχείο το οποίο παραλείπει στην ανάλυση της η Μυρτώ Λιαλιούτη (αν και κάτι τέτοιο βέβαια δεν είναι και σημαντικό), είναι πως η φετινή επέτειος της Τρίτης Σεπτεμβρίου, μπορεί να αποτελέσει το έναυσμα για την συγκρότηση της «κύριας ελίτ»[3] (inner elite), του κόμματος, σύμφωνα με τη διατύπωση του Δημήτρη Μπουρίκου και του Δημήτρη Σωτηρόπουλου.
Σε αυτή την «κύρια ελίτ» την οποία δεν θα διστάσουμε να χαρακτηρίσουμε ως κοινοβουλευτική «κύρια ελίτ», είναι αρκετά πιθανό να συμμετάσχουν βουλευτές που έχουν ξεκινήσει την δεύτερη κοινοβουλευτική τους θητεία από τον περασμένο Ιούλιο (δεν είναι απαραίτητη προϋπόθεση να κατέχουν κοινοβουλευτικό αξίωμα)[4] συνεπικουρούμενοι από νεο-εκλεγέντες βουλευτές και για την ακρίβεια από συγκεκριμένους νεο-εκλεγέντες βουλευτές που είτε κατείχαν κομματικό αξίωμα την προηγούμενη πολιτική-κοινοβουλευτική περίοδο, είτε συμμετείχαν στην ομάδα που χάραξε την στρατηγική του κόμματος εν όψει των δύο εκλογικών αναμετρήσεων που προηγήθηκαν.
Μεταξύ αυτών, σημαντική είναι η παρουσία της Ευαγγελίας Λιακούλη, η οποία, συν τοις άλλοις, είναι επιφορτισμένη και με το καθήκον της διαπαιδαγώγησης των βουλευτών του κόμματος, και ειδικά των νεο-εκλεγέντων, στην εγχώρια τηλεοπτική πραγματικότητα.
Πόσοι εκ των νεο-εκλεγέντων βουλευτών θα θελήσουν να μιλήσουν την ημέρα της Τρίτης Σεπτεμβρίου (μήπως το πράξει η Ευαγγελία Λιακούλη; ) ενσωματώνοντας τα νοήματα της και στις κοινοβουλευτικές τους ομιλίες το προσεχές χρονικό διάστημα; Τα γνωστά άσματα θα ακουστούν εκείνη την ημέρα.
[1] Βλέπε σχετικά, Λιαλιούτη, Μυρτώ, ‘Μια νέα 3η Σεπτέμβρη για το ΠΑΣΟΚ,’ Εφημερίδα ‘Τα Νέα Σαββατοκύριακο,’ 12-13/08/2023, σελ. 43. Οφείλουμε να επισημάνουμε, θεωρητικώ τω τρόπω, πως η επέτειος της Τρίτης Σεπτεμβρίου, λειτουργούσε και στο παρελθόν ως «εναρκτήριο λάκτισμα για την παραγωγή πολιτικής», κάτι ιδιαιτέρως ευδιάκριτο και επί θητείας της Φώφης Γεννηματά στην προεδρία του κόμματος. Μπορούμε να σταθούμε στον συμβολικό εορτασμό της επετείου της Τρίτης Σεπτεμβρίου το 2020, εν καιρώ πανδημικής κρίσης. Τότε, η Φώφη Γεννηματά και το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής, έσπευσαν να επικαιροποιήσουν την στρατηγική του κόμματος για την αντιμετώπιση της πανδημικής κρίσης, έθεσαν επί τάπητος το ζήτημα («παραγωγή πολιτικής» και δη θεματικής πολιτικής) της μεταρρύθμισης του Εθνικού Συστήματος Υγείας, εμπλούτισαν τις επεξεργασίες του κόμματος με την τόσο αναγκαία επιστημονική γνώση (εκείνη την περίοδο τίθενται οι βάσεις για την πολύ ορθή αποδοχή από την πλευρά του εν Ελλάδι Κεντροαριστερού φορέα της αναγκαιότητας του εμβολιαστικού προγράμματος), ανάδειξαν πτυχές του επιθετικού ρεαλισμού που διέπει έκτοτε το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής όσον αφορά τις διμερείς ελληνο-τουρκικές σχέσεις και την διαχείριση των ελληνο-τουρκικών διαφορών. Εδώ έχουμε να κάνουμε άλλες δύο επισημάνσεις: Πρώτον, το ιδιαίτερα αυξημένο ενδιαφέρον του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής για θέματα υγείας και για το Εθνικό Σύστημα Υγείας συνολικά, χρονολογείται από εκείνη την περίοδο και έκτοτε διατηρείται αμείωτο, με τον Νίκο Ανδρουλάκη να συμπληρώνει απλά τα όποια κενά, χωρίς όμως να εκλείπουν πλήρως λαϊκιστικές αναφορές. Και, δεύτερον, το ΠΑΣΟΚ είναι ίσως το μόνο Μεταπολιτευτικό πολιτικό κόμμα που επενδύει πολλούς συμβολικούς και στρατηγικούς πόρους προς την κατεύθυνση εορτασμού όχι μόνο της επετείου ίδρυσης του, αλλά, και των σημαντικών στιγμών από την πολυκύμαντη ιστορία του, όπως είναι η εκλογική νίκη στις εκλογές που διεξήχθησαν στις 18 Οκτωβρίου του 1981, επτά μόλις χρόνια μετά την ίδρυση του. Δεν παρατηρούμε κάτι αντίστοιχο σε κάποιο εκ των άλλων δύο πολιτικών κομμάτων που έχουν ασκήσει κυβερνητική εξουσία την περίοδο της Μεταπολίτευσης. Ακόμη και ο Συνασπισμός της Ριζοσπαστικής Αριστεράς που εν προκειμένω από ένα κλασικό κόμμα διαμαρτυρίας μετατράπηκε σε κόμμα εξουσίας δίχως να απωλέσει τον λαϊκιστικό του χαρακτήρα, δεν σπεύδει να εορτάσει πολιτικά την εκλογική νίκη τον Ιανουάριο του 2015, στο εγκάρσιο σημείο όπου αυτή αναγνωρίζεται από αρκετά στελέχη του ως ‘πρώτη φορά Αριστερά.’ Αξίζει να σημειώσουμε πως οι διαρκείς αναφορές από στελέχη και βουλευτές του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής στις 18 Σεπτεμβρίου του 1981, αποδεικνύουν επίσης, τον κυριαρχικό ρόλο που εξακολουθεί να διαδραματίζει ο Ανδρέας Παπανδρέου, χρόνια μετά τον θάνατο του. Η μορφή του και η ρητορική του ‘αποικίζουν’ το φαντασιακό πολλών στελεχών και ψηφοφόρων του συγκεκριμένου κόμματος, σε τόσο έντονο βαθμό μάλιστα, ώστε να παραγνωρίζεται η πολύ σημαντική παρουσία και προσφορά πολιτικών όπως ο Κώστας Σημίτης. Γιατί αντίστοιχα δεν μνημονεύεται η οριακή εκλογική επικράτηση του ΠΑΣΟΚ στις βουλευτικές εκλογές του Απριλίου του 2020;
[2] Δίπλα στους πλέον γνωστούς πρωταγωνιστές (Ανδρέας Παπανδρέου κυρίως και δευτερευόντως Κώστας Σημίτης, Φώφη Γεννηματά και πολύ λιγότερο Γιώργος Παπανδρέου), προστίθενται και μνημονεύονται την Τρίτη Σεπτεμβρίου εκάστου έτους, πολιτικά πρόσωπα και στελέχη του ΠΑΣΟΚ που συνέδεσαν το όνομα τους με την πραγματοποίηση μεταρρυθμίσεων σε διάφορους τομείς. Εξ αυτών των στελεχών, ξεχωρίζει ο Γιώργος Γεννηματάς, ο οιονεί ‘πρωθυπουργήσιμος’ για στελέχη του ΠΑΣΟΚ, ο εκ των πρωτεργατών για την συγκρότηση της Πασοκικής «διακυβέρνησης» της πρώτης περιόδου (1981-1985) για να παραπέμψουμε στην ανάλυση του Halachmi, ο ‘ιδεολόγος’ στο πρόσωπο του οποίου βλέπουν τον ‘ιδανικό Πασόκο’: ‘Πιστός στον αρχηγό,’ έτοιμος να αναλάβει οποιαδήποτε αποστολή του ζητηθεί. Για την ανάλυση του Halachmi, βλέπε και, Τζιαγκόζη, Κωνσταντίνα., ‘Η συμβολή του επιτελικού κράτους στη Δημόσια Διοίκηση,’ Διπλωματική Εργασία, Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, 2022, Διαθέσιμη στο: Microsoft Word - ¤ŒŽ‚fiı (uop.gr) Είναι αληθές πως γυναίκες πολιτικά στελέχη του κόμματος δεν μνημονεύονται ιδιαίτερα, παρά το γεγονός πως το ΠΑΣΟΚ, επηρεασμένο ίσως από Αριστερές παραδόσεις, έδωσε κάποιον ρόλο σε γυναίκες πολιτικούς.
[3] Βλέπε σχετικά, Μπουρίκος, Δημήτρης., & Σωτηρόπουλος, Δημήτρης., ‘"Ποιος κυβερνά;". Η εξέλιξη της κοινωνικής σύνθεσης μελών των κυβερνήσεων της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, 1974-2001,’ Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών, Volume 111, 2003, Διαθέσιμη στο: 9207-193-34342-1-10-20170829 (3).pdf
[4] Η κοινοβουλευτική ομάδα του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής αποτελείται ως επί το πλείστον από βουλευτές που είτε εκλέγονται για δεύτερη συνεχόμενη φορά (για τρίτη, εάν συνυπολογίσουμε και την βραχύβια Βουλή που προέκυψε μετά τις βουλευτικές εκλογές της 21ης Μαϊου), είτε εκλέχθηκαν για πρώτη φορά στις 25 Ιουνίου του 2023. Αυτή η εξέλιξη δεν συνιστά μόνο ισχυρή απόδειξη ανανέωσης, ηλικιακής, πολιτικής και κοινοβουλευτικής, αλλά, αποτελεί και δείγμα της μετάβασης του κόμματος και του πολιτικού του προσωπικού στη μετα-κρισιακή περίοδο. Κανένας βουλευτής, τη εξαιρέσει του βουλευτή της Α’ εκλογικής περιφέρειας Αθηνών Παύλου Γερουλάνου, δεν κατείχε σημαντικό αξίωμα την πρώτη περίοδο της κρίσης και δεν διαδραμάτιζε πρωταγωνιστικό πολιτικό ρόλο εντός κόμματος, πολλώ δε μάλλον ευρύτερα. Το έκανε η Ευαγγελία Λιακούλη; Όχι, είναι η απάντηση μας.