“Πολλά ήταν τα ψέματα
που είπαμε ως εδώ
ας πούμε και μια αλήθεια
κι ας πέσει στο γιαλό”.
Δ. Σαββόπουλος, Σημαία από νάυλον
Η άποψη μου βασίζεται στην 35χρονη εμπειρία μου ως γιατρός του ΕΣΥ, 14 από τα οποία τα πέρασα σε επαρχιακό γενικό νοσοκομείο ως Συντονιστής Διευθυντής. Δεν έχει σημασία αν το επαρχιακό αυτό γενικό νοσοκομείο βρισκόταν στο Άργος, στην Θήβα, στην Άρτα ή στις Σέρρες, αφού όλα τα επαρχιακά γενικά νοσοκομεία που βρίσκονται περιφερειακότερα των πέντε πανεπιστημιακών περιφερειακών νοσοκομείων (Ηρακλείου, Πατρών, Ιωαννίνων, Λαρίσης, Αλεξανδρούπολης) έχουν πανομοιότυπα λειτουργικά χαρακτηριστικά και τα διέπουν οι ίδιες οργανωσιακές αρχές. Συμπληρωματικά, η άποψη μου βασίζεται επίσης στις επιστημονικές γνώσεις που επί σειρά ετών μετήλθα ως διδάσκων του μεταπτυχιακού προγράμματος “Διοίκηση Υπηρεσιών Υγείας” γνωστού πανεπιστημίου.
Ας αρχίσουμε από “το κεφάλι” των νοσοκομείων- που “κάνει το ψάρι να βρωμάει”. Αποτελεί κοινό τόπο ότι όλοι οι διοικητές των νοσοκομείων, διαχρονικά και παρά τα αντίθετα βαρύγδουπα που ακούγονται από τους πολιτικούς, επιλέγονται αποκλειστικά με βάση την κομματική νομιμοφροσύνη τους και τις “άκρες” που διαθέτουν στην κομματική νομεκλατούρα. Πρώην στρατιωτικοί, οδοντίατροι, μηχανικοί, βουλκανιζατεράδες και πλείστοι άλλοι, άσχετοι πάντως περί το νοσοκομειακό management και τις πολιτικές υγείας (health policies), αναλαμβάνουν διοικητές νοσοκομείων, πεπεισμένοι ότι θα κάνουν ότι επιβάλλεται για το καλό της κυβέρνησης, του τόπου και του νοσοκομείου (η σειρά των προταγμάτων δεν είναι τυχαία)! Και στην πραγματικότητα, το μόνο που κάνουν είναι να προσπαθούν να εξυπηρετούν τις επιθυμίες του μεγάλου αφεντικού που τους διόρισε – που τις περισσότερες φορές είναι ο κυβερνητικός τοπικός βουλευτής. Έτσι, αποσπούν τον τάδε (που τυχαίνει ψηφοφόρος του βουλευτή) από την νοσηλευτική στην διοικητική υπηρεσία, φροντίζουν τον δείνα (που τυχαίνει συντοπίτης του βουλευτή) παρακάπτοντας την όποια λίστα αναμονής, εξυπηρετούν τον Χ προμηθευτή (που τυγχάνει γνωστός του βουλευτή) κατά παρέκκλιση κλπ. Και εκτελούν τις άνευρες εντολές ενός υπουργείου που από τη μία δεν εκχωρεί καμία ουσιαστική αρμοδιότητα στην περιφέρεια, ενώ από την άλλη δεν διαθέτει κανένα οδικό χάρτη για το που επιθυμεί να οδηγήσει το καράβι του Εθνικού Συστήματος Υγείας! Τελικά, τα νοσοκομεία καταλήγουν να διοικούνται με ένα απαρχαιόμενο και έντονα συγκεντρωτικό τρόπο, σε πλήρη εναγκαλισμό από την πλέον πελατειακή πτέρυγα του πολιτικού μας συστήματος. Και οι διοικητές των νοσοκομείων, ακόμα κι αν θα το επιθυμούσαν, δεν τους επιτρέπεται να ασχοληθούν ούτε με ζητήματα ποιότητας των προσφερόμενων υπηρεσιών του νοσοκομείου που διοικούν, ούτε με ζητήματα αξιολόγησης της παραγωγικότητας των εργαζομένων τους, ούτε βέβαια με ζητήματα ανάπτυξης των υπηρεσιών τους με σκοπό την μέγιστη ικανοποίηση των υγειονομικών αναγκών των ανθρώπων της κοινότητας!
Όσον αφορά τις διοικήσεις των ΥΠΕ, αυτές έχουν από καιρό μεταμορφωθεί σε απλούς θεατές της πραγματικότητας, σε υπηρεσίες χωρίς αποφασιστικές αρμοδιότητες, χωρίς δυνατότητα διαχείρισης κονδυλίων, διορισμών, πειθαρχικού ελέγχου, σχεδιασμού και υλοποίησης μεταβολών του Χάρτη Υγείας. Στην πραγματικότητα έχουν ξεπέσει σε γραφειοκρατικές δομές που η ύπαρξη τους εκτός από το να εξυπηρετεί τα εκάστοτε “δικά μας παιδιά”, διευκολύνει την απόσβεση ή την καθυστέρηση αιτημάτων από την περιφέρεια και τον επιμερισμό της ευθύνης της κεντρικής εξουσίας.
Το ιατρικό προσωπικό ιδιαίτερα των επαρχιακών νοσοκομείων; Οι γιατροί συνολικά δεν προθυμοποιούνται να έρθουν να ζήσουν στην άνυδρη επαρχία μόνο και μόνο για να στελεχώσουν τις θέσεις των νοσοκομείων της. Αυτή η ελάχιστη διαθεσιμότητα των γιατρών οδηγεί τις θέσεις αυτές να καταλήγουν τις περισσότερες φορές στο να κηρύσσονται άγονες. Και πως να έρθουν οι γιατροί στο ΕΣΥ της επαρχίας αφού οι μισθοί τους παραμένουν ανυπόφορα χαμηλοί, οι (υποχρεωτικές) υπερωρίες μπορούν να ξεπεράσουν και τον μισό μήνα ενώ ο φόρτος εργασίας που επιβάλλουν οι τεράστιες υγειονομικές ανάγκες του πληθυσμού είναι δυσβάσταχτος. Και αν κάποιοι ελάχιστοι γιατροί, εκδηλώσουν ενδιαφέρον για τις θέσεις αυτές, στην πλειοψηφία τους θα είναι γιατροί μειωμένων προσόντων, γιατροί που δεν θα μπορούν έτσι ή αλλοιώς να διεκδικήσουν θέση σε κεντρικότερο νοσοκομείο όπου οι συνθήκες ανταγωνισμού θα τους απέκλειαν. Γιατροί που από την πρωτη στιγμή της θητείας τους, θα αρχίσουν να αποψιλώνονται σταδιακά από την όποια επιστημοσύνη κατείχαν μέχρι τότε, γιατροί που θα αποκτήσουν -αν δεν διαθέτουν εξ αρχής- τις δεξιότητες εκείνες που θα τους επιτρέψουν να σταδιοδρομήσουν ως δημόσιοι υπάλληλοι, παραμένοντας δηλαδή επι μακρού αδιόρατοι έτσι ώστε να μην λείπουν ποτέ από κανέναν, ακόμα κι όταν υπάρξει η ανάγκη. Στο μεταξύ, οι υπάρχοντες καλοί και φιλότιμοι γιατροί (γιατί υπάρχουν και αυτοί), λαμβάνοντας ακριβώς τον ίδιο μισθό με τους ελλειματικούς συναδέλφους τους, θα συνεχίσουν να καλύπτουν το μερίδιο της δουλειάς τους αλλά και των υπολοίπων. Και βέβαια, σε σύντομο χρονικό διάστημα θα καούν (burn out). Ή θα φύγουν. Και τα κενά που θα δημιουργηθούν στο νοσοκομείο, θα επιχειρηθούν να καλυφθούν με την μετακίνηση άλλων γιατρών από άλλα λιγότερο ελλειμματικά νοσοκομεία. Αλλά οσο τα κενά θα παραμένουν, θα ανατροφοδοτούν τις δυσχερείς εργασιακές συνθήκες που θα εξαντλούν τους γιατρούς, απειλώντας την υγεία την δική τους όσο και των ασθενών τους. Και θα επιβάλλουν τη συνεχή παρουσία εισαγγελέων στα υποβαθμισμένα νοσοκομεία που θα ερευνούν για “ιατρικά λάθη” και αστυνομικών δυνάμεων για να αδρανοποιήσουν ένα πολύ ματαιωμένο και οργισμένο κόσμο που αναζητά εξιοπρεπείς συνθήκες εξυπηρέτησης!
Και ο κόσμος της επαρχίας; Οι συνήθως ηλικιωμένοι και έχοντες χρόνια νοσήματα και χαμηλό εισόδημα πολίτες της επαρχίας, εξ αιτίας της έλλειψης αναπτυγμένων πρωτοβάθμιων υπηρεσιών και άλλων ειδικών υγειονομικών μονάδων, έχουν και τις μεγαλύτερες δυσκολίες πρόσβασης και χρήσης των υπηρεσιών υγείας του ΕΣΥ. Δυσκολίες που επιτείνονται ακόμα περισσότερο και από την άδικη για αυτούς κατανομή των νοσοκομειακών κλινών (που όμως υπεραφθονούν στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη). Όλα αυτά επιβάλλουν στους πολίτες της επαρχίας να μετακινηθούν κεντρικότερα, αναζητώντας φροντίδα για την υγεία τους και να βάζουν βαθειά το χέρι τους στην τσέπη για να τις καλύψουν, σε ένα περιβάλλον κατά τα άλλα δωρεάν ΕΣΥ.
Τα προβλήματα του ΕΣΥ που σας προανέφερα είναι ήδη γνωστά. Και οι απαιτούμενες αλλαγές που χρειάζονται είναι επίσης γνωστές και υποδεικνυόμενες από καιρό από την επιστήμη. Ιδού πεδίο δόξης λαμπρό για τον κ. Υπουργό και τον κ. Πρωθυπουργό! Ή θα επιχειρήσουν την ολική και πλήρη ανάταξη του ΕΣΥ (ανατρέποντας το πολιτικό παράδειγμα της μεταπολίτευσης και τους πολιτικούς εκείνους που το συντηρούν) ή θα περιοριστούν σε επιμέρους μπαλώματα και τακτικίστικους εξωραισμούς (που όμως δεν θα ανατάξουν το πρόβλημα). Στην πρώτη περίπτωση θα ευεργετηθεί ο κόσμος και εκείνοι θα κερδίσουν την υστεροφημία τους, στην δεύτερη πολύ φοβάμαι ότι μπορεί ακόμα και να οδηγήσουν σε βατερλώ τη κυβέρνηση τους!