«Το πρώτο πράγμα που θα κάνουμε: Ας σκοτώσουμε όλους τους δικηγόρους», λέει ο Ντικ-ο-σφαγέας, ένας μαχαιροβγάλτης που συγκεντρώνει οπαδούς για μια εξέγερση εναντίον του βασιλιά Ερρίκου του 6ου, στο ομώνυμο έργο του Σέξπιρ.
Η διάσημη φράση έχει συζητηθεί και αναλυθεί εξαντλητικά από τους Σεξπιρολόγους. Δεν είναι ότι ο βάρδος μας καλεί σε γενοκτονία δικηγόρων, συμφωνεί η πλειοψηφία ανάμεσά τους. Είναι, αντίθετα μια ισχυρή συνηγορία υπέρ της άποψης ότι απέναντι σε μια αυθαίρετη, βίαιη εξουσία, το δίκαιο, οι κανόνες του και οι λειτουργοί του, είναι η έσχατη άμυνα. Γι’ αυτό και κάθε υποψήφιος δικτάτορας πρέπει να ξεκινά «σκοτώνοντας τους δικηγόρους». Σαρώνοντας τα ενοχλητικά εμπόδια που οι θεσμοί και οι υπερασπιστές του κράτους δικαίου θέτουν στην βουλιμία του για εξουσία. Παλιά συζήτηση. Που τώρα, όμως, ηχεί ανατριχιαστικά επίκαιρη.
Η βιαιότητα με την οποία ο Πρόεδρος των ΗΠΑ γκρεμίζει μονοκονδυλιά όλο το μεταπολεμικό οικοδόμημα των συμφωνιών και των κανόνων για το διεθνές εμπόριο, είναι μια όψη αυτής της επικαιρότητας. Ο Τραμπ κατεδαφίζει διεθνείς συνθήκες με την ίδια μέθοδο που δικοικεί τη χώρα του. Με καταιγίδα Προεδρικών διαταγμάτων, που όταν κάποιο από αυτό ακυρωθεί στα δικαστήρια, εκείνος απλώς αγνοεί την δικαστική απόφαση και επιβάλει την εφαρμογή του.
Η θύελλα που προκάλεσε η καταδικαστική απόφαση του Παρισινού δικαστηρίου σε βάρος της Μαρίν Λεπέν, είναι μια δεύτερη όψη της επικαιρότητας αυτής. Δεν είναι μόνον ότι η απόφαση προκάλεσε τη συστράτευση όλης της αντιδραστικής διεθνούς -από Ουάσιγκτον ως Βουδαπέστη. Είναι ότι ακόμη και εκείνοι που δεν αμφισβητούν τη νομιμότητα της απόφασης ή την ανεξαρτησία της δικαστικής κρίσης, ακόμη κι εκείνοι που δέχονται ότι το δικαστήριο εφάρμοσε αυστηρά έναν αυστηρό νόμο, τον οποίο η ίδια η Λεπέν είχε υπερψηφίσει, με την ίδια αυστηρότητα που είχε εφαρμοστεί ο νόμος σε περιπτώσεις πρώην Προέδρων της Δημοκρατίας και πρωθυπουργών (Σιράκ, Σαρκοζί, Ζυπέ, Φιγιόν), ακόμη κι εκείνοι συμφωνούν πως η απόφαση αυτή υπάρχει κίνδυνος να λειτουργήσει ως μπούμερανγκ. Στο διεθνές περιβάλλον που ζούμε, μπορεί να φουσκώσει τα πανιά της ανερχόμενης ακροδεξιάς. Και όχι μόνον στην ίδια την Γαλλία.
Κυκλοφόρησε αυτές τις ημέρες ένα μικρό βιβλίο με τίτλο «Η ώρα των αρπακτικών», που κάνει μια εφιαλτικά διαυγή ανάγνωση αυτών των αλλαγών στον κόσμο. Ο συγγραφέας του, ο Τζουλιάνο ντα Έμπολι, που έχει γράψει και τον πολυσυζητημένο «Μάγο του Κρεμλίνου», υποστηρίζει ότι με οδηγό την πολιτική επιστήμη των τελευταίων δεκαετιών είναι αδύνατο να παρακολουθήσουμε τις αλλαγές στον κόσμο γύρω μας. Για να τον καταλάβουμε, πρέπει να τα διαγράψουμε όλα και να ξαναδιαβάσουμε τους Ρωμαίους, τον Τάκιτο. Τον Μακιαβέλι προπάντων. Ο κόσμος μας μοιάζει πια με τον δικό τους. Η πολιτική δεν υπακούει σε κανόνες ή σε τεχνοκρατικά powerpoints. Μόνο στην ωμή ισχύ και την αδίστακτη χρήση της. Όπως τον καιρό του Καίσαρα Βοργία.
Ζούμε, υποστηρίζει, την επιστροφή των Βοργίων, των αρπακτικών. Αναδύεται μια πολιτική φυλή, η φυλή Τραμπ, που παραμερίζει το θεσμικό πλαίσιο, τους νομικούς κανόνες και την διάκριση των εξουσιών. Είναι, λένε, αναχρονισμοί όλα αυτά, μια συνομωσία των ελίτ για να μας εμποδίσουν να λύσουμε τα αληθινά προβλήματα του λαού. Τα οποία λύνονται με την επιβολή της βούλησης του ηγέτη.
Απέναντι στην παράταξη των Αρπακτικών, στέκει η παράταξη των Δικηγόρων. Το Δημοκρατικό κόμμα στις ΗΠΑ, δεν είναι τυχαίο, μόνον δικηγόρους προτείνει από το 1980 κι ύστερα ως υποψήφιους Προέδρους και αντιπροέδρους, με μοναδική και πρόσφατη εξαίρεση τον Τιμ Γουολτς. Οι Βοργίες επελαύνουν, οι Δικηγόροι επικαλούνται τους θεσμούς και καταγγέλλουν την άνοδό τους ως κίνδυνο για την δημοκρατία. Έχουν δίκιο, αλλά κανείς δεν τους ακούει. Έχουν δίκιο, αλλά δεν έχουν πια δύναμη, σ έναν κόσμο όπου το μόνο που μετράει είναι ακριβώς η δύναμη.
Μα τι εξηγεί αυτήν την αλλαγή; Η απάντηση του Έμπολι είναι: Η μεγάλη ψηφιακή τεχνολογική επανάσταση. Οι δικηγόροι είχαν την ευκαιρία να βάλουν έγκαιρα κανόνες και πλαίσιο στον αναδυόμενο ψηφιακό κόσμο. Να τον ενσωματώσουν στο «κόρπους» της δημοκρατίας. Δεν το έκαναν. Τώρα είναι αργά. Τώρα ο κόσμος μας μεταμορφώνεται σε μια «ψηφιακή Σομαλία», μια επικράτεια ανομίας, όπου τα αρπακτικά κυριαρχούν. Και κυριαρχούν επειδή έχει σχηματιστεί μια πανίσχυρη συμμαχία. Οι δισεκατομμυριούχοι πρίγκιπες της τεχνολογίας, οι ολιγαρχίες της ψηφιακής οικονομίας βιάζονται και αυτοί να απαλλαγούν από κανόνες, ρυθμίσεις και περιορισμούς. Αποφάσισαν, λοιπόν, να απαλλαγούν από τις παλιές πολιτικές ελίτ, τους ευγενείς της κεντροδεξιάς και της κεντροαριστεράς που ως τώρα κυβερνούσαν τον κόσμο. Τώρα ποντάρουν στα αρπακτικά.
Έχει χαθεί το παιχνίδι; Έχουν κριθεί πια όλα; Η «ψηφιακή Σομαλία» θα είναι πια ο κόσμος μας;
Ο Έμπολι δεν είναι και πολύ αισιόδοξος. Εμείς πρέπει να είμαστε. Ας κρατηθούμε από τα μικρά σωσσίβια που η επικαιρότητα ρίχνει στο πέλαγος. Στον Καναδά, ας πούμε, φαίνεται πως ο τρόμος για τον Τραμπ οδηγεί τους Φιλελεύθερους προς μια νίκη στις εκλογές, που πριν λίγο έμοιαζε απίθανη. Στην πολιτεία του Ουισκόνσιν, όπου ο Μασκ έκανε προσωπική καμπάνια, δωροδοκώντας ψηφοφόρους με 25 εκατομμύρια δολάρια (σε μια Πολιτεία 6 εκατομμυρίων κατοίκων!) για να υποστηρίξειτην εκλογή ενός υπερσυντηρητικού στο ανώτατο δικαστήριο, ο εκλεκτός του έχασε πανηγυρικά. Όχι, το παιχνίδι δεν είναι χαμένο.
Αρκεί απέναντι στους νέους Βοργίες η άμυνα της δημοκρατίας να οργανωθεί όχι μόνον και όχι κυρίως από τους Δικηγόρους. Μα από πολιτικούς. Χρειαζόμαστε μια επιστροφή της Πολιτικής, που θα πείσει ότι για τα προβλήματα που τα αρπακτικά υπόσχονται να λύσουν με την δύναμη της αυθαίρετης και ανεμπόδιστης εξουσίας τους (και αναπόφευκτα, απλώς, θα τα χειροτερέψουν- όπως οι δασμοί του Τραμπ θα κάνουν για την αμερικανική οικονομία), υπάρχουν λύσεις αποτελεσματικότερες. Και ταυτόχρονα συμβατές με τον σεβασμό των δικαιωμάτων και των κανόνων μιας φιλελεύθερης δημοκρατίας.
Πηγή: www.kreport.gr