Η συμπερίληψη του Φρέντι Μπελέρη στο ευρωψηφοδέλτιο της Νέας Δημοκρατίας

Σίμος Ανδρονίδης 16 Απρ 2024

Δεν επρόκειτο για μία απόφαση της τελευταίας στιγμής, ο Φρέντι Μπελέρης, ο προφυλακισμένος δήμαρχος Χειμάρρας, θα συμπεριληφθεί στο ευρωψηφοδέλτιο του κόμματος της Νέας Δημοκρατίας.

Όλο το προηγούμενο χρονικό διάστημα υπήρχαν δημοσιεύματα που εν προκειμένω αναφέρονταν στη διαφαινόμενη πρόθεση του πρωθυπουργού και προέδρου της Νέας Δημοκρατίας Κυριάκου Μητσοτάκη, να συμπεριλάβει τον Φρέντι Μπελέρη στο ευρωψηφοδέλτιο του κυβερνώντος κόμματος.

 Τι αποδεικνύει μία τέτοια επιλογή; Πως ο πρωθυπουργός ήσαν και παραμένει «κυρίαρχος παίκτης»,[1] για να παραπέμψουμε στην ανάλυση του καθηγητή στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Κρήτης, Άρη Αλεξόπουλου.

 Ένας πολιτικός ‘παίκτης’ που λαμβάνει μία τέτοια απόφαση (επιλογή ενός προσώπου που έχει εκκρεμότητες με τις δικαστικές αρχές της γειτονικής Αλβανίας), δίχως να υπολογίζει τις πιθανές αντιδράσεις της κυβέρνησης του Αλβανού πρωθυπουργού Έντι Ράμα. Δεύτερον, τις αντιδράσεις που μπορεί να ενσκήψουν εντός του κόμματος του.

Και, τρίτον, τις αντιδράσεις που μπορεί να έχουν τα κόμματα της αντιπολίτευσης και κυρίως ο Συνασπισμός της Ριζοσπαστικής Αριστεράς και το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα-Κίνημα Αλλαγής. Για ποιους λόγους όμως αποφάσισε ο πρωθυπουργός να εντάξει τον προφυλακισμένο και εκλεγμένο δήμαρχο Χειμάρρας στο ευρωπαϊκό ψηφοδέλτιο της Νέας Δημοκρατίας; Ας το δούμε αναλυτικότερα.

Πρώτον, ο Κυριάκος Μητσοτάκης αποφάσισε να εντάξει τον Φρέντι Μπελέρη στο ευρωψηφοδέλτιο της Νέας Δημοκρατίας, διότι εκτιμά πως με αυτόν τον τρόπο θα καταφέρει να συγκρατήσει και να μειώσει αισθητά τις διαρροές της Νέας Δημοκρατίας προς τα κόμματα που βρίσκονται στα δεξιά της. Και κυρίως προς την Ελληνική Λύση του Κυριάκου Βελόπουλου.

Εμβαθύνοντας περαιτέρω, θα πούμε πως με την επιλογή Μπελέρη, η ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας δείχνει πως δεν πρόκειται να επιτρέψει εύκολα στον Κυριάκο Βελόπουλο να διεισδύσει στην πολυσυλλεκτική εκλογική-κοινωνική βάση του κόμματος, απευθυνόμενη πρωτίστως προς όλους εκείνους που επιθυμούν την υιοθέτηση μίας πιο ‘σκληρής στάσης’ απέναντι στην Αλβανική[2] πλευρά η οποία έχει καταστρατηγήσει (κάτι που ισχύει) το τεκμήριο της αθωότητας του κατηγορουμένου.

Δεύτερον, ο Κυριάκος Μητσοτάκης αποφάσισε να εντάξει τον Φρέντι Μπελέρη στο ευρωψηφοδέλτιο του κόμματος του, διότι θεωρεί πως έτσι θα μπορέσει να αυξήσει την πίεση στην Αλβανική Δικαιοσύνη και κυβέρνηση, ώστε να του επιτρέψουν τουλάχιστον να ορκιστεί, κάτι που δεν έχει καταφέρει να κάνει ακόμη. Πόσο εφικτό όμως είναι κάτι τέτοιο;

‘Έξυπνα’, ο πρωθυπουργός σπεύδει να ενισχύσει το τρωθέν στην Αλβανία, πολιτικό κεφάλαιο του Φρέντι Μπελέρη, καθιστώντας τον εκ νέου υπολογίσιμο πολιτικό ‘παίκτη’ και παράγοντα (εντός Αλβανίας) που αξίζει προσοχής και μεγαλύτερου σεβασμού. Και αυτό έχει μεγαλύτερη σημασία από μία πιθανή εκλογή του στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.[3]

Τρίτον,  ο Φρέντι Μπελέρης επελέγη για το ψηφοδέλτιο του κόμματος, λόγω του ό,τι μόνο έτσι θα μπορέσει να καταστεί ευρύτερα γνωστός στην εγχώρια κοινή γνώμη.

Ο πρωθυπουργός εκτιμά πως η συμπερίληψη του στο ψηφοδέλτιο της Νέας Δημοκρατίας θα προσφέρει κυρίως την ευκαιρία σε πολίτες που σχεδιάζουν να απέχουν από τις ευρωεκλογές να τον γνωρίσουν, να αντιληφθούν πόσο ικανός είναι καθώς και πόσο πολύ έχει ‘αδικηθεί,’ και να μεταβάλλουν την στρατηγική τους, επισκεπτόμενοι τελικά το παραβάν και ψηφίζοντας την Νέα Δημοκρατία. Που τους έφερε έστω και σε έμμεση επαφή με τον Μπελέρη που ‘αντιστέκεται σε παράνομες μεθοδεύσεις’.[4]

Και, τέταρτον, ο Φρέντι Μπελέρης εντάσσεται στο ψηφοδέλτιο γιατί ο πρωθυπουργός πιστεύει πως έτσι θα επιτύχει να διεισδύσει, για πρώτη φορά, στην εκλογική-κοινωνική βάση του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής, προσελκύοντας δια της επιλογής και της κατάλληλης ρητορικής, εκείνους τους ψηφοφόρους του που είναι ‘οργισμένοι’ με την στάση της Αλβανικής κυβέρνησης και δικαιοσύνης όλο το προηγούμενο χρονικό διάστημα.

Διαφορετικά ειπωμένο, απευθύνεται στους ‘πατριώτες’ ψηφοφόρους του άλλοτε κραταιού κόμματος που αποδίδουν μεγάλη έμφαση σε θέματα εξωτερικής πολιτικής (‘θεματική ψήφος’) και διμερών σχέσεων με γειτονικές χώρες, προκειμένου να κερδίσει την υποστήριξη τους, ακόμη και για πρώτη φορά. Που στηρίζεται ο πρωθυπουργός; Στο ό,τι εκτιμά πως η σχετικά ‘χλιαρή’ αντίδραση της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ σε αυτό το θέμα, αποτελεί «παράγονται ικανό από μόνο του να προκαλέσει αναπροσανατολισμό της συμπεριφοράς των εκλογέων»,[5] κατά την ανάλυση της Βασιλικής Γεωργιάδου.

 

[1]  Βλέπε σχετικά, Alexopoulos, Aris., ‘Government as the Dominant Player,’ στο: Rasch, Erik, Bjorn., & Tsembelis, George., (επιμ.), ‘The Role of Governments in Legislative Agenda Setting,’ London, Routledge, 2007. Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και προσωπικά ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης έσπευσαν και πολύ ορθά, να καταδικάσουν την ιταμή Ιρανική στρατιωτική επίθεση κατά του Ισραήλ. Επίθεση η οποία έλαβε χώρα το Σάββατο 13 Απριλίου. Η άμεση και απερίφραστη καταδίκη της επίθεσης που δέχθηκε το δημοκρατικό Ισραήλ (βλέπε την αντι-Εβραϊκή τοποθέτηση της βουλευτού του ΣΥΡΙΖΑ Έλενας Ακρίτα) από ένα αυταρχικό, θεοκρατικό καθεστώς αποδεικνύει το γεγονός πως για την ελληνική κυβέρνηση η διατήρηση και ενίσχυση της στρατηγικής συμμαχίας με το Ισραήλ, αποτελεί μείζονα προτεραιότητα. Θεωρητικώ τω τρόπω, δεν θεωρούμε πως η Ιρανική στρατιωτική επίθεση κατά του Ισραήλ (επτά μήνες μετά την βάρβαρη τρομοκρατική επίθεση της ‘Χαμάς’ επί Ισραηλινού εδάφους, το Ισραήλ δέχεται και δεύτερη επίθεση στο έδαφος του από ένα καθεστώς που έχει καταστήσει ως προτεραιότητα της εξωτερικής του πολιτικής, την καταστροφή του), θα συζητηθεί ευρέως κατά την διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας εν όψει των ευρωεκλογών της 9ης Ιουνίου (κακώς, κατά την γνώμη μας). Κάτι που οφείλεται αφενός μεν στην ισχυρή επίδραση που ασκούν τα λεγόμενα θέματα εσωτερικής πολιτικής, πράγμα που φαίνεται και τώρα, και, αφετέρου δε, στο ίδιο το γεγονός πως δεν είναι τόσο πολλοί (υπάρχουν βέβαια) οι ψηφοφόροι οι οποίοι σπεύδουν να διαμορφώσουν την εκλογική τους συμπεριφορά με βάση εάν το κόμμα που θα ψηφίσουν και σκέφτονται να ψηφίσουν σε μία εκλογική αναμέτρηση, τάσσεται υπέρ του εμπόλεμου μέρους που οι ίδιοι υποστηρίζουν. Όμως, είναι αρκετά πιθανό εάν η στρατιωτική σύγκρουση μεταξύ του Ισραήλ και της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Ιράν γενικευθεί, να καταστούν αντικείμενο συζήτησης οι ενδεχόμενες δευτερογενείς επιπτώσεις του πολέμου (αύξηση της τιμής της βενζίνης, για παράδειγμα). Όπως είχε συμβεί και στην περίπτωση της Ρωσικής στρατιωτικής εισβολής στην Ουκρανία και κατ’ επέκταση, της Ρωσο-ουκρανικής ένοπλης σύρραξης. Για το «αντισημιτικό υπόβαθρο» αρκετών δηλώσεων σχετικά με την Ιρανική στρατιωτική επίθεση στο Ισραήλ, βλέπε και, Κανέλλης, Ηλίας., ‘Το αντισημιτικό υπόβαθρο,’ Εφημερίδα ‘Τα Νέα,’ 15/04/2024, σελ. 15.

[2] Κινούμενοι αυστηρά σε ένα θεωρητικό επίπεδο, δεν θα διστάσουμε να τονίσουμε πως μία τέτοια απόφαση, εγκυμονεί τον κίνδυνο να γείρει έστω και πολύ ελαφριά, η πλάστιγγα υπέρ του «εθνοκεντρισμού» (έχουμε κατά νου τον «άξονα εθνοκεντρισμού-εξευρωπαϊσμού», σύμφωνα με την διατύπωση των Γιώργου Παγουλάτου & Νικηφόρου Διαμαντούρου), την στιγμή ακριβώς όπου η Νέα Δημοκρατία προσπαθεί να ‘εξευρωπαΐσει’ τον πολιτικό της λόγο, διανθίζοντας τον με την διατύπωση των κατάλληλων ερωτημάτων: ‘Ποιος, αν όχι ο Κυριάκος Μητσοτάκης, μπορεί να μας εκπροσωπήσει καλύτερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση;’ ‘Οι ευρωβουλευτές ποιου κόμματος μπορούν να συμβάλλουν καταλυτικά στη διαμόρφωση μίας ευρωπαϊκής στρατηγικής;’ Εν είδει υποθέσεως εργασίας, θα υποστηρίξουμε πως ο πρωθυπουργός αξιοποιεί με τρόπο πολιτικά ‘έξυπνο,’ εκείνο τον δημοσκοπικό δείκτη που φανερώνει πως υπερέχει με πολύ μεγάλη διαφορά των προέδρων του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής στην καταλληλότητα για την πρωθυπουργία. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ενσωματώνει στον πολιτικό του λόγο τον ‘κανένα’ που φαίνεται να προπορεύεται στο δείκτη καταλληλότητας για την πρωθυπουργία των Στέφανου Κασσελάκη και του Νίκου Ανδρουλάκη, με αποτέλεσμα να είναι σε θέση να διατυπώσει ένα ισχυρό δίλημμα: ‘Μητσοτάκης ή αλλιώς, τίποτα’. ‘Μητσοτάκης ή αλλιώς, περιπέτειες και αστάθεια, εφόσον δεν υπάρχει κανείς που να μπορεί να θεωρηθεί αξιόπιστη εναλλακτική.’ Και αυτός ο δείκτης αποτυπώνει το ό,τι ο πρωθυπουργός παραμένει ο «κυρίαρχος παίκτης» του εγχώριου κομματικού-πολιτικού συστήματος. Βλέπε σχετικά, Παγουλάτος, Γεώργιος., ‘Σύγκλιση, απόκλιση και παραδείγματα πολιτικής: Προβαλλόμενες εξηγήσεις και διδάγματα του ευρωπαϊκού νότου,’ στο: Κατσούλης, Ηλίας., (επιμ.), ‘Νέα Σοσιαλδημοκρατία. Περιεχόμενα πολιτικής, θεσμοί και οργανωτικές δομές,’ Εκδόσεις Σιδέρης, Ι., Αθήνα, 2002, σελ. 237. Diamantouros, N., ‘Cultural dualism and political change in postauthoritarian Greece,’ Working Paper, 1994.

[3] Το ζήτημα δεν είναι αν η επιλογή Μπελέρη θα επιφέρει επιπλέον ένταση στις διμερείς σχέσεις μεταξύ Ελλάδας και Αλβανίας. Το βασικό ζήτημα έγκειται στο ποια μπορεί να είναι η αντίδραση των ευρωπαϊκών οργάνων σε μία χρονιά όπου συμπληρώνονται πενήντα χρόνια από την Μεταπολίτευση του 1974 και την εγκαθίδρυση της Τρίτης Ελληνικής Δημοκρατίας, η οποία κατέστη σταθερή, ισχυρή και λειτουργική χάριν και της συμβολής της ΕΟΚ/Ευρωπαϊκής Ένωσης. Θα είναι προδήλως εσφαλμένο να θεωρήσουμε πως η επιλογή Μπελέρη για το ευρωψηφοδέλτιο της Νέας Δημοκρατίας συνιστά ένδειξη κλιμάκωσης των ελληνικών αντιδράσεων για την προφυλάκιση του, με το επόμενο βήμα να είναι η επιβολή veto στην ενταξιακή πορεία  της Αλβανίας. Η Νέα Δημοκρατία δείχνει μέχρι το που είναι διατεθειμένη να φτάσει, διεκδικώντας το δημοκρατικά αυτονόητο σε αυτή την περίπτωση.

[4] Εξίσου εσφαλμένη και άτοπη είναι και η νοηματοδότηση αυτής της κομματικής επιλογής, από κόμματα της αντιπολίτευσης (η επιλογή Μπελέρη δεν συμβάλλει στην ενίσχυση της πόλωσης εντός του Εν Ελλάδι κομματικού-πολιτικού συστήματος), ως ‘λαϊκιστικής,’ καθότι δεν έχει τίποτε το λαϊκιστικό, αντανακλώντας την πρόθεση του πρωθυπουργού και των βουλευτών και μελών της Νέας Δημοκρατίας να συνεχίζουν να διεκδικούν την δικαστική δικαίωση του Φρέντι Μπελέρη. Μπορούμε να αναφέρουμε πως ποτέ την περίοδο κατά την οποία ο Κυριάκος Μητσοτάκης βρίσκεται στην ηγεσία του κόμματος, η Νέα Δημοκρατία δεν υπήρξε εσωτερικά «διαιρεμένη», για να παραφράσουμε ελαφριά την Norris (τέτοιες αποφάσεις γίνονται αποδεκτές από στελέχη όπως είναι ο πρώην πρωθυπουργός και πρόεδρος του κόμματος, Αντώνης Σαμαράς), γεγονός που διευκολύνει τον αρχηγό της να προχωρά σε τέτοιες τολμηρές επιλογές που έχουν ως στόχο και την διεύρυνση της εκλογικής-κοινωνικής βάσης του κόμματος. Norris, P., ‘Electoral change since 1945,’ Blackwell Publishers, 1997.

[5] Βλέπε σχετικά, Γεωργιάδου, Βασιλική., ‘Labour Party, SPD και ΠΑ.ΣΟ.Κ. Συστήματα κομματικής διεύθυνσης και οργανωτική ανασυγκρότηση,’ στο: Κατσούλης, Ηλίας., (επιμ.), ‘Νέα Σοσιαλδημοκρατία. Περιεχόμενα πολιτικής, θεσμοί και οργανωτικές δομές…ό.π., σελ. 344. Η Βασιλική Γεωργιάδου ουσιαστικά είναι η πρώτη πολιτική επιστήμονας που επιχείρησε να συγκρίνει απευθείας τρία εμβληματικά κόμματα της ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατικής οικογένειας: Ήτοι, το ΠΑΣΟΚ, το Γερμανικό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα και το Βρετανικό Εργατικό Κόμμα. Και τα κατάφερε πολύ καλά, αναδεικνύοντας στην επιφάνεια το πως ο πολιτικοϊδεολογικός μετασχηματισμός αυτών των κομμάτων επηρέασε και την οργανωτική τους εξέλιξη μέσα στο χρόνο.