Η άρση του βέτο για την ένταξη στο ΝΑΤΟ της Φιλανδίας και της Σουηδίας έγινε δεκτή με ανακούφιση από την ηγεσία και τα μέλη της συμμαχίας. Κανείς σχεδόν δεν ενδιαφέρθηκε για τους όρους της συμφωνίας μεταξύ των δύο χωρών και της Τουρκίας προκειμένου να αρθούν οι αντιρρήσεις της γειτονικής μας χώρας. Το σημαντικό αυτή τη στιγμή ήταν να επιτευχθεί η διεύρυνση της στρατιωτικής συμμαχίας ως απάντηση στην εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία, στις απειλές και στα επικίνδυνα επεκτατικά του σχέδια.
Ωστόσο, οι περισσότεροι όροι της συμφωνίας καθιστούν τη νίκη αυτή του ΝΑΤΟ κυριολεκτικά πύρρεια. Κι αυτό γιατί μπορεί να αποδειχτούν στην πορεία επικίνδυνοι για την ίδια τη συνοχή της συμμαχίας. Πιο συγκεκριμένα, η κατάργηση από τις δύο χώρες του εμπάργκο όπλων προς την Τουρκία, σε μια περίοδο που η ηγεσία της απειλεί ανοιχτά την εδαφική κυριαρχία μιας χώρας-μέλους του ΝΑΤΟ, ενθαρρύνει την επιθετικότητα απειλώντας να πυροδοτήσει μια βραδυφλεγή βόμβα στο εσωτερικό του.
Εξ ίσου επικίνδυνος είναι και ο όρος που αναφέρεται στην από κοινού αντιμετώπιση της «τρομοκρατίας». Η Τουρκία έχει ήδη καταδικαστεί με στοιχεία από τα περισσότερα διεθνή φόρα για στιγνή καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Στην πραγματικότητα, στη χώρα του Ερντογάν, «τρομοκράτης» θεωρείται όποιος δεν συμφωνεί με τις απόψεις του και τον αντιπολιτεύεται. Φυλακίζει πολιτικούς αντιπάλους, καταργεί πολιτικά κόμματα, κλείνει μέσα μαζικής ενημέρωσης. Και το χειρότερο, η συμφωνία προβλέπει την έκδοση των «τρομοκρατών» στην Τουρκία. Μέσω του ΝΑΤΟ, καταργούνται ουσιαστικά με τη συμφωνία αυτή θεμελιώδη κεκτημένα ευρωπαϊκά δικαιώματα.
Η αλήθεια είναι ότι η ηγεσία της βορειοατλαντικής συμμαχίας προετοίμασε συστηματικά μια τέτοια συμφωνία, νίπτοντας τα χείρας της για τις συνέπειές της. Οι δηλώσεις Στόλτενμπεργκ στο τελευταίο χρονικό διάστημα ήταν προκλητικά κατευναστικές και «ουδέτερες» και δεν άφησαν κανένα περιθώριο διαπραγμάτευσης στις δύο χώρες από τη στιγμή που αποφάσισαν να ζητήσουν την ένταξή για να αντιμετωπίσουν το αίσθημα της ανασφάλειας από τις απειλές του Πούτιν.
Ας μην ξεχνάμε ακόμα ότι ο Ερντογάν κρατάει επισήμως την πιο αμφίσημη θέση απέναντι στον Ρώσο Πρόεδρο, διευκολύνοντας έτσι ουσιαστικά την σκληρή του στάση. Πολύ πιο κατάλληλη για την περίπτωση ήταν η δήλωση της Γαλλίδας Υπουργού Εξωτερικών: «Εάν η Τουρκία επιμείνει στο βέτο ενάντια στην ένταξη της Σουηδίας και της Φιλανδίας στο ΝΑΤΟ θα δημιουργηθούν ερωτήματα αναφορικά με τη συμπεριφορά που εκείνη έχει ως κράτος μέλος της ατλαντικής συμμαχίας. Θέλει να ενισχύσει τη συμμαχία ή είναι αντίθετη;»