Ένας από τους πιο σημαντικούς ανθρώπους της Ελλάδας στον τομέα της ακαδημαϊκής έρευνας, της διπλωματίας, του διεθνούς δικαίου, και του πολιτικού σχεδιασμού, είναι ο Χρήστος Ροζάκης. Με εγχώριες, ευρωπαϊκές, και διεθνείς περγαμηνές. Στην πεντάδα των πιο αξιόλογων στους τομείς του.
Αυτός ο άνθρωπος έδωσε πρόσφατα δύο πολύ σημαντικές συνεντεύξεις, οι οποίες αντιμετωπίστηκαν με έναν ιδιαίτερο τρόπο στην Κύπρο. Το κύτταρο των συνεντεύξεών του ήταν ότι, από τη στιγμή που οι Ελληνοκύπριοι αποφάσισαν δύο φορές ότι δεν θέλουν λύση (2004 με το «ηχηρό όχι», 2017 δια του νονού του νυν Προέδρου), η Ελλάδα είναι ηθικά αποδεσμευμένη από το να συνδέει άρρηκτα τις ελληνοτουρκικές σχέσεις με το κυπριακό. Αυτό μπορεί να είναι στο τραπέζι του ελληνοτουρκικού διαλόγου, αλλά δεν μπορεί πια να είναι φρένο στην επίλυση των άλλων προβλημάτων.
Στην πραγματικότητα, ο Χρ. Ροζάκης είπε με το όνομά της μια κατάσταση πολύ καλά γνωστή, και σιωπηλά αποδεκτή από το πολιτικό προσωπικό· στην Ελλάδα αλλά ΚΑΙ στην Κύπρο.
Αυτές οι συνεντεύξεις διαβάστηκαν από πολύ μεγάλο αριθμό διαμορφωτών της κοινής γνώμης και πολιτών, και στις δύο χώρες. Οι αντιδράσεις όμως σ’ αυτές ήταν τουλάχιστον περίεργες. Κινήθηκαν από τη χλιαρή γκρίνια, μέχρι τη σιωπή ή τον τραυλισμό. Γιατί άραγε;
Τα σύνδρομα
Παρά τη γενική εντύπωση της έντονης ανάμειξης των «μητέρων πατρίδων» στα της Κύπρου, η ιστορική πραγματικότητα είναι γεμάτη από γεγονότα όπου ίσχυε μάλλον το αντίθετο: Η ελληνοκυπριακή κοινότητα, εδώ και περίπου έναν αιώνα, πίεζε την Αθήνα για ενεργότερη ανάμειξη και διεκδίκηση της Κύπρου. Πάντοτε υπήρχαν κέντρα, προσωπικότητες ή οργανώσεις στην Αθήνα που θεωρούσαν υποχρέωσή της να αναμειγνύεται ενεργά στην Κύπρο (ακόμη και στα εσωτερικά της ελληνοκυπριακής κοινότητας) αλλά κατά κανόνα η κυρίαρχη ιδεολογία στην Κύπρο είναι που πίεζε την Αθήνα. Κάτι ανάλογο γινόταν και από την τουρκοκυπριακή κοινότητα, από τα μέσα της δεκαετίας του 1940 και μετά.
Η περίοδος 1964-74, ήταν μάλλον η ιστορική εξαίρεση. Η δε δυναμική ένοπλη επέμβαση των «μητέρων πατρίδων» με το πραξικόπημα και την εισβολή ήταν η κορύφωση. Το πραξικόπημα, έχοντας προκαλέσει την τουρκική εισβολή και την κατοχή, αποτέλεσε σοκ για την ελληνοκυπριακή κοινότητα αλλά και για τον πολιτικό κόσμο της Αθήνας. Έκτοτε, η σχέση έγινε πολλαπλά συμπλεγματική:
- Η Αθήνα απέκτησε το σύνδρομο αφενός της μη παρέμβασης στα εσωτερικά της Κύπρου, και αφετέρου της συμμόρφωσης στις εκάστοτε απαιτήσεις της κυπριακής πολιτείας. «Η Κύπρος αποφασίζει και η Ελλάς συμπαρίσταται». Το δόγμα αυτό ακολουθείται πιστά εδώ και μισό αιώνα.
- Η Λευκωσία απέκτησε το σύνδρομο του προδομένου και του μάρτυρα· θεωρώντας έκτοτε ότι η Αθήνα βρίσκεται πλέον σε ένα ατέρμονο τούνελ υποχρέωσης για εξιλέωση. Και μάλιστα άνευ όρων. Η ιδιοσυστασία αυτής της υποχρέωσης έχει στο μυαλό των Ελληνοκυπρίων χαρακτήρα σχεδόν μεταφυσικό: Η ελληνοκυπριακή κοινότητα δικαιούται να αλλάζει κατευθύνσεις και προτιμήσεις σαν ανεμιστήρας, αλλά αυτό ουδόλως μειώνει την ισχύ της υποχρέωσης της Αθήνας να προτάσσει το κυπριακό και να αγωνίζεται δραστήρια· για ότι κάθε μέρα αποφασίζει η Λευκωσία.
Τα ορόσημα
Το 2004, ο Κώστας Καραμανλής πήγε έντρομος στις κρίσιμες συνομιλίες του Μπούργκενστοκ, αποφασισμένος να παραμείνει παθητικός θεατής. Δεν τόλμησε ούτε μια συμβουλή να δώσει στον Τ. Παπαδόπουλο. «Ότι αποφασίσεις το στηρίζω». Η εντελώς ανεπηρέαστη από την Αθήνα απόφαση της Λευκωσίας για «Όχι» κατέγραψε το πρώτο ρήγμα στην «ηθική υποχρέωση» της Ελλάδας να αγωνίζεται για το κυπριακό.
Το 2017, ο Αλέξης Τσίπρας δεν ήταν τόσο παθητικός, παρόλο που είχε να αντιμετωπίσει στο τελικό στάδιο τη συμμαχία Αναστασιάδη-Κοτζιά. Οι σχέσεις έφτασαν στα όρια της ρήξης, όταν λίγες ώρες πριν από το δείπνο της σκόπιμης κατεδάφισης ο Αλέξης Τσίπρας ζήτησε τηλεφωνικά από τον Ν. Αναστασιάδη να μην μπλοκάρει τη διαδικασία. Να αφήσει να προχωρήσουν οι συνομιλίες από το επίπεδο των υπουργών εξωτερικών των εγγυητριών δυνάμεων στο επίπεδο των ηγετών – άρα να πάμε πιθανότατα σε συμφωνία. Η απάντηση Αναστασιάδη ήταν κατηγορηματική: «Εσύ στο χωριό σου κι εγώ στο χωριό μου».
Τόσο αυτή η απάντηση, όσο και η πολιτική Αναστασιάδη τα επόμενα έξι χρόνια «τσιμέντωσαν» την ηθική αποδέσμευση των Αθηνών. Πλέον, οι σχέσεις έχουν τεθεί πια σε νέα βάση. Την οποία όλοι γνωρίζουν, αλλά κανένας δεν ομολογεί:
(α) Η Αθήνα καθορίζει πορεία και πολιτική στις ελληνοτουρκικές σχέσεις σχεδόν εντελώς ανεξάρτητα από το κυπριακό.
(β) Η Λευκωσία αυτενεργεί, χωρίς καν να ενημερώνει την Αθήνα για τις λεπτομέρειες των κινήσεών της, παρά μόνο όταν θα ζητήσει τη διεθνή στήριξη των διπλωματικών υπηρεσιών της Ελλάδας. Ενθουσιάζεται όταν υπάρχει κρίση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, και κρατά αποστάσεις όταν το κλίμα μεταξύ Αθηνών και Άγκυρας βελτιώνεται.
(γ) Οι ηγέτες Ελλάδας και Κύπρου συνεχίζουν να παίζουν θέατρο πλήρους συντονισμού και συμπαράστασης, ανεξαρτήτως εναλλαγών στις κυβερνήσεις τους. Έτσι, κερδίζουν και οι δύο σε επίπεδο εικόνας. Είναι μια σιωπηρή συμφωνία μπροστά στις κάμερες, που εφαρμόζεται και στις «πληροφορίες» που οι ίδιοι πλασάρουν στα ΜΜΕ. Μάλιστα, όσο πιο προφανής είναι η διαφορετική πορεία, τόσο πιο θερμά είναι τα λόγια και οι εναγκαλισμοί μπροστά στις κάμερες. Καλή ώρα όπως προχθές στη Νέα Υόρκη.
Τα όρια
Η Ελλάδα δεν θα σταματήσει ποτέ να ενδιαφέρεται για την Κύπρο και να στηρίζει τις επιλογές της Λευκωσίας, με πολύ ελαστικά όρια. Και η Λευκωσία δεν θα σταματήσει ποτέ να θεωρεί την Ελλάδα ως το βασικό της στήριγμα. Ως εκεί όμως. Τίποτε παραπάνω!
Ανεξαρτήτως αν κάποιος θεωρεί αυτήν την κατάσταση καλή ή κακή, αυτή είναι η πραγματικότητα. Ο Χρ. Ροζάκης δεν παρουσίασε τις απόψεις του, απλώς και μόνο. Για την ακρίβεια, περιέγραψε αυτό που συμβαίνει στην πραγματικότητα, αυτό που είναι η νέα βάση στις σχέσεις Αθηνών-Λευκωσίας, κυρίως από το 2017 και μετά.
Ο λόγος για τον οποίο στην Κύπρο υπήρξε αμηχανία για τις δηλώσεις Ροζάκη, ακόμη και ανάμεσα σε λαλίστατους εθνικιστές, είναι γιατί όλοι ξέρουν την αλήθεια. Απλώς θεωρούν ότι «δεν πρέπει να λέγεται».
Είναι χαρακτηριστικό εξάλλου ότι οι λίγες αρνητικές κριτικές περιορίστηκαν στην έκφραση δήθεν απορίας και πικρίας. Γιατί, εκτός των άλλων, για να διαφωνήσεις επί της ουσίας θα πρέπει να κάνεις τρία πράγματα:
Πρώτον, να αρχίσεις να μιλάς για το χουντικό πραξικόπημα και την ΕΟΚΑ Β’, άρα και για τις ευθύνες της Ελλάδας για την καταστροφή. Πράγμα που θίγει «εθνοκεντρικές δυνάμεις», τους τότε πρωταγωνιστές ή τους επιγόνους τους. Και που αναιρεί το αφήγημα «για όλα φταίει αποκλειστικά η τουρκική επιθετικότητα και αδιαλλαξία».
Δεύτερο, θα πρέπει να διαφωνήσεις με τις πραγματικότητες του 2004 και του 2017, πράγμα πολύ δύσκολο.
Τρίτο, να τεκμηριώσεις μέσα από τα γεγονότα, τις επιλογές Αθηνών και Λευκωσίας, καθώς και την πολιτική πρακτική, ότι δεν ισχύουν αυτά που λέει ο Χρ. Ροζάκης. Πράγμα αδύνατον!
Το καλάθι
- …με τους μικρομέγαλους (1) : Εδώ και δεκαπέντε μέρες κατασκευάστηκε με επιμέλεια ένα ερμηνευτικό σχήμα για τη Νέα Υόρκη: «Ο ΓΓ του ΟΗΕ θα κρίνει αποκλειστικά από τη συνάντηση με τον Ερντογάν αν υπάρχει έδαφος για ειδικό απεσταλμένο και επανεκκίνηση». Έτσι, μετά τη συνάντηση, η ελληνοκυπριακή κοινή γνώμη θα απέδιδε αυτόματα το μηδενικό αποτέλεσμα στην τουρκική αδιαλλαξία. Τελικά, το σχήμα κατέρρευσε. Η συνάντηση δεν έγινε, ο ΓΓ έκρινε ότι έκρινε από τις συναντήσεις με Χριστοδουλίδη και Τατάρ, και τα φώτα της δημοσιότητας κέρδισε η συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν· με τη συνέχιση του δομημένου διαλόγου στα ελληνοτουρκικά. Η μεγαλύτερη επικοινωνιακή αποτυχία του μήνα για Ν. Χριστοδουλίδη.
- …με τους μικρομέγαλους (2) : Αυτή η τακτική κάποιων ΜΜΕ να αναμεταδίδουν αυτούσια όσα τους πλασάρουν από το Προεδρικό έχει παραγίνει. Δεν είναι μόνο το αντιδεοντολογικό του πράγματος. Είναι και η γελοιοποίηση: Επειδή οι κατασκευαστές «πληροφοριών» στο Προεδρικό δεν είναι και Αϊνστάιν, μερικές φορές τα ΜΜΕ αναμεταδίδουν «πληροφορίες» - πατάτες, μεγέθους εκείνης της Ξυλοφάγου. Όπως ότι ο Ερντογάν εκνευρίστηκε που ο Ν. Χριστοδουλίδης Δεν αποχώρησε από την αίθουσα την ώρα της ομιλίας του! Πασκίζουν να περάσουν το «προσέξανε τον Πρόεδρο, του δίνουν σημασία», με κάθε μάταιο μέσο· ενίοτε και θλιβερά γελοίο…
- …με τους μικρομέγαλους (3) : Πέρα από τις συνεχείς γκάφες και τις συμπεριφορές τύπου «το κράτος είναι δικό μου» (π.χ. θέμα υπερωριών), οι άνθρωποι γύρω από τον Ν. Χριστοδουλίδη δεν έχουν συνειδητοποιήσει ότι το να κάνει ότι και ο Ν. Αναστασιάδης του συγχωρείται πολύ λιγότερο απ’ ότι σ’ εκείνον. Γιατί βγήκε ως «η αλλαγή», «η ελπίδα», και «ο άφθαρτος». Ακόμη και την αδυναμία αντιμετώπισης της ακρίβειας, ενώ εν πολλοίς αυτή οφείλεται σε πάγια ελλείμματα του επιτελικού κράτους, η κοινωνία την αποδίδει στον ίδιο. Δεν μπορείς να ανεβάζεις την προσδοκία στη στρατόσφαιρα, και μετά να αποδεικνύεσαι ο χειρότερος δυνατός διαχειριστής, ακόμη και των «μικρών» ζητημάτων.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Πολίτης» της Κύπρου
Πηγή: politis.com.cy