Στο κείμενο που ακολουθεί παρουσιάζεται μία επικαιροποίηση των στοιχείων που αναφέρονται στην έκθεση της διαΝΕΟσις "Ενσωματώνοντας την κλιματική αλλαγή στον μετασχηματισμό του αναπτυξιακού μοντέλου της Ελλάδας", ειδικά σε ό,τι αφορά στο θερμικό περιβάλλον της Αθήνας (Κεφάλαια 3 και 6.3, 6.4). Η επικαιροποίηση βασίζεται σε νεότερη μελέτη της συντακτικής ομάδας της έκθεσης από το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών,1 με τη χρήση πηγών δεδομένων όπως παρατηρήσεις από μετεωρολογικούς σταθμούς επιφανείας, δεδομένα από βάσεις επανα-ανάλυσης, προσομοιώσεις κλιματικών μοντέλων καθώς και την αξιοποίηση αποτελεσμάτων πρόσφατων ερευνητικών έργων.
Οι πόλεις είναι ιδιαίτερα ευπαθείς στην κλιματική αλλαγή καθώς αυτή προστίθεται στο φαινόμενο της Αστικής Θερμικής Νησίδας (ΑΘΝ) επιδεινώνοντας τους κινδύνους λόγω υψηλών θερμοκρασιών ή επεισοδίων καύσωνα.
Ειδικότερα, οι αστικές περιοχές τείνουν να είναι θερμότερες από τις γειτονικές περιοχές υπαίθρου. Αυτό οφείλεται στη χαμηλότερη κάλυψη από βλάστηση, στην ισχυρότερη απορρόφηση της ηλιακής ακτινοβολίας -ως απόρροια της γεωμετρικής δομής της πόλης και των ιδιοτήτων των υλικών των επιφανειών- και στις ανθρωπογενείς πηγές θερμότητας. Συνολικά, η ΑΘΝ, πιο συγκεκριμένα η ΑΘΝ του αστικού κτηριακού στρώματος, είναι κατά κανόνα ισχυρότερη τις νυχτερινές ώρες, καθώς διαμορφώνεται σε μεγάλο βαθμό από το βραδύτερο ρυθμό ψύξης των αστικών περιοχών συγκριτικά με την ύπαιθρο. Από την άλλη πλευρά, η δυσμενέστερη θερμική επιβάρυνση και η υψηλότερη ενεργειακή κατανάλωση στα κτήρια για δροσισμό παρουσιάζεται τις μεσημεριανές ώρες.
Εξέλιξη μέγιστης και ελάχιστης θερμοκρασίας στην Αθήνα από το 1971 έως και το 2020
Ηεξέλιξη της ημερήσιας μέγιστης και ελάχιστης θερμοκρασίας στην Αθήνα παρουσιάζεται ως μέση τιμή ανά δεκαετία στον Πίνακα 1. Τα δεδομένα συνοψίζονται ανά δεκαετία, για την εξομάλυνση των ετήσιων διακυμάνσεων και για την ανάδειξη των μακροπρόθεσμων τάσεων στα κλιματικά δεδομένα.
Συνέχεια