Πριν πολλά χρόνια , τότε ακόμα που οι Γερμανοί είχαν λόγο για τα πράγματα της Ελλάδας, είχε γίνει στην Θεσσαλονίκη μια εκδήλωση για τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης παρουσία του Γερμανού υφυπουργού Χανς Γιοακίμ Φούχτελ. Ήταν υπεύθυνος για τη λεγόμενη ελληνογερμανική συνέλευση, έναν πρωτοεμφανιζόμενο θεσμό. Η ιδέα ήταν να συναντώνται οι εκπρόσωποι της ελληνικής και γερμανικής αυτοδιοίκησης σε ισότιμη βάση με στόχο την ανταλλαγή εμπειριών και τη μεταφορά τεχνογνωσίας από τις γερμανικές κοινότητες στις ελληνικές. Αν κρίνουμε από το αποτέλεσμα μάλλον δεν έπιασαν τόπο οι προσπάθειές του. Στα πλαίσια του διημέρου είχαν έρθει και τα πολιτικά think tanks των Γερμανικών κομμάτων τα οποία ανέπτυσσαν και αναπτύσσουν δράση στην Ελλάδα. Είναι διάφορα ιδρύματα όπως το Κόνραντ Αντενάουερ CDU , Φρίντριχ Έμπερτ SPD, Φρίντριχ Νάουμαν Φιλελεύθεροι , Ρόζα Λούξενμπουργκ Die Linke κλπ
Αυτό που μου έκανε εντύπωση είναι πως την επομένη του διημέρου, όλα ανεξαιρέτως τα think tanks είχαν συνάντηση στο ελληνικό Υπουργείο εξωτερικών για να ρυθμίσουν τα θέματα της νόμιμης δραστηριοποίησής τους. Εκεί όλοι μαζί, κομμουνιστές της Die Linke έως και Χριστιανοδημοκράτες συζήτησαν με το ελληνικό κράτος προωθώντας την Γερμανική Εξωτερική πολιτική.
Προφανώς έβλεπαν το υπερκείμενο που ήταν η Γερμανική παρουσία στην Ελλάδα μέσω των επιμέρους δράσεων κάθε ιδρύματος. Για λίγο αφήνανε την ιδεολογική και πολιτική ταυτότητα στην άκρη. Αναρωτιέμαι θα μπορούσαν ποτέ να κάνουν κάτι τέτοιο ελληνικά κόμματα;
Μα προφανώς όχι.
Δυστυχώς αγνοούμε ή μάλλον θέλουμε να αγνοούμε την έννοια του υπερκείμενου που είναι η σοβαρότητα και ο σεβασμός του πολιτικού συστήματος.
Μια φορά μόνο ψηφίστηκε ένας νόμος με τεράστια πλειοψηφία, το 2011, όταν 255 βουλευτές υπερψήφισαν τον νόμο 4009/ 11, γνωστό ως νόμο Διαμαντοπούλου. Ακολούθως φρόντισαν οι ίδιοι που το ψήφισαν να τον ροκανίσουν. Ονόματα δε λέμε, υπολήψεις δεν θίγουμε.
Και για να γίνω εντελώς επίκαιρος μια ακόμα προανακριτική επιτροπή της Βουλής δεν κατόρθωσε να βγάλει ένα ομόφωνο πόρισμα (για τα Τέμπη). Μα έτσι γίνεται πάντα. Δεν αισθάνεται κανείς την ανάγκη να δοθεί στον ελληνικό λαό μια εκδοχή, τουλάχιστον στα βασικά.
Αυτή η εμμονική στάση στην αλήθεια της παράταξής μας έχει προϊστορία. Δεν είναι άλλη από την για δεκαετίες αδυναμία της ΕΦΕΕ (Εθνική Φοιτητική Ένωση Ελλάδας) η οποία από το 1980 αδυνατεί να βγάλει κοινά αποτελέσματα φοιτητικών εκλογών.
Επιτέλους, το μόνο που έχουν να κάνουν είναι να βρουν ένα αξιόπιστο σύστημα καταμέτρησης των ψήφων που να το δέχονται όλοι. Όταν όμως το ζητούμενο είναι η φτηνή επικοινωνία, τότε τα πραγματικά γεγονότα εμμέσως αμφισβητούνται.
Κι όμως όλες ανεξαιρέτως οι πολιτικές δυνάμεις συνεχίζουν να συμμετέχουν στον θεατρικό παραλογισμό, αφού το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι η δική τους αλήθεια για το δικό τους ακροατήριο. Σάμπως υπάρχει περίπτωση να συναποφασίσουν για τα ουσιώδη;
Επιπλέον από το 1980 πολλά φοιτητικά στελέχη πέρασαν στην κεντρική πολιτική έχοντας γαλουχηθεί στην νοοτροπία της υπεράσπισης της δικής τους παραταξιακής αλήθειας.
Όταν κατορθώσουν οι εκπρόσωποί μας να συζητήσουν και να συναποφασίσουν οι πολιτικοί μας εκπρόσωποι συναισθανόμενοι ότι η αδυναμία ουσιαστικής συζήτησης και συγκλίσεων, βλάπτει τη δημοκρατία καθώς στέλνει ένα λάθος μήνυμα στους πολίτες θα έχουμε κάνει ένα βήμα σαν κοινωνία.
Δεν γίνεται όλα να επιδέχονται ερμηνείας ιδίως τα σκληρά γεγονότα. Απονομιμοποιείται έτσι η έννοια των υπερκείμενων θεσμών.
Και για να γίνω σαφής, την έξη αυτή την έχουμε και έχουνε όλοι ανεξαιρέτως υποθάλψει.
Ασχέτως του ότι κάποιοι αγνοούν προκλητικά τους υπερκείμενους θεσμούς, ίσως και τους βλέπουν σαν εμπόδιο ενώ κάποιοι άλλοι στοιχειωδώς τους σέβονται αλλά πάντα περιφρουρώντας το πολιτικό τους συμφέρον
Σαν κοινωνία είμαστε κάτω από τη βάση.
Δυστυχώς όμως κρινόμαστε σαν σύνολο και αυτό είναι κάτι που προσωπικά με ενοχλεί
Ελπίζω κι εσάς
Σχόλιο στην εκπομπή «Καθρέφτης» του Χρήστου Μιχαηλίδη στo Α΄Πρόγραμμα της ΕΡΤ