Όλοι τους ήταν απίστευτα σκληροί ωσάν να ήταν από γρανίτη! Ακριβώς στη μέση ο Πάτρικ Λη Φέρμορ, περιστοιχισμένος από άλλα παλικάρια της ομάδας της απαγωγής του Γερμανού στρατηγού Κράϊπε.:
Ο σαμποτέρ με το πηλήκιο του Γερμανού Στρατηγού
Όταν το βαρύ πολυτελές OPEL της Βέρμαχτ , έστριψε προς τα δεξιά στην διακλάδωση των Αρχανών στο δρόμο προς το Ηράκλειο τη νύχτα στις 26 του Απρίλη του ΄44 με τους πολύτιμους επιβάτες του, κανείς δεν μπορούσε να διανοηθεί ότι ήδη διαδραματίζονταν μια απίστευτη υπόθεση σαμποτάζ , που θα έμενε στην ιστορία σαν η επιτυχέστερη αντιστασιακή επιχείρηση στη λήξη του Β΄ Παγκόσμιου πολέμου. Στη θέση του οδηγού καθόταν ένας λυγερόκορμος με στολή Γερμανού λοχία . Στη θέση του συνοδηγού, καθόταν ένας άλλος λυγερόκορμος με στολή Γερμανού αξιωματικού που φορούσε όμως και το πηλήκιο του Στρατηγού Κράϊπε κατεβασμένο ως τα μάτια του, λες και δεν ήθελε να τον τυφλώνουν τα φώτα των άλλων αυτοκινήτων που συναντούσαν. Ο Στρατηγός Κράϊπε, ήταν ο Στρατιωτικός Διοικητής του νησιού, του ΄΄Φρουρίου της Κρήτης΄΄ όπως το είχαν ονοματίσει οι καταχτητές. Ωστόσο στον χώρο του πίσω καθίσματος του OPEL, η κατάσταση ήταν λίγο στενάχωρη. Τρεις γεροδεμένοι αντάρτες με τα πρόσωπά τους σκληρά σαν τη πέτρα, κρατούσαν αγκαλιά από ένα οπλοπολυβόλο Thompson ο κάθε ένας τους. Χάμω στα πόδια τους είχαν στριμωγμένο ένα επίσης γεροδεμένο μεσήλικα με Γερμανική στολή που του είχαν κλείσει το στόμα με ένα χοντρό μαντήλι, και του είχαν δεμένα τα χέρια στη πλάτη του, σχεδόν φασκιωμένο. Βρισκόταν σε μεγάλη σύγχυση και ήταν πολύ τρομοκρατημένος. Σχεδόν δεν καταλάβαινε τι του συνέβαινε. Στο αυτοκίνητο επικρατούσε απόλυτη σιωπή, και η ψυχραιμία των επιβατών ήταν απερίγραπτη. Λες και δεν ανάπνεαν, δεν άκουγαν, δεν έβλεπαν και στις φλέβες τους κυλούσε αίμα ψυχρό σαν τον πάγο! Όμως όλα αυτά ήταν στη φαινομενική τους κατάσταση μιας και όλοι τους ήταν από τους πλέον εκπαιδευμένους κομάντος που διέθετε το οργανωμένο αντάρτικο στη Κρήτη. Ήταν διαλεγμένοι ένας – ένας τους για τις πιο δύσκολες και επικίνδυνες αποστολές. Δύο Βρετανοί, ένας Χανιώτης από το Σέλινο, ένας Ρεθεμνιώτης από το Αμάρι και ένας Ηρακλειώτης από το Μαλεβίζι. Ο αρχηγός της παρέας, ήταν αυτός με το πηλήκιο του Γερμανού Στρατηγού ! Αυτός με το πιο ψυχρό αίμα από όλους !
Η πορεία
Το αυτοκίνητο με αυξημένη ταχύτητα, πέρασε από τη Κνωσσό και τη βίλα Αριάδνη που ήταν και η κατοικία του Κράϊπε και πλησίαζε στη πόλη του Ηρακλείου. Μέσα στη πόλη συνάντησαν κάμποσα Γερμανικά περίπολα, όπου οι Γερμανοί στρατιώτες αναγνωρίζοντας από το σημαιάκι το αυτοκίνητο του Γερμανού Στρατηγού, χαιρετούσαν στρατιωτικά . Διατρέχοντας περιμετρικά τα τείχη της πόλης από τα μέσα μέσω της διαδρομής προς το ‘’κομμένο μπεντένι΄΄ έφτασαν στην δυτική έξοδο της πόλης, όπου υπήρχε αυξημένη φρουρά, τη ‘’Χανιόπορτα’’, όπου κι από εκεί πέρασαν με σχετική προσοχή. Βγήκαν από τη πόλη και κατευθύνθηκαν προς τα δυτικά, στο δρόμο προς τα Χανιά. Συνάντησαν και άλλα Γερμανικά περίπολα, όπου όμως η μεγάλη τους τέχνη στην προσποίηση δεν τους δυσκόλεψε καθόλου στο να περάσουν με άνεση. Πέρασαν από τα καμίνια, Το Γυόφυρο και το Γάζι και άρχισαν να ανηφορίζουν προς το Μάραθος. Πέρασαν και από τη Δαμάστα και μετά άρχισαν να κατηφορίζουν προς το το Μυλοπόταμο και το πρώτο του χωριό το Γενή Γκαβέ.
Ο αντιπερισπασμός του Γενή Γκαβέ
Στο Γενή Γκαβέ υπήρχε Γερμανική φρουρά με επικεφαλής τον περιβόητο λοχία με το παρατσούκλι ‘’ Σήφης΄΄και με αρκετούς Γερμανούς στρατιώτες. Ωστόσο η ώρα ήταν περασμένα μεσάνυχτα και ο έλεγχος θα είχε χαλαρώσει. Ωστόσο για να αποφύγουν κάποια δυσάρεστη έκπληξη, λίγο πριν τις τελευταίες στροφές πριν την είσοδο στο χωριό, ο αρχηγός της αποστολής έδωσε την εντολή να σταματήσει το αυτοκίνητο και ο οδηγός με τους δύο κομάντος και τον όμηρο θα κατευθύνονταν προς τα νοτικά και το αυτοκίνητο με τον αρχηγό και τον άλλο κομάντο, θα περνούσε το χωριό και θα προχωρούσε ως και το μεθεπόμενο χωριό τα Χελιανά για να μπερδέψουν τους Γερμανούς αν κάτι δεν πήγαινε καλά την τελευταία στιγμή και άρχιζαν να τους αναζητούν. Θα τους έψαχναν από εκεί που είχαν αφήσει το αυτοκίνητο και προς τα βορεινά. Είχαν εκτιμήσει, πως οι Γερμανοί βρίσκοντας το αυτοκίνητο του Στρατηγού σε αυτό το σημείο θα καταλάβαιναν πως οι απαγωγείς θα οδηγούσαν τον όμηρό τους προς τα υψώματα του Κουλούκωνα που ξεκινούσαν από αυτή ακριβώς την περιοχή, για να καταλήξουν στις βορεινές τους πλαγιές. Εκεί ακριβώς βρίσκονταν οι μικροί όρμοι κοντά στο χωριό των Σισσών, από όπου θα μπορούσαν να τον φυγαδεύσουν διά θαλάσσης με κάποιο σκάφος διαφυγής. Εν τω μεταξύ , αυτοί με τον πολύτιμο όμηρό τους, θα ήταν ήδη 5 τουλάχιστον χιλιόμετρα πιο μακριά και σε ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση. Πραγματικά σε λιγότερη από μισή ώρα έφτασαν στα Χελιανά όπου και εγκατέλειψαν το αυτοκίνητο και κινήθηκαν και αυτοί μετά προς τα πίσω και νοτικά ώστε να συναντήσουν τους άλλους. Όπως είχαν σχεδιάσει και όντας ακόμη στα σκοτεινά, η ομάδα πάλι ξανάσμιξε σε τοποθεσία που είχαν προκαθορίσει από τις προηγούμενες ημέρες! Πέρασαν νότια και ανατολικά από τα Ανώγεια και πριν να ξημερώσει κατευθύνονταν προς την δύσβατη και ορεινή περιοχή για να φτάσουν στην περιοχή ‘’Πετραδολάκια’’ όπου είχε το λημέρι της μια αντάρτικη ομάδα στο ομώνυμο σπήλαιο και εκεί θα ήταν απόλυτα ασφαλείς. Ήδη η επιχείρηση της απαγωγής είχε στεφθεί με απόλυτη επιτυχία.
Η πορεία διαφυγής των 20 ημερών για 80 χιλιόμετρα !
Από τα ‘’Πετραδολάκια΄΄ στον Ψηλορείτη ως τη παραλία του ‘’Περιστερέ΄΄ στο Ροδάκινο Ρεθύμνου, από όπου έγινε η διαφυγή των ανταρτών μαζί με τον πολύτιμο όμηρό τους με Συμμαχικό σκάφος για το λιμάνι Μάρσα Ματρούχ της Αιγύπτου, χρειάστηκαν 20 ακριβώς ημέρες πεζοπορίας και στάσεις σε κρυψώνες. Η απόσταση αυτή υπολογισμένη από τα μονοπάτια και τα περάσματα δεν υπερβαίνει τα 80 το πολύ χιλιόμετρα. Όμως οι δυσκολίες προσπέλασης εξ αιτίας των Γερμανικών περίπολων που χτένιζαν όλες τις περιοχές από τον Ψηλορείτη ως την Αγία Γαλήνη και ολόκληρη τη περιοχή του νοτικού Ρεθύμνου, ανάγκαζαν την αντάρτικη ομάδα της απαγωγής να πηγαίνει μπρος-πίσω αλλάζοντας συνεχώς τη σχεδιασμένη διαδρομή. Εντυπωσιακή υπήρξε η συνδρομή τόσο εκατοντάδων άλλων ανταρτών από πολλές αντάρτικες ομάδες όσο όμως και πολλών απλών ανθρώπων κατοίκων όλων των περιοχών από όπου πέρασε η ομάδα της απαγωγής. Ήταν πραγματικά συγκινητική η εθελοντική συνδρομή του πληθυσμού στην μεγάλη αυτή επιχείρηση που ξεκίνησε στις 26 του Απρίλη λίγο μακρύτερα από τις Αρχάνες Ηρακλείου και τερματίστηκε τα ξημερώματα στις 15 του Μάη του ‘44 στην παραλία ΄΄Περιστερέ΄΄ του χωριού Ροδάκινου στο νότιο Ρέθυμνο! Η απαγωγή και η φυγάδευση του Κράϊπε στη Μέση Ανατολή, αποτέλεσε στρατιωτικό συμβάν ‘’μεγατόνων, ΄΄οπου τρώθηκε διεθνώς το κύρος και το αξιόμαχο του Γερμανικού στρατού.
Η ψυχή του σαμποτάζ της απαγωγής
Εξιστορήσαμε όλη την επιχείρηση, χωρίς, να αναφερθούμε στους πρωταγωνιστές! Οι τρείς κομάντος της επιχείρησης, ήταν ο Σελινιώτης Μανώλης Πατεράκης, ο Αμαριώτης Γιώργης Τυράκης, ο Μαλεβιζιώτης Στρατής Σαβιολάκης. Ο οδηγός ήταν ο Βρετανός λοχαγός Στάνλευ Μος. Όλοι τους είχαν εκπαιδευτεί αρχικά στο Κάϊρο και αργότερα στη Παλαιστίνη σε σκληρές συνθήκες ανορθόδοξου πολέμου. Όμως η ψυχή της απαγωγής ήταν, ο επίσης Βρετανός ταγματάρχης, Πάτρικ Λη Φέρμορ. Βέβαια, ολόκληρη η ομάδα , αποτελούνταν από 14 άτομα, τους οποίους τους είχε διαλέξει έναν-έναν ο Φέρμορ. Πέραν των πέντε παραπάνω, ήταν ακόμη και άλλοι εννέα, οι εξής: Αντώνης Παπαλεωνίδας, Γρηγόρης Παπαλεωνίδας, Μιχάλης Ακουμιανάκης, Γρηγόρης Χναράκης, Αντώνης Ζωϊδάκης, Ηλίας Αθανασάκης, Νίκος Κόμης, Δημήτρης Τζατζαδάκης και Παύλος Ζωγραφιστός.
Ο «mega Σαμποτέρ»
Πάτρικ Λη Φέρμορ, μετά τη δράση του στη Κρήτη όπου βρισκόταν τουλάχιστον δύο χρόνια και πριν την επιχείρηση της απαγωγής συμμετέχοντας στην αντίσταση του νησιού , αποφάσισε να ζήσει το υπόλοιπο της ζωής στην χώρα που τόσο αγάπησε . Ήταν ο ΄΄σύντεκνος’’ ο ‘’Μιχάλης’’ αλλά και ο ‘’Φιλεντέμ’’, όπως και οι Κρητικοί συναγωνιστές του τον είχαν ΄΄ξαναβαφτισμένο΄΄με αυτά τα χαριτωμένα ονόματα ! Όμως πήρε την απόφαση να μείνει στη Μάνη, και μάλιστα σε κακοτράχαλη περιοχή που μοιάζει πολύ με τα άγρια τοπία του Ψηλορείτη, του Κέδρους και του Κρυονερίτη της Κρήτης. Εκεί, όπου μερικά χρόνια πριν είχε δοκιμάσει τα όριά του σαν άνθρωπος αλλά και έως που έφταναν και τα ένστικτά του, και που τελικά δεν τον πρόδωσαν. Μάλιστα τα πιο αγαπημένα του χωριά ήταν οι Αλώνες και το Βιλανδρέδο στο Δυτικό Ρέθυμνο. Από το καταφύγιό του αυτό στη Καρδαμύλη, θα αγνάντευε το Πέλαγος των Κυθήρων και η θωριά του θάφτανε ως τα χώματα που τόσο τα αγάπησε και όπου τόσες και τόσες στιγμές είχε παίξει τη ζωή του, κορώνα-γράμματα!
Ο βαθυστόχαστος μα και ο κοσμοπολίτης
Από τις αρχές της δεκαετίας του ΄60, όπου ξεκίνησε να χτίζει το σπίτι του στις πλαγιές της Καρδαμύλης, ο Φέρμορ μαζί με την αγαπημένη του γυναίκα την Τζόαν, μοίραζαν το χρόνο τους ανάμεσα στην Καρδαμύλη και το Λονδίνο. Βρισκόμενος ήδη στην πέμπτη δεκαετία της ζωής του και όντας ένας βαθυστόχαστος λόγιος και λογοτέχνης, τόσο το παρουσιαστικό του όσο όμως και το ύφος του δεν φανέρωνε τη σκληράδα που βίωσε είκοσι χρόνια πριν. Τα χρόνια όπου, όντας περίπου στα τριάντα του, όργωνε τα κακοτράχαλα βουνά της Κρήτης, ακροβατώντας ανάμεσα στη ζωή και τι θάνατο με ένα πιστόλι στη μέση του και ένα μακρύκαννο Τhompson κρεμασμένο στον ώμο του, ήταν πια μια παλιά αλλά πολύ δυνατή του ανάμνηση!
Η Μεταμόρφωση
Πραγματικά , το πέρασμα από το σκληρό αντάρτικο του ανορθόδοξου πολέμου όπου μάλιστα έχεις ενταχθεί ιδία βουλήσει, στην κανονική ήρεμη ζωή του κοσμοπολίτικου Λονδίνου είναι εκτός φαντασίας! Εκεί όπου για μήνες περπατάς κυρίως νύχτα στα κακοτράχαλα μονοπάτια στα βουνά της Κρητικής γης, πίνεις νερό από φλέγες και μικρά ρυάκια κι αν τα πετύχεις στο διάβα σου, τρως λίγο ψωμί και ότι άλλο σε φιλέψουν οι ντόπιοι που συναντάς και συνάμα ο ύπνος σου είναι ‘’λαγοκοιμιστός’’κάτω από τα αστέρια το καλοκαίρι και στη καλύτερη περίπτωση τυλιγμένος με μια χλαίνη σε κάποιο ‘’σπηλιαράκι’’ του Ψηλορείτη, ή της Δίκτης, στους χιονισμένους μήνες και πάντα και με το φόβο του θανάτου νάναι μιαν αναπνοή από πάνω σου και μετά να βρίσκεσαι σε θερμαινόμενα δωμάτια με κρεβάτια και παπλώματα, έ, αυτό κι αν είναι μεταμόρφωση! Με την λήξη του πολέμου ο Φέρμορ, παρασηφορημένος από τις Συμμαχικές δυνάμεις και τιμημένος και με τον τίτλο του ‘’Ιππότη των γραμμάτων και των τεχνών΄΄ αφιερώθηκε ακόμη περισσότερο στο συγγραφικό του έργο. Ευρισκόμενος πότε στο Λονδίνο και πότε στην Καρδαμύλη, χωμένος μέσα στα χειρόγραφά του, μετουσίωνε την πορεία της ζωής του σε σκέψεις και παραινέσεις ζωής προς τους αναγνώστες του. Ωστόσο το πόσες φορές και πότε επισκέφτηκε το αγαπημένο του νησί, για να συναντήσει τους ‘’κουμπάρους του’’, τους ‘’συντέκνους του’’, τους ΄΄φιλιότσους του’’ αλλά και τους αδερφοποιτούς του συναγωνιστές, μας είναι άγνωστο. Την ζωή του στην Καρδαμύλη, την απολάμβανε με την παρέα της αγαπημένης του Τζόαν ως και το θάνατό της το 2003. Κλείνοντας την αναφορά μας αυτή, ευχόμαστε να είναι ελαφρύ το χώμα που τον σκέπασε και τον ίδιο το 2011 και φτάνοντας στα 96 του, στον τάφο του στο κοιμητήριο του Ντάμπλτον όπου φέρει ως επιγραφή έναν στίχο του Καβάφη: Υπήρξεν έτι το άριστον εκείνο, Ελληνικός... Ωστόσο η γή της Κρήτης ,δεν θα πάψει ποτέ να νιώθει το κενό της απουσίας του, αφού δεν κατάφερε να σκεπάσει με τα χώματά της το παλικάρι που τόσο την τίμησε με τα ζάλα του, πορπατώντας τα βουνά της!