Τα στατιστικά στοιχεία σχετικά με την συμμετοχή των πολιτών τόσο στις εθνικές εκλογές τον Ιούνιο 2023 για την ανάδειξη των μελών του Κοινοβουλίου και της κυβέρνησης όσο και στις περιφερειακές και δημοτικές εκλογές τον Οκτώβριο 2023 δείχνουν εμφατικά, ότι η ελληνική κοινωνία δεν εμπιστεύεται το πολιτικό σύστημα σε όλα τα επίπεδα ως προς την δυνατότητα του να εκφράσει το κοινωνικό συμφέρον και να διαχειρισθεί λειτουργικά την δυναμική της εξέλιξης.
Στις εθνικές εκλογές τον Ιούνιο του 2023 η συμμετοχή δεν υπερέβη το 53,74%. Τον Οκτώβριο του ίδιου έτους στις περιφερειακές εκλογές το ποσοστό ήταν 52,53%, ενώ τα άκυρα και τα λευκά ήταν 6,48%. Στις δημοτικές εκλογές η συμμετοχή κυμάνθηκε στο 52,50%, ενώ τα άκυρα και τα λευκά ήταν 2,88%. Ουσιαστικά μόνο το μισό εκλογικό σώμα άσκησε το δημοκρατικό του δικαίωμα για την ανάδειξη αυτών, που θα διαχειρισθούν την εξουσία στα διάφορα επίπεδα.
Μπορεί η αποχή σε συνδυασμό με τα άκυρα και λευκά ψηφοδέλτια να κινείται στο 50%, όμως στο πολιτικό επίπεδο και ιδιαιτέρως στο κόμμα, του οποίου οι υποψήφιοι πήραν ποσοστό νίκης, δηλαδή πάνω από 43% των ψήφων, «εορτάζεται» η επιτυχία. Ουδείς αναφέρεται στην μη έκφραση της κοινωνικής πλειοψηφίας στο πλαίσιο του ποσοστού της «νίκης».
Ακόμη και 60% των ψήφων να έχει πάρει μια παράταξη, αυτό δεν αποτυπώνει την κοινωνική πλειοψηφία, διότι αναφέρεται στο 50% του εκλογικού σώματος, δηλαδή αντιπροσωπεύει περίπου το ένα τέταρτο των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων. Η δημοκρατική λειτουργία στην Ελλάδα εξαντλείται στο εκλογικό σύστημα και στην ανάδειξη διαχειριστών εξουσίας στα διάφορα επίπεδα (εθνικό, περιφερειακό και δημοτικό). Δεν ενδιαφέρει η έκφραση της κοινωνικής πλειοψηφίας. Για αυτό δεν αναπτύσσουν διάλογο με σημείο αναφοράς τα προγράμματα τους οι διάφοροι πολιτικοί σχηματισμοί και οι δημοτικές παρατάξεις με στόχο την έκφραση της κοινωνικής πλειοψηφίας στο επίπεδο λήψης αποφάσεων για την πορεία προς το μέλλον. Προσπαθούν μόνο να φθείρουν τους αντιπάλους ως προς τις ικανότητες τους, την αξιοπιστία τους και τους στόχους, που υπηρετούν.
Οι αιτίες για την σταδιακή συρρίκνωση της εμπιστοσύνης των πολιτών στους πολιτικούς σχηματισμούς και παρατάξεις στο εθνικό, περιφερειακό και δημοτικό πεδίο και η επιλογή της αποχής από εκλογικές διαδικασίες είναι πολυδιάστατες και σε πολλά επίπεδα, ενώ σχετίζονται σε μεγάλο βαθμό με τις συνθήκες, που βιώνουν.
Για παράδειγμα, η πραγματικότητα γίνεται όλο και πιο σύνθετη και δύσκολα διαχειρίσιμη, διότι οι ανισορροπίες πληθαίνουν, χωρίς να κατανοείται από τους πολίτες, με αποτέλεσμα να αισθάνονται κυρίως αβεβαιότητα και ανασφάλεια και να χάνουν την εμπιστοσύνη τους στο πολιτικό σύστημα στα διάφορα επίπεδα λειτουργίας του (εθνικό, περιφερειακό και δημοτικό), διότι δεν ελέγχει την δυναμική της εξέλιξης, ούτε την σχεδιάζει με εμπροσθοβαρή οπτική.
Η έλλειψη εμπιστοσύνης στο πολιτικό σύστημα οδηγεί τους πολίτες στην αποχή από πολιτικές διαδικασίες στο πλαίσιο της δημοκρατικής λειτουργίας, διότι δεν νιώθουν ούτε και διαπιστώνουν εμπειρικά, ότι οι λαμβανόμενες αποφάσεις ή και γενικότερα οι προτάσεις των κομμάτων για την πορεία προς το μέλλον υπηρετούν το κοινωνικό και το ανθρώπινο συμφέρον και συμβάλλουν στην πραγμάτωση τους.
Αρνητική παράμετρος, η οποία λειτουργεί ενισχυτικά ως προς την συρρίκνωση της εμπιστοσύνης στο πολιτικό σύστημα, είναι και η αναντιστοιχία των ορίων της πολιτικής διαχείρισης της εξέλιξης με εθνική οπτική από το ένα μέρος και της παγκοσμίων διαστάσεων δυναμικής, που διαπερνά την πραγματικότητα και την βίωση της από το άλλο μέρος, με αποτέλεσμα την συσσώρευση ανισορροπιών. Πολύ χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι η μαζική μετακίνηση πληθυσμών και οι παρενέργειες της κλιματικής αλλαγής με τα ακραία καιρικά φαινόμενα, τα οποία υπερβαίνουν τις δυνατότητες διαχείρισης τους σε εθνικό επίπεδο και απαιτούν λύσεις παγκοσμίων διαστάσεων.
Επίσης τα προβλήματα πληθαίνουν και βιώνονται καθημερινά από τους πολίτες, αλλά το πολιτικό σύστημα και οι προεκτάσεις του στα πεδία της περιφέρειας και των δήμων διατυπώνουν γενικόλογες και χωρίς χρονοδιάγραμμα υποσχέσεις για την αντιμετώπιση τους, οι οποίες δεν στηρίζονται σε λειτουργικά μακροπρόθεσμο σχεδιασμό της εξέλιξης ούτε και συμπορεύονται με την μεγάλη ταχύτητα της ροής του χρόνου.
Για αυτό οι συνθήκες του μέλλοντος άρχισαν ήδη να βιώνονται από τους πολίτες, ενώ η πολιτική διαχείριση της πραγματικότητας είναι πολύ αργή, με αποτέλεσμα να μην ελέγχεται ο συνεχής μετασχηματισμός των βιωνόμενων συνθηκών ούτε και να προλαμβάνονται οι αρνητικές συνέπειες. Αρκεί να ληφθούν υπόψη τα πολύ μεγάλα προβλήματα και οι καταστροφές, που προκάλεσαν οι κακοκαιρίες Daniel και Ιανός στην Θεσσαλία και θα γίνουν ορατές οι ανεπάρκειες του πολιτικού συστήματος.
Πολύ αρνητική παράμετρος της πολιτικής λειτουργίας και της οπτικής του πολιτικού συστήματος στον τομέα της επικοινωνίας με τους πολίτες είναι η αντιμετώπιση τους ως «ενεργούμενων» και όχι ως ατομικών ή συλλογικών υποκειμένων, τα οποία διαλέγονται με το πολιτικό σύστημα με εργαλείο την λογική σκέψη και ανάλογη επεξεργασία των διοχετευόμενων πληροφοριών σχετικά με την εξέλιξη της πραγματικότητας στους διάφορους τομείς δραστηριοποίησης των κοινωνιών και τις επιπτώσεις της στην ανθρώπινη οντότητα.
Πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η αξιοποίηση της ψηφιακής τεχνολογίας και ιδιαιτέρως της τεχνητής νοημοσύνης με σημείο αναφοράς την λειτουργικότητα και οικονομική απόδοση στα διάφορα κοινωνικά συστήματα και ιδιαιτέρως στο οικονομικό, ακόμη και αν αυτό έχει πολύ αρνητικές συνέπειες, όπως είναι η αύξηση και διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων με την σταδιακή γενίκευση της αξιοποίησης των εφαρμογών της ψηφιακής τεχνολογίας στον τομέα της εργασίας με στόχο την μείωση του κόστους και η εργαλειοποίηση του ανθρώπου.
Τέλος πολύ αρνητικές επιπτώσεις στο επίπεδο της πολιτικής λειτουργίας σε σχέση με την διαχείριση της πραγματικότητας στις περιφέρειες και στους δήμους έχει η ταύτιση των υποψήφιων προσώπων και παρατάξεων με τα κόμματα. Αρκεί να ληφθεί υπόψη η στήριξη των κομμάτων σε παρατάξεις και υποψήφιους δημάρχους στο επικοινωνιακό πεδίο με την έκδοση ανακοινώσεων ή κοινούς «περιπάτους» του πρωθυπουργού και προέδρων κομμάτων με τους «εκλεκτούς» τους.
Δεν αντιλαμβάνονται, ότι αυτό υποτιμά τους πολίτες και την ικανότητα τους να κρίνουν και να αξιολογήσουν τα προγράμματα των παρατάξεων και να κάνουν τις επιλογές τους. Δεν προωθείται η πολιτική ενεργοποίηση των τοπικών κοινωνιών και η ανάπτυξη διαλόγου, τα οποία συμβάλλουν στην ουσιαστικοποίηση της δημοκρατικής λειτουργίας, αλλά επιλέγεται η μετατροπή της σε απλή τυπική εκλογική διαδικασία.
Αυτή η υποβάθμιση του πολίτη ως προς τον ρόλο του στο πλαίσιο της δημοκρατικής λειτουργίας και την ανάληψη της κοινωνικής ευθύνης, που του αναλογεί, για την έκφραση και πραγμάτωση του κοινωνικού συμφέροντος τον οδηγούν στην αποστασιοποίηση και στην αποχή από τις εκλογικές διαδικασίες.