στους Γιάννηδες (που ζουν και μας συντροφεύουν)
«Πόλις φλεγμαίνουσα, πόλις υγιής», τού Λεωνίδα Μανωλόπουλου: ό,τι καλύτερο παρήγαγαν οι φιλοσοφικές μας σχολές εδώ και τριάντα χρόνια σε ό,τι αφορά τον αρχαιοϊστορικό κλάδο (από κοινού με τη σπουδαία συμβολή τού Γιώργου Σουρή στη φρασεολογία, το ύφος και την τυπικότητα της ρωμαϊκής αυτοκρατορικής επιστολογραφίας). Με έναν τρόπο ο εκλιπών, αλλά και ο, συνταξιοδοτηθείς πλέον Σουρής, υπάγονται στις ευρύτερες γραμμές και όρια του χώρου μας. Το ίδιο και οι, επίσης την τελευταία δεκαετία χαμένοι, γίγαντες όπως ο Φ.-Α. Χριστίδης, ο Δ. Ν. Μαρωνίτης και ο Εμμανουήλ Κριαράς. Μας λείπουν. Όχι για τη χωροθεσία.
Στην κακοποιημένη χώρα που ζούμε χρειαζόμαστε τέτοιους, αληθινούς συντρόφους όπως εκείνοι. Ζήσαμε τον Καραμανλή (τον ανιψιό), τους φαιοκόκκινους συνωμότες τών ΣΥΡΙΖΑΝΕΛλ, την κηλίδα τού Δημοψηφίσματος, που μόνο με τις εκλογές τού 1920 μπορεί να παραβληθεί (τότε μάλιστα «χάσαμε» αξιοπρεπέστερα). Μείναμε με ισοπεδωμένη την αυτοεκτίμηση. Μήπως αποκαταστάθηκε η ευρωπαϊστική ομαλότητα από το 19; Μήπως επέστρεψε η Ελλάς στο Κράτος Δικαίου; Στη λογική και τη σύνεση; Να αναπνεύσουμε τελοσπάντων;
Λυπούμαι πως δεν είναι μακριά οι μέρες που θα απαντούμε και στο χώρο μας αρνητικά. Η μειονότητα που συσπειρώθηκε στο ΝΑΙ τού 15 δε μας έδωσε μήτε αδελφοσύνη μήτε θωριά ειλικρίνειας στο βλέμμα: γεμίσαμε οξοποιίες, πολωνίζοντες, χαμηλών προσδοκιών οπαδούς. Είναι το φάντασμα Καραμανλή Β’. Αφού ενέπνευσε τον Αναστασιάδη στην Κύπρο, πρόεδρο του οποίου η θητεία γοητεύει ως φαίνεται πια τους Δένδια-Κυρ Μητσοτάκη στην Ελλάδα, τώρα είναι πάλι η ίδια Γοργώ τής φαλκίδευσης της καθεαυτήν έννοιας της πολιτικής η οδηγός καραμανλοποίησης και της σημερινής κυβέρνησης.
Οικονομική πολιτική: «μηδέν». Δημόσια οικονομικά: «ανάθεση εις μεθεπομένους». Παιδεία: «ανουσία». Άμυνα: επίνευση σε αγορές οπλικών συστημάτων προωθουμένων από ορισμένους Ακαδημαϊκούς (!) και τον… Καλεντερίδη. Υγεία: «ό,τι δε σε σκοτώνει σε κάνει πιο δυνατό». Εξωτερική πολιτική: «μακεδονοφαγία και προς ανατολάς αλαλαγμοί». Κράτος Δικαίου: θαυμασμός τής σημερινής Πολωνίας, εμπαιγμός τής Κομισιόν από το στόμα του ίδιου του Πρωθυπουργού ενώπιον του συναδέλφου του τής Ολλανδίας (που σημειωτέον επανεξελέγη, αφού ενέπαιξε ευθαρσώς την ολλανδική κοινωνία κατευθύνοντας τις κοινωνικές υπηρεσίες σε διακρίσεις εις βάρος μεταναστών).
Ακούει κανείς/καμιά; Δεν αναφέρομαι στο ρεμπέτ ασκέρ τών αδημοκρατών τού ΣΥΡΙΖΑ, πολύ δε περισσότερο στους αυτόκλητους αριστερούς ή τους δηλωμένους ή αδήλωτους φασίστες. Στο «χώρο» απευθύνομαι. Που σιωπά. Απροσδιόριστο τον αφήνω. Οι «σοσιαλδημοκρατίες» τύπου Φρεντέρικσεν και Λαφοντέν ή οι «αντιρομά» και οι προσφυγομάχοι φιλελευθερισμοί μάς μάραναν!
Γιατί αν δεν είναι ούτε περί του ΚινΑλλ κάπου ο «χώρος» μας, θα πρέπει να φύγουμε, «να πάμε αλλού». «Φλεγμαίνει» το ΚίνΑλλ και την ορολογία Μανωλόπουλου; Ή απλώς καραμανλοποιείται και το ίδιο; Ποιες οι θέσεις των καλών μας συντρόφων υποψηφίων για την εξωτερική πολιτική; Τις τράπεζες καταστήματα ρωποπωλών; Την εκπαιδευτική κατάντια; Το δημοσιονομικό εκτροχιασμό; Την κάθε άλλο παρά χρηστή τοπική αυτοδιοίκηση; Το κράτος που στο μόνο εκτός του αστυνομοκλακαδορισμού ρόλο τον οποίο τείνει να υποδυθεί εμπεδωμένα και άκριτα είναι αυτός του παρόχου ολοένα και μεγαλύτερου αριθμού μισθών και μικρομέγαλων εργολαβιών; Για την τραγική ανισότητα που βιώνουν όλες οι μειονότητες στην Ελλάδα, οι γυναίκες και οι ανάπηροι; Την απουσία κοινωνικών υπηρεσιών που να αποτρέπουν παιδοκτονίες και γυναικοκτονίες; Τη συμπόρευση και τον, όπως θα θέλαμε, ανταγωνισμό με την Ευρώπη στην άμιλλα της δημοκρατίας, της αλληλεγγύης, της ανάπτυξης; Την ευρωπαϊκή ομοσπονδία των ενισχυμένων συνεργασιών και της κοινής ταυτότητας;
Άτυχοι. Να μας διδάσκει ο φρονηματιστής, ο οποίος προμήνυσε το 15: ο Κ.Κ. ανιψιός. Εξέθεσε τη χώρα με την καταδίκη της στη Χάγη για τη μη τήρηση της ενδιάμεσης συμφωνίας. Υπήρξε ως ανεύθυνος ο υπεύθυνος για τη δημοσιονομική κρίση του 2009. Στέρησε με τις πράξεις του σχεδόν το ένα τρίτο από τον πλούτο τών κατοίκων της χώρας μας και την μείωσε δημογραφικά περισσότερο κι από τη σταφιδική κρίση. Εισήγαγε ως μέτρο μεσότητας (!) τον ύπουλο λαϊκισμό τής απραξίας και του χαϊδέματος, έναν κανόνα βεβαίας επανεκλογής (όπως απέδειξε το 2007). Αυτό το πολιτικό ύφος ονειρεύονται στη ΝΔ, με αυτή την εκμαυλιστική αμετροέπεια συμμάχησε και συμμαχεί ο ΣΥΡΙΖΑ.
Αν είναι ο «χώρος» μας στο ΚιΝαλλ, προβοκάρω από την πλευρά μου: οι υποψήφιοι «ας το κάνουν διαφορετικά από τον Κ.Κ.». Κι ας μην αντλούν όπως ο εκ Στρασβούργου, των έξι ένας, δύναμη από την αοριστία, καθώς ουδέτεροι ορισμένοι έμειναν και στην τραγωδία τού 15.
Πρόγραμμα ζητώ. Να δω: ταιριάζουμε; Και μια διευκρίνιση που θα με άφηνε να ηρεμήσω την αναπόδραστη αγωνία μου: ότι θα τα ξαναζήσουμε όσα από το 2009 (αρχής γενομένης με την ήττα του 2004) θέλουμε να απωθούμε.
Ποια είναι η θέση του πρώην πρωθυπουργού και υποψηφίου νεοαρχηγού και των υπολοίπων για τόσο σημαντικά και ιστορικά όπως:
‒τη σιωπή τού ΠαΣοΚ στην επικίνδυνη, όπως αποδείχθηκε αλογοσκούφεια απογραφή,
‒την επί χρόνια αφασία τού ΠαΣοΚ αντιπολίτευσης για τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό 2004-9,
‒την περήφανη τρύπα στο νερό (ευφημίζω) με την άρνηση της εισδοχής τής Β. Μακεδονίας κάποτε στο ΝΑΤΟ, εθνική καταρράκωση που το ΠαΣοΚ δεν κατήγγειλε,
‒την αλλοπρόσαλλη αντιπολίτευση για το «σκάνδαλο των δομημένων ομολόγων», που οδήγησε και με τη ρητορεία επαναγοράς εκ μέρους ΠαΣοΚ, στην απομείωση της αξίας των ελληνικών ομολόγων διεθνώς;
‒την «αποκάλυψη» που συνέστησε η γνωριμία μας με τον αχαρακτήριστο Βαρουφάκη πριν κάνει πολιτική καριέρα;
‒την καταψήφιση, από το ΠαΣοΚ, του πακέτου ενίσχυσης των ελληνικών τραπεζών, της μοναδικής λογικής πολιτικής της, απόδρομης από την κυβέρνηση, ΝΔ το 2008-9,
‒και κυρίως: την επιζήμια νομιμοποίηση στην ελληνική κοινωνία τής χωριστικής, καταστροφικής και αντιδημοκρατικής ιδέας (βλ. 2011) περί δημοψηφίσματος σε ό,τι αφορά τις δανειακές συμβάσεις της χώρας.
Αν δεν μπορούν οι υποψήφιοι που προαλείφονται και του δικού μας «χώρου» να μιλήσουν προγραμματικά ή έστω να προδιαγράψουν την οραματική τους δέσμευση, ας ασχοληθούν με το παρελθόν τουλάχιστον. Κι αυτό εύγλωττο θα είναι.
Να μάθουμε κι εμείς πώς «γκρεμίζετε ο Καραμανλισμός»
(του ανιψιού ‒τον άλλο πήγε να τον γκρεμίσει μια φυλλάδα, της οποίας το κληροδότημα, συμφορά μας, μη λίγοι διεκδικούν)!