Η ΕΥΠ σίγουρα έσφαλε πολιτικά αναφορικά με την παράλογη παρακολούθηση του Ν.Ανδρουλάκη, ουσιαστικά παραβίασε τη δημοκρατική δεοντολογία· δεν παρακολουθείς ένα ηγετικό στέλεχος του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ εκτός κι αν συντρέχει σοβαρός λόγος εθνικής ασφάλειας, κάτι που σίγουρα δεν ισχύει εδώ. Μήπως η παρακολούθηση ήταν ένα μεμονωμένο γεγονός που οφείλεται στην ανεπάρκεια των υπευθύνων της ΕΥΠ που λειτούργησαν γραφειοκρατικά; Η εκτίμηση και βούληση των υπεύθυνων της ΕΥΠ σχετικά με το θέμα της συγκεκριμένης παρακολούθησης απέκλινε προς τη βούληση του Μητσοτάκη, εάν και όταν αυτός ενημερωνόταν. Μπορεί μάλιστα οι δύο αυτές απόψεις (Κοντολέοντος και Μητσοτάκη) να συγκρούονταν ή εκείνα τα στελέχη της ΕΥΠ να ήθελαν να δημιουργήσουν πολιτικό πρόβλημα στον Μητσοτάκη (ας μη ξεχνάμε τις διαφορετικές “φράξιες” στη δεξιά και το ότι κάποιοι μη φιλικοί προς την κυβέρνηση διέρρευσαν, πρόσφατα, έγγραφα της ΕΥΠ προς τον τύπο). Δεν θα έπρεπε όμως επ'ουδενί ο πρωθυπουργός να παραμείνει ανενημέρωτος για την τόσο σοβαρή παρακολούθηση ενός σημαίνοντος πολιτικού προσώπου της αντιπολίτευσης. Άρα η κυβέρνηση διέπραξε λάθη αναφορικά με την παρακολούθηση του Ανδρουλάκη, λόγω της ανοχής, της έλλειψης ενημέρωσης και συντονισμού και της ανετοιμότητάς της (κοινώς μάλλον πιάστηκε στον ύπνο από την ηγεσία της ΕΥΠ).
Η σωστότερη προσέγγιση του ακανθώδους θέματος των ακολουθούμενων από την ΕΥΠ, διαδικασιών, είναι πιθανά του Π. Μανδραβέλη: “Με την ξέφρενη ανάπτυξη των τεχνολογιών παρακολούθησης, είναι πολύ εύκολο οι υπηρεσίες πληροφοριών να αυτονομηθούν και να ξεφύγουν από τον θεσμικό έλεγχο των κυβερνήσεων. Η ταχύτητα με την οποία διακινούνται οι πληροφορίες απαιτούν δράσεις που πολλές φορές κινούνται στο όριο της νομιμότητας και κάποιες φορές το υπερβαίνουν.” Και ας πάρουμε υπ'όψη μας πως τα στελέχη της ΕΥΠ δεν είναι όλοι τα καλύτερα παιδιά...
Ο Ανδρουλάκης, επειδή το κόμμα του σιγά-σιγά ξαναπέφτει δημοσκοπικά μετά την εκλογή του στην προεδρία του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, σύμφωνα με τα γκάλοπ, προωθεί αυτό το ζήτημα που εκθέτει την κυβέρνηση, για να ξανακερδίσει ψήφους λόγω της επιδιωκόμενης συμπαράστασης προς το πρόσωπό του. Όμως είναι αμφίβολο αν αυτή η επιλογή του αποδώσει, κρίνω πως στο επόμενο γκάλοπ κυρίως θα δούμε απλά ροκανισμένη τη ΝΔ και λίγο ανεβασμένο τον ΣΥΡΙΖΑ. Διότι αν η αντιπολιτευτική πολιτική του Ανδρουλάκη προσεγγίσει το σκληρό ύφος αυτής του ΣΥΡΙΖΑ, δεδομένου ότι η πλειονότητα των οπαδών του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ αποστρέφεται το αριστερό κόμμα που τους ταπείνωσε το 2010-16, αντί ο Ανδρουλάκης να προσεγγίσει με την επιθετική γραμμή όσους έφυγαν παλιά από το ΠΑΣΟΚ για τον ΣΥΡΙΖΑ και να τους “επαναπατρίσει”, θα προκύψει το ότι θα του φύγουν και άλλοι ψηφοφόροι. Αυτοί, βλέποντας πως ο γνήσιος εκφραστής της άτεγκτης, φανατικής αντιδεξιάς γραμμής είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, θα κατευθυνθούν προς αυτόν προτιμώντας το αυθεντικό από το ιμιτασιόν. Η Λ.Γαλανού γράφει σχετικά: “Ο Νίκος Ανδρουλάκης φυσικά και δικαιούται να επιδοθεί σε πόλεμο φθοράς του πρωθυπουργού ώστε να αναδειχθεί στον κύριο αντίπαλό του όταν γίνουν οι εκλογές. Θα βρει αρκετούς να δικαιολογήσουν πολιτικά και τη στάση και τα κίνητρά του. Δεν είναι πολύ πιθανό όμως να δικαιολογηθεί και να επικροτηθεί στην κάλπη, μια τυφλή πορεία που, ενώ έχει στόχο να ισοπεδωθεί η θεωρούμενη ως κυριαρχία Μητσοτάκη στο χώρο του κέντρου, με ακρίβεια - εξαιτίας και του εκλογικού νόμου - θα οδηγήσει στην πολιτική αποσταθεροποίηση της χώρας. Ειδικά σε μια περίοδο που θα περισσεύει η ανασφάλεια και η κοινωνία θα επιζητεί εγγυήσεις για σταθερότητα και ασφάλεια."
Δεν είναι ωφέλιμο και συμφέρον για την ελληνική δημοκρατία, το τοξικό κλίμα των στείρων επιθέσεων κι αντεπιθέσεων, αντεγκλήσεων και συκοφαντικών ή ισοπεδωτικών κατηγοριών να επεκταθεί, να υπερκαλύψει και να καταπιεί την πολιτική ζωή του τόπου, να πνίξει τη θετική δυνατότητα διαλόγου και συμπράξεων εκεί όπου είναι δυνατές για το καλό της χώρας, η οποία αποζητά πολιτική σταθερότητα για να διασφαλίσει την οικονομική άνοδο. Οι κριτικές στην κυβέρνηση για τους λάθος χειρισμούς της στο θέμα της παρακολούθησης του κινητού του Ανδρουλάκη είναι θεμιτές, μα αυτό δεν σημαίνει και δεν επιτρέπει να τιναχτεί στον αέρα η εύρυθμη πολιτική ομαλότητα χάριν της πολεμικής για την πολεμική και της συλλογής μερικών ψήφων παραπάνω, στις οποίες επιδίδεται συστηματικά ο ΣΥΡΙΖΑ. Κι ακόμη περισσότερο, δεν επιτρέπει να οδηγήσει σε αδυναμία, μετά τις εκλογές, σχηματισμού κυβέρνησης. Ο Λ.Χαραλαμπόπουλος στο ΒΗΜΑ γράφει πως “χρειαζόμαστε δημοκρατική τομή και όχι γαϊτανάκι αντεγκλήσεων. Η υπόθεση των υποκλοπών μπορεί να γίνει σίριαλ αντεγκλήσεων και πολιτικό γαϊτανάκι. Μπορεί να γίνει και θετική δημοκρατική τομή...”
Ο Παπαχελάς συμπληρώνει πως ελοχεύει “...κίνδυνος ενός μεγάλου, ατέλειωτου τσίρκου, όπου η χώρα θα βιώσει τον κατήφορο ενός ξεκατινιάσματος χωρίς προηγούμενο.”
Είναι πάντως γελοίο ο ΣΥΡΙΖΑ να μαίνεται και να ωρύεται για το πρόβλημα, υποκριτικά και παροξυσμικά, όταν είναι πασίγνωστο πως επί των ημερών του έγιναν παρακολουθήσεις πολιτικών προσώπων, της κεντροδεξιάς και της αριστεράς...
Το χειρότερο όμως είναι πως διαβρώνεται και δυσκολεύει η εικαζόμενη δυνατότητα συνεργασίας ΝΔ-ΠΑΣΟΚ μετά τις εκλογές, στην περίπτωση – διόλου απίθανη – που δεν προκύψει αυτοδυναμία της ΝΔ και καμία δυνατότητα συγκρότησης μιας ορισμένης κυβέρνησης...
Ο Λ.Καστανάς γράφει για τις συνέπειες της παρακολούθησης: “Το γεγονός που έσκασε ως χιονοστιβάδα εν μέσω πολιτικού και κλιματικού θέρους γίνεται η αφορμή και όχι η αιτία για αλλαγή του εγχώριου πολιτικού σκηνικού. Μια κυβέρνηση που αντιμετώπισε με επιτυχία υβριδικές επιθέσεις στα ανατολικά σύνορα, πανδημία, μεταρρυθμίσεις στην κρατική μηχανή, πόλεμο στην Ουκρανία, πληθωρισμό μέχρι και τις αναμενόμενες καλοκαιρινές φωτιές - εμπρησμούς των δασών μας βρίσκεται ξαφνικά στα δύσκολα εξ αιτίας μιας μυστικής παρακολούθησης. Μιας παράλογης, γελοίας, εξωφρενικής παρακολούθησης. Της οποίας τα όποια οφέλη είναι ασήμαντα για όποιον την επιχειρεί μπροστά στο βαρύ πολιτικό και ηθικό κόστος που θα πληρώσει για την αποκάλυψή της. Όποιοι την επιχείρησαν, μένουν στάσιμοι στο μάθημα της πολιτικής, αν δεν είναι προβοκάτορες. Διότι παρήλθαν οι εποχές της αθωότητας που τα σημαντικά λέγονται από το τηλέφωνο...”
Ο Λ. Χαραλαμπόπουλος προτείνει δικαίως αλλαγές στην ΕΥΠ και τις διαδικασίες της: "Δεν μπορεί να υπάρχει ένας σχεδόν «αυτόματος» μηχανισμός άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών. Δεν μπορούν να υπάρχουν στεγανά, παράλληλα δίκτυα και μορφές παρακράτους. Δεν μπορεί να θεωρείται αυτονόητη θεσμικά η παρακολούθηση βουλευτών και ευρωβουλευτών. Όλα αυτά απαιτούν ουσιαστική συζήτηση, θεσμικές τομές και μορφές πραγματικού δημοκρατικού ελέγχου. Η κυβέρνηση δεν μπορεί να αποφύγει το πολιτικό κόστος για αυτή την υπόθεση. Και δεν πρέπει να σκέπτεται με όρους πολιτικού κόστους. Έχει, όμως, τη δυνατότητα να μετατρέψει αυτή την πραγματική θεσμική κρίση σε ευκαιρία για μια δημοκρατική τομή. Με πλήρη διαφάνεια για τη συγκεκριμένη υπόθεση, πραγματικές δημοκρατικές θεσμικές αλλαγές στη λειτουργία της ΕΥΠ και διακομματική συναίνεση. Οφείλει να τολμήσει."
Ο Α.Αργυριάδης γράφει: “...πρέπει να εξηγήσουν τα στελέχη της ΕΥΠ και η αρμόδια Εισαγγελέας που εποπτεύει την ΕΥΠ και εκδίδει τις σχετικές διατάξεις παρακολούθησης με ποιες ενδείξεις κινδύνου της εθνικής ασφάλειας ζήτησαν οι πρώτοι και έδωσε άδεια η δεύτερη να παρακολουθηθεί το τηλέφωνο ενός δημοσιογράφου αρχικά και ενός πολιτικού στη συνέχεια. Η τυπική νομιμότητα (αίτηση - άδεια/διάταξη από εισαγγελέα) δεν αρκεί εάν δεν υπήρξε ουσιαστικός λόγος για τις συγκεκριμένες παρακολουθήσεις. Επίσης, πρέπει να διευκρινιστεί εάν η διάταξη της Εισαγγελέα αναφέρει το όνομα του αρχηγού της ελάσσονος αντιπολίτευσης. Γνώριζε για ποιόν έδινε άδεια παρακολούθησης ή της παρουσιάστηκαν απλώς αριθμοί τηλεφώνων, κάτι που δυστυχώς γίνεται σε τέτοια αιτήματα; Εάν απλά της παρουσιάστηκε ένας απλός αριθμός ή αριθμοί κινητών τηλεφώνων με ελλιπή αιτιολογία τότε προφανώς μιλάμε και για εξαπάτηση της εισαγγελικής αρχής δια της αποκρύψεως της αλήθειας. Το γεγονός είναι ένα: Στην περίπτωση της «νόμιμης συνακρόασης» κάποιοι απλά δεν έκαναν καλά τη δουλειά τους. Συνεπώς, δεν κινήθηκαν εντός του πλαισίου του νόμου..."
Πρέπει, όμως, η κυβέρνηση να μας ενημερώσει γιατί παρακολουθήθηκε ο Ν.Ανδρουλάκης καθώς και από πού δόθηκε η αρχική παρακίνηση και οδηγία, από το εσωτερικό, την Ευρώπη ή άλλες συμμαχικές χώρες. Οι πληροφορίες αυτές έχουν ιδιαίτερη σημασία γιατί αν η παρακολούθηση διατάχθηκε για ασήμαντους ή ασαφείς λόγους, που είναι το πιθανότερο, καθίσταται ακόμη περισσότερο προβληματική, αν όχι “παράλογη, γελοία, εξωφρενική”.
Ανάρτηση στο FB