Αν έπρεπε να δώσει κανείς έναν τίτλο στην μεγάλη εικόνα της προεκλογικής Ευρώπης, αυτός θα μπορούσε να είναι: Από την Γκρέτα Τούνμπεργκ στην Τζόρτζια Μελόνι.
Την προηγούμενη φορά που η Ευρώπη μας καλούσε στις κάλπες, το 2019, το κοινωνικό κλίμα σφράγιζε μια μεγάλη νεανική κινητοποίηση για την κλιματική αλλαγή. Οι διαδηλώσεις εγκαλούσαν το ευρωπαϊκό κατεστημένο για αδιαφορία απέναντι στις νέες γενιές που θα πληρώσουν την κλιματική κρίση. Και το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο, λίγο πριν τις εκλογές, είχε καλέσει την 16χρονη τότε Γκρέτα Τούνμπεργκ να μιλήσει στην ολομέλεια. «Κάνατε τρεις συνόδους κορυφής για το Μπρέξιτ κι ούτε μία για το κλίμα», την άκουσαν να τους λέει. «Αντιμετωπίζετε την κλιματική κρίση ως άλλο ένα πρόβλημα που πρέπει να διορθωθεί, ενώ είναι μια υπαρξιακή κρίση, η σημαντικότερη από όλες». Οι ευρωβουλευτές την χειροκροτούσαν όρθιοι επί ένα λεπτό. Κι έπειτα, μετά τις εκλογές, η πράσινη μετάβαση έγινε το υπ’ αριθμόν ένα θέμα στην ευρωπαϊκή ατζέντα, το σημείο γύρω από το οποίο συγκροτήθηκε η νέα ευρώ-συναίνεση και δια του οποίου εξασφάλισε η Πρόεδρος Ούρσουλα την πλειοψηφία που απαιτούσε η εκλογή της.
Πέντε χρόνια αργότερα, και αφού έχει μεσολαβήσει μια πανδημική κρίση, ένας μείζων πόλεμος σε ευρωπαϊκό έδαφος, και ο ενεργειακός πανικός που ο πόλεμος προκάλεσε, η ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή είναι πια αγνώριστη. Το κλίμα δεν το διαμορφώνει η διαμαρτυρία των νέων για το κλίμα, αλλά οι μεγάλες διαδηλώσεις των οργισμένων αγροτών εναντίον της πράσινης μετάβασης, που νιώθουν ότι προχώρησε αγνοώντας τους. Οι νεότερες γενιές ψηφοφόρων στις μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες δεν γοητεύονται τώρα από ευγενείς Πράσινους, αλλά από εκδικητικούς ακροδεξιούς ριζοσπάστες. Και στο ευρωπαϊκό τοπίο δεν κυριαρχούν πια οι κοτσίδες μιας 16χρονης ακτιβίστριας, αλλά το ξανθό χαμόγελο μιας γυναίκας, που μπήκε στην πολιτική από τις τάξεις του νεο-φασιστικού κόμματος, εξελέγη πρωθυπουργός της Ιταλίας, και είναι τώρα το μήλον της έριδος και ο επίδοξος ρυθμιστής της επόμενης ημέρας για την Ευρώπη και των νέων πλειοψηφιών στο κοινοβούλιο.
Από την μάχη για το κλίμα στην πολεμική οικονομία- θα μπορούσε να είναι ένας εναλλακτικός τίτλος. Η ιδέα πως η πράσινη μετάβαση, το πρασίνισμα της ευρωπαϊκής οικονομίας θα μπορούσε να είναι η ατμομηχανή της ανάπτυξης για τις χώρες της Ένωσης εγκαταλείπεται. Και θα πρέπει να δοθεί μάχη για να σωθεί κάτι από την πράσινη ατζέντα της προηγούμενης περιόδου. Η νέα μεγάλη ιδέα της Ευρώπης φαίνεται πως είναι η στροφή στην αμυντική βιομηχανία και δι’ αυτής η στρατηγική αυτονομία αλλά και η διάσωση της χαμηλής ανταγωνιστικότητας και της ασθενικής ανάπτυξης της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Αν δει κανείς αυτήν την μεγάλη εικόνα από την ελληνική οπτική γωνία, η επόμενη πενταετία μοιάζει πιο δύσκολη από την προηγούμενη. Γιατί αν στην πράσινη ατζέντα η Ελλάδα θα μπορούσε να βρει, υπό προϋποθέσεις, μια θέση και κάποια συγκριτικά πλεονεκτήματα, στην ατζέντα της πολεμικής οικονομίας έχει, θεωρητικά, πολύ λιγότερες ευκαιρίες. Από την ελληνική οπτική γωνία, επίσης, είναι ολοφάνερο ότι το βράδυ των εκλογών θα έχει, ίσως, μεγαλύτερη σημασία ο συσχετισμός δυνάμεων και η διάταξη των ομάδων στο νέο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο, παρά οι μικρότερες η μεγαλύτερες αλλαγές στον συσχετισμό των δυνάμεων στην εσωτερική πολιτική σκηνή. Θα έχει πολύ μεγαλύτερη σημασία από την επιβεβαίωση ή την διάψευση των ελληνικών δημοσκοπήσεων για την απόσταση του πρώτου από τον δεύτερο και του δεύτερου από τον τρίτο, η επιβεβαίωση ή η διάψευση των ευρωπαϊκών δημοσκοπήσεων, που σταθερά προλέγουν ένα μεγάλο δεξιό κύμα.
Η εκλογική άνοδος των εθνικιστών, των υπέρ- συντηρητικών και των ευρώ-σκεπτικιστών, εφ’ όσον επιβεβαιωθεί, είναι ασφαλώς το μεγάλο θέμα της επόμενης ημέρας. Όχι γιατί αυτή η πανσπερμία στα δεξιά του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος μπορεί- ακόμη κι αν οι δυνάμεις της αθροίζονται ως η δεύτερη ή η πρώτη δύναμη στην νέα Βουλή- να συγκροτηθεί σε ενιαίο μπλοκ και να ορίσει την ευρωπαϊκή ατζέντα. Δεν θα μπορούσε ποτέ να υπάρξει ένας «διεθνισμός των εθνικιστών». Αλλά αν, όντως, βγουν σημαντικά ενισχυμένοι, ιδίως αν το μπλοκ χριστιανοδημοκρατών, σοσιαλδημοκρατών και φιλελεύθερων χάσει την πλειοψηφία, η ζωή στην επόμενη ευρωβουλή θα είναι δύσκολη. Το Λαϊκό Κόμμα θα επιχειρήσει, μοιραία, να προσεγγίσει τις ιδέες τους. Η διάσωση της πράσινης ατζέντας θα γίνει δυσκολότερη, η κοινοτική αλληλεγγύη προβληματικότερη και ο νέος προϋπολογισμός δύσκολα θα ανταποκριθεί στις φιλοδοξίες που έχουν διατυπωθεί. Ακόμη λιγότερο στις προσδοκίες των χωρών της περιφέρειας, όπως η Ελλάδα. Και μια ενδεχόμενη εκλογή Τραμπ στην Ουάσιγκτον θα τα κάνει όλα χειρότερα.
Κάπως έτσι, ίσως οι εκλογές της Κυριακής να αποδειχθούν οι κρισιμότερες της ιστορίας, από το 1979 κι ύστερα, για την Ευρώπη. Αλλά αυτό δεν κάνει ασήμαντη την ελληνική διάσταση της αυριανής κάλπης. All politics is local, σύμφωνα με την διάσημη ρήση του μεγάλου Αμερικανού εκλογομάγειρα Τιπ Ο Νηλ. Όλα ξεκινούν πάντα από το επίπεδο που βρίσκεται πιο κοντά στον πολίτη. Και οι ευρωεκλογές στην Ελλάδα, με εξαίρεση τις περιπτώσεις όπου η διεξαγωγή τους συνέπεσε με τις εθνικές εκλογές, οπότε λειτούργησαν ως πραγματικά «δεύτερης τάξης» εκλογές, αποτύπωσαν συχνά πιο καθαρά και με μεγαλύτερη ακρίβεια την «πολιτική ζήτηση». Και τουλάχιστον τρεις φορές έγιναν η αφετηρία μεγάλων πολιτικών μετατοπίσεων. Κατά σύμπτωση, αυτό συνέβη στις τρεις τελευταίες ευρωεκλογές: Το 2009, το 2014 και το 2019. Τα αποτελέσματά τους προκάλεσαν η προανήγγειλαν μια πολιτική ανατροπή.
Μπορεί να συμβεί ξανά; Μπορεί οι αυριανές κάλπες να ξεκινήσουν πάλι μια αλυσιδωτή αντίδραση που θα απελευθερώσει πολιτική ενέργεια και θα αλλάξει το τοπίο; Δεν φαίνεται καθόλου πιθανό, αλλά ας περιμένουμε τα αποτελέσματα.
Πηγή: www.kreport.gr