Στις 14 Σεπτεμβρίου 2024, 25 χρόνια χωρίς τον Γιάννο Κρανιδιώτη, τον αρχιτέκτονα της διπλωματίας των διασυνδέσεων. Την οριοθετεί: «Αν η Κύπρος ενταχθεί στην ΕΕ, η κοινοτική νομική παράδοση, θα εφαρμοστεί και στο νησί. Και ένας αριθμός από σημαντικά θέματα και διαστάσεις του κυπριακού θα μπορούσαν να ρυθμιστούν σύμφωνα με αυτές τις πρόνοιες -δημοκρατία, ελευθερία, ελευθερία δικίνησης, σεβασμός στα ανθρώπινα δικαιώματα και ελευθερίες, σεβασμός στην πολιτιστική ταυτότητα και παράδοση κάθε κοινότητας». Τι θα επιτύχει η Κύπρος; Γράφει: «θα αναδειχθεί σε χώρο ειρήνης, σταθερότητας και συνεργασίας στην περιοχή». Πώς όμως προωθούνται οι στόχοι μιας επιτυχημένης εξωτερικής πολιτικής; Τους εξηγεί: «Οι στρατηγικοί στόχοι δεν προωθούνται με ρητορική, βερμπαλισμούς και αφορισμούς. Η εσωστρέφεια, η αυτάρεσκη περιχαράκωση οδηγούν σε απομονωτισμό. Απαιτείται συνεχής παρακολούθηση, αντιμετώπιση των θεμάτων, πρωτοβουλίες και πρόγραμμα», (ομιλία στην Ειδική Σύνοδο της Κ.Ε. του ΠΑΣΟΚ, 20/9/1997).
Η Ελλάδα με την σκέψη του Γ. Κρανιδιώτη συνέδεσε την πρόοδο των σχέσεων Τουρκίας-ΕΟΚ με το κυπριακό πρόβλημα. Το 1988 αυτή η πολιτική έγινε πολιτική της Κοινότητας. Τον Απρίλιο του 1988 στα Συμπεράσματα του Συμβουλίου πέρασε η φράση «το κυπριακό επηρεάζει τις ευρωτουρκικές σχέσεις». Η φράση που επανελήφθη σε επόμενα Συμβούλια. Η «διπλωματία των διασυνδέσεων» έθεσε τα θεμέλια για την ένταξη της νήσου στην ΕΕ. Με την υπογραφή της Συνθήκης Προσχώρησης στη Στοά του Αττάλου στις 16 Απριλίου 2003 και έτσι στην τελική ένταξη την 1η Μαίου 2004.
Ο Γ. Κρανιδιώτης έδινε μεγάλη σημασία στην εξωστρεφή δραστηριότητα, στην προσωπική επικοινωνία, θεωρούσε ότι η άμεση επαφή με τους πολιτικούς ή τους διπλωμάτες υπηρετούσε ένα στόχο. Το στοιχείο αυτό βοήθησε την Κύπρο στις προσπάθειες για να αποσυνδεθεί η ένταξη από την προηγούμενη λύση του κυπριακού με τις επαφές με Γ. Φερχόικεν, Ρ. Κουκ, Γ. Φίσιερ, Ρ. Χόλπρουκ κ.ά. Υπογράμμισε πως «η εξωστρεφής αντίληψη της διεθνούς πολιτικής είναι αυτή που οδηγεί στην ενίσχυση της διεθνούς θέσης της χώρας. Δημιουργεί συμμαχίες, ταύτιση συμφερόντων και επιτρέπει πιο αποτελεσματικά και αξιόπιστα την προώθηση των στόχων της εξωτερικής πολιτικής», (22/4/1998).
Ο Γ. Κρανιδιώτης το 1996 εισηγήθηκε τα πιο κάτω για την Κύπρο με στόχο την ενδυνάμωση του πολιτικού ρόλου της ΕΕ στην Ευρώπη και στη Μεσόγειο:
«Διορισμός Συντονιστή για το κυπριακό ζήτημα, καθώς ο ρόλος του Σερζ Αμπού ολοκληρήθηκε.
Μέτρα και προγράμματα που να καλλιεργούν τη συνεργασία ε/κ και τ/κ μέσα στο ευρωπαϊκό πλαίσιο.
Προγράμματα εναρμόνισης της νομοθεσίας, της οικονομίας της νήσου μέσα στο πλαίσιο της ΕΕ.
Ευρωπαϊκή διάσκεψη για το κυπριακό.
Ευρωπαϊκό σχέδιο για την επίλυση του κυπριακού που θα λαμβάνει υπόψιν το κεκτημένο και την προοπτική της ένταξης»
Το πακέτο αυτό υιοθετήθηκε από τον Εισηγητή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Γιαν Μπερτένς. Ο εισηγητής την περιέλαβε στην Έκθεσή του και ως ψήφισμα υιοθετήθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Με τις γνώσεις, τη μεθοδικότητα και τη διορατικότητά του σχημάτισε μια δική του διπλωματική σχολή, αυτήν που ονομάζω «σχολή της διπλωματίας των διασυνδέσεων». Ο ορισμός της: πρόβλεψη των εξελίξεων, οικοδόμηση ενός πακέτου από ευρύτερα συμφέροντα, συμμαχίες με αξιοποίηση του κοινοτικού τρόπου σκέψης, λύσεις με κέρδη για περισσότερες της μιας χώρες, νέες ισορροπίες συμφερόντων που να συμβάλουν στην επίλυση του αμέσως επόμενου ζητήματος.
Τρία παραδείγματα:
– Μεσογειακή πολιτική της ΕΕ, με αντάλλαγμα το ξεπάγωμα της ενταξιακής πορείας της Κύπρου.
-Τελωνειακή Ένωση Τουρκίας-ΕΟΚ με αντάλλαγμα τον καθορισμό χρονοδιαγράμματος για έναρξη ενταξιακών για την Κύπρο.
-Η Τουρκία υποψήφιο μέλος της ΕΕ με αντάλλαγμα την απρόσκοπτη ένταξη για την Κύπρο.
Ο Κ. Σημίτης υπογραμμίζει το ρόλο Κρανιδιώτη: «Η σύνδεση της ένταξης της Κύπρου με την ευρύτερη διαδικασία διεύρυνσης της ΕΕ σήμερα φαίνεται προφανής, δεν ήταν καθόλου αυτονόητη…Το αίτημα της Κύπρου για ένταξη που εκκρεμούσε επί χρόνια έγινε δεκτό προς εξέταση στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Κέρκυρας τον Ιούνιο του 1994. Η απόφαση ήταν αποτέλεσμα πρωτοβουλιών της ελληνικής κυβέρνησης και προτάσεων του αείμνηστου Γ. Κρανιδιώτη που μέχρι τον αδόκητο θάνατό του τον Σεπτέμβριο του 1999 παρακολουθούσε το θέμα και διαμόρφωνε τη στρατηγική μας»
Η πολιτική του φυσιογνωμία εκφραζόταν με χαμηλούς τόνους, με τεκμηρίωση, με ορθολογισμό. Ήταν σταθερά ενάντια στη δημαγωγία, δεν παραπλανούσε με αμετροεπείς εκφράσεις. Ως σοσιαλιστής υποστήριξε σε διεθνή φόρα την ιδέα ενός «Συμβουλίου Αλληλεγγύης» με τις αναπτυσσόμενες χώρες με δύο στόχους. Έγραψε: 1. «Δημοκρατία και οικοδόμηση της ειρήνης και 2. Καταπολέμηση της φτώχειας». Πολιτικός με ποιότητα, με πολύ καλή σχέση με τα γράμματα και τον πολιτισμό. Συγγραφέας βιβλίων, ερασιτέχνης ζωγράφος, μέτοχος μιας επικοινωνίας με κορυφαίους των γραμμάτων. Συνεπής ευρωπαϊστής. Πρωταγωνιστής σε Ευρωπαϊκές Διασκέψεις με εφικτές ιδέες για την ολοένα και περισσότερη ενοποίηση, την ομοσπονδιακή ΕΕ. Έγραψε: «Από τη μια οι χώρες που υποστηρίζουν την ευρωπαϊκή ενοποιητική διαδικασία προς την ομοσπονδία, προς μεγαλύτερη συνοχή της ΕΕ και από την άλλη, οι χώρες που υποστηρίζουν τη διακυβερνητική, χαλαρή ενότητα».
Ο Γ. Κρανιδιώτης θεωρούσε ότι η Κύπρος μπορούσε να συμβαδίσει με τα νέα φαινόμενα και να εκσυγχρονίσει την πολιτική της ζωή. Έγραψε: «Η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ θα αποδειχθεί ταυτόχρονα και η σημαντικότερη κίνηση για τον εκσυγχρονισμό της κυπριακής κοινωνίας. Η προοπτική αυτή δημιουργεί νέες συνθήκες, νέα δεδομένα που θα επηρεάσουν καθοριστικά και απόλυτα τη λειτουργία κάθε τομέα της κυπριακής ζωής».
Ένα σημαντικό μήνυμα του Γιάννου Κρανιδιώτη, ιδιαίτερα σημαντικό για όλους τους κυπρίους, σήμερα:
«Η διχοτόμηση είναι η χειρότερη δυνατή εξέλιξη στο κυπριακό, όχι μόνο για λόγους εθνικούς διότι ένα κομμάτι στο οποίο για 3.000 χρόνια έχει ζήσει ο κυπριακός ελληνισμός θα εγκαταλειφθεί, αλλά διότι μια τέτοια εξέλιξη θα δημιουργήσει μια εκρηκτική κατάσταση στο νησί, θα υπάρχει ένα σύνορο εύθραυστο, εκατοντάδων χιλιομέτρων στην Κύπρο μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας ή μεταξύ δύο ανεξάρτητων κρατών το οποίο θα είναι επικίνδυνο και εστία σύγκρουσης, μια αντιπαράθεση που θα διαιωνίζεται, αποσταθεροποιητικός παράγοντας για όλη την ευρύτερη περιοχή. Στην περίπτωση αυτή ο κυπριακός ελληνισμός πραγματικά θα κινδυνεύει, θα νομιμοποιηθεί η τουρκική εισβολή και κατοχή. Μια τέτοια εξέλιξη αντιστρατεύεται τις αρχές πάνω στις οποίες έχει οικοδομηθεί η μεταπολεμική και μεταψυχροπολεμική Ευρώπη…» (1997)