Στους παλιούς συντρόφους που προβληματίζονται ακόμη
Εισαγωγή
Οι εκλογές θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως μια έντονα ενεργητική κοινωνική διαδικασία αφού μέσω αυτής τα μεν κοινωνικά υποκείμενα επιλέγουν τους εκπροσώπους που θα τους αντιπροσωπεύουν στους διάφορους θεσμούς, με κυρίαρχο το εθνικό κοινοβούλιο, οι δε πολιτικοί φορείς - εκφραστές των κοινωνικών διεγέρσεων - αξιολογούνται ως προτάσεις διαχείρισης του μέλλοντος μιας κοινωνίας. Καθώς κάθε αξιολόγηση περικλείει το θετικό στοιχείο της μέτρησης του βαθμού επίτευξης στόχων, που έχουν εκ των προτέρων τεθεί και κατά συνέπεια αποτελεί δείκτη της εξέλιξης αυτού που αξιολογείται, είναι λογικό να αναμένεται ότι οι εκλογές ως αξιολογικός μηχανισμός θα πρέπει να αντιμετωπίζονται, από τους συμμετέχοντες σε αυτές πολιτικούς φορείς, με ιδιαίτερη σοβαρότητα. Όχι μόνο για την κατάταξη του πολιτικού φορέα στην κλίμακα που τα κοινωνικά υποκείμενα θα διαμορφώσουν με τις επιλογές τους, αλλά κυρίως για το ποσοστό αποδοχής της πρότασης κοινωνικής οργάνωσης που παρουσίασε ο φορέας προς αξιολόγηση στην κοινωνία, καθώς επίσης για τον τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας του ίδιου του πολιτικού φορέα στο κοινωνικό πλαίσιο. Η αντίληψη και η μελέτη των παραγόντων αυτών είναι φυσικό να αναμένεται ότι θα διαμορφώσει τις εξελίξεις εκείνες που θα βελτιστοποιήσουν τον πολιτικό φορέα. Αυτό θα οδηγήσει στην αλλαγή του επιπέδου αλληλεπίδρασης του πολιτικού φορέα με τα κοινωνικά υποκείμενα και πιθανώς στην αλλαγή της θέσης της κατάταξης που αυτά το έχουν τοποθετήσει. Είναι φανερό λοιπόν ότι οι εκλογές θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως μια διαδικασία βελτίωσης των πολιτικών φορέων που αναδύονται στο κοινωνικό γίγνεσθαι για να εκφράσουν τις διάφορες κοινωνικές διεγέρσεις που εμφανίζονται στην κοινωνία. Θα μπορούσε όμως η ίδια αυτή διαδικασία, οι εκλογές, να λειτουργήσει αποπροσανατολιστικά και αντί της βελτίωσης να οδηγήσουν σταδιακά στον εκφυλισμό ενός πολιτικού φορέα;
Μια (καθόλου φανταστική) ιστορία:
Κάποια στιγμή, από τις στιγμές που διαμορφώνουν αυτό που λέμε ιστορία ενός τόπου, οι συνθήκες στο μικρό κρατίδιο υπήρξαν ώριμες για να συμβεί μια ποιοτική μεταβολή. Στην κοινωνική διέγερση που έδειχνε πως κάτι νέο προσπαθούσε να αναδυθεί στην πορεία του κρατιδίου, ο καταλύτης ήρωας-οδηγός της ιστορίας προσέφερε την ιδεολογικοπολιτική κάλυψη με κείμενα και παραδείγματα από άλλες περιοχές της Γης. Η κάλυψη της (αυθόρμητης) κοινωνικής διέγερσης και η διαχείρισή της οδήγησε στη συγκρότηση μιας πολιτικής πρότασης με μεταγωγό έναν πολιτικό φορέα που ξεκίνησε με τη λογική της αυτό-οργάνωσης και με κυρίαρχο στοιχείο του τον κινηματικό του χαρακτήρα. Η προβολή του ξεκάθαρου οράματος για το κοινωνικό γίγνεσθαι, η μεθοδική και οργανωμένη συγκρότηση του πολιτικού φορέα και ο ενθουσιασμός των κοινωνικών υποκειμένων, που συγκροτούσαν την κοινωνική διέγερση, διαμόρφωσαν τις συνθήκες τόσο για τη διάχυση της νέας πρότασης στο κοινωνικό, οικονομικό, πολιτιστικό υπόστρωμα όσο και για τη συνεχή διόρθωση και βελτίωση της ίδιας της πολιτικής πρότασης. Διαμορφώθηκε έτσι μια κοινωνικο-πολιτική υπερδομή αρκετά συγκροτημένη, συνεκτική και λειτουργική που εμπλούτιζε συνεχώς την κοινωνία με νέες ιδέες και πρακτικές, αλλά και με νέα οράματα για την πορεία των επιμέρους χώρων στους οποίους οργανώνονταν η κοινωνία προσανατολισμένα στην πρόταση του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού. Η ανάθεση από την κοινωνία της ευθύνης για τη διαχείριση των κρατικών ζητημάτων, αλλά και της οργάνωσης των βηματισμών για μια πορεία αλλαγής της σε μια νέα κατάσταση, ήλθε ως λογική συνέπεια των πεπραγμένων του δυναμικού πολιτικού φορέα.
Η ανάληψη της ευθύνης διακυβέρνησης του κρατιδίου θεωρήθηκε ως ραντεβού με την Ιστορία και ο τρόπος πολιτικής επιμόρφωσης των μελών της κοινωνικο-πολιτικής υπερδομής, μαζί με τη συνεχή αλληλεπίδρασή τους με τις διάφορες κοινωνικές εκφάνσεις οδήγησε σε ένα μεγάλο πλήθος στελεχών ικανών να βοηθήσουν στην επιτυχία του ραντεβού αυτού. Κύριο στοιχείο όμως στην δράση για την επιτυχία δεν ήταν μόνο τα στελέχη που προέκυψαν μέσα από αυτή τη διαδρομή, αλλά κυρίως οι οργανώσεις βάσεις οι οποίες είχαν πλέον ομογενοποιηθεί αρκετά. Έτσι ήταν τρόπος ύπαρξης, για τα μέλη των οργανώσεων, το να παρατηρούν τα κοινωνικά φαινόμενα, να τα μελετούν, να ανοίγουν δρόμους, να προτείνουν αυτά που τα στελέχη μετέφεραν στην κορυφή της οργάνωσης και να τα μετασχηματίζουν σε πολιτικό έργο για την Δημοκρατική Αλλαγή με στόχευση το Σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας. Η βάση της οργάνωσης του φορέα, τα στελέχη που η ίδια η βάση παρήγαγε και οι σχεδιαστές άρχισαν να παράγουν, αλλά και να μεταφέρουν εμπειρίες από άλλες περιοχές του κόσμου. Ξεκίνησαν να δρουν προς κατευθύνσεις που θα άλλαζαν την κοινωνία, όχι από «τα πάνω», αλλά που θα διαμόρφωναν - όπως με τη δράση της Λαϊκής Επιμόρφωσης - μια κοινωνία που να μπορεί να απελευθερωθεί και να δράσει μόνη της. Και τότε συνέβη ...
Η επιλογή της διεύρυνσης της υποστηρικτικής βάσης του μηχανισμού διαχείρισης των κρατικών ζητημάτων, τον οποίο διαμόρφωσε ο πολιτικός φορέας που επαγγέλλονταν την οικοδόμηση της νέας κοινωνικοπολιτικής κατάστασης, επέτρεψε την αλλοίωση της κραταιάς - μέχρι τότε - οργανωτικής δομής που οδήγησε τον πολιτικό φορέα στη θέση αυτή. Η είσοδος στη δομή στοιχείων εκτός αυτής - πολλά εκ των οποίων άτομα με ιδιαίτερη καπατσοσύνη, (αλλά και αριβίστες, καιροσκόποι) είχαν βρεθεί την προηγούμενη περίοδο σε πλήρη και ενεργή «αντιπαράθεση» με τα μέλη της δομής - άρχιζε να αλλάζει το χαρακτήρα και τις λειτουργίες της. Η οργανωτική δομή άρχισε να υποχωρεί, οι σχέσεις που είχαν ζυμωθεί σε αγώνες για την προώθηση της λογικής και του δικαίου που η οργάνωση υποστήριζε εμφανίζονταν να αλλάζουν, μαζί με τη ομοιογένεια που είχε σφυρηλατηθεί κατά τη διάρκεια των πολιτικών δράσεων. Τα φαινόμενα της αλλοίωσης δεν έγιναν ορατά από την αρχή και οι προειδοποιήσεις ορισμένων, που «την μυστική βοή των πλησιαζόντων γεγονότων άκουγαν», δεν εισακούστηκαν μέσα στην αλλοτρίωση που η εξουσία της διαχείρισης του κράτους επέβαλε.
Τα νεοεισελθόντα μέλη, γαλουχημένα σε θέσεις εξουσίας προηγούμενων διαχειριστικών δομών άλλης κατεύθυνσης, προσεγγίστηκαν και προωθήθηκαν, καθώς είχαν κυβερνητική εμπειρία και στελέχωσαν - μαζί με άλλους/ες«συντρόφους/ισες» - θέσεις κλειδιά σε ομάδες εργασίας και επιτροπές κοντά σε υπουργούς και βουλευτές. Επόμενο ήταν οι υπουργοί-διαχειριστές να επιλέγουν τις απόψεις «αυτών που γνώριζα», έστω και αν ήταν λιγότερο επαναστατικές σε σχέση με τις απόψεις των μελών των ομάδων εργασίας που προέρχονταν από την παλιά οργανωτική δομή. Αυτή δηλαδή τη δομή που οδήγησε τον πολιτικό φορέα στην θέση του διαχειριστή του κρατιδίου και αυτό γινόταν με την αιτιολογία πως δεν θα ήταν καλό να προκαλείται η κοινωνία με επικίνδυνες προτάσεις, αλλά να μορφοποιείται σιγά-σιγά. Από κοντά οι βουλευτές, οι οποίοι μέχρι τότε ήταν σε άμεση σύνδεση με την οργανωτική δομή του πολιτικού φορέα, άρχισαν να απομακρύνονται από αυτήν και να οργανώνουν ξεχωριστές ομάδες. Τα μέλη άρχισαν να προσανατολίζονται στους βουλευτές και σιγά σιγά μειώθηκε η παραγωγή πολιτικής από τη δομή. Τα στελέχη πλέον μετασχηματίστηκαν σε μεταφορείς αποφάσεων, που η ηγεσία ελάμβανε, στα μέλη της δομής και η δομή μετασχηματίστηκε σε αποδέκτη οδηγιών με άμεσο αποτέλεσμα να αρχίσει να φθίνει.
Το ομοιογενές της οργανωτικής δομής του πολιτικού φορέα άρχισε να διασπάται και στη θέση του να εμφανίζονται συγκεντρώσεις ατόμων προσανατολισμένων σε πρόσωπα, με πολλούς βουλευτές και υπουργούς-διαχειριστές να αναπτύσσουν ξεχωριστούς μηχανισμούς. Ο χαρακτήρας της οργανωτικής κατάστασης από μια μαζική δομή που συνθέτει, προτείνει και δρά για τον κοινωνικό μετασχηματισμό μεταπίπτει σε ένα βουλευτοκεντρικό ή προσωποκεντρικό μοτίβο, πολλές φορές με αντιπαραθέσεις εντός της συνολικής οργανωτικής δομής. Ο στόχος πλέον ήταν η διατήρηση της εξουσίας και όχι η απελευθέρωση της κοινωνίας. Οι όποιες επαναστατικές δράσεις κοινωνικής απελευθέρωσης μετασχηματίστηκαν σε κρατικές (και όχι κοινωνικές) λειτουργίες δημοσιοϋπαλληλικού χαρακτήρα, με άμεση συνέπεια την εξαφάνιση του αυθορμητισμού στην υλοποίησή τους. Σε διαδικασίες εκλογικών αξιολογήσεων το σύνθημα μεταλλάχθηκε: δεν ήταν η δράση για την κοινωνική Αλλαγή, αλλά για να μη χαθεί η εξουσία από τον αντίπαλο!
Σιγά-σιγά μεταλλάχθηκε και η ίδια η συνολική οργανωτική δομή και άρχισε να αποδυναμώνεται καθώς αποσαθρωνόταν. Η ισχυρά αρχική κατάσταση της δομής, καθώς η συμμετοχή σε αυτή θεωρείτο από τα μέλη της στοιχείο ταυτότητας, την κράτησε για αρκετό καιρό στη ζωή, αλλά ο δυναμισμός της έσβησε. Υπήρξαν προσωπικότητες ταγοί που από καιρού εις καιρόν τον ενεργοποιούσαν, όμως ο κινηματικός χαρακτήρας του πολιτικού φορέα χάθηκε και οστεοποιήθηκε σε κομματικό, ενώ αργά αλλά σταθερά και αυτός ο κομματικός χαρακτήρας έχανε τα θεμέλιά του με αποτέλεσμα να μεταπέσει τελικά σε έναν πολιτικό φορέα που είχε στελέχη και όχι οργανωμένη βάση. Ένα οικοδόμημα χωρίς θεμέλια! Ήταν έτοιμο, πλέον, να καταρρεύσει στην πρώτη κοινωνική, οικονομική ή πολιτισμική κρίση. Όπως και έγινε!
ΥΓ.: Εδώ κλείνει η όχι και τόσο φανταστική ιστορία μας, που τη διηγήθηκα ως πρώτη απάντηση σε φίλους - παλιούς συντρόφους - που επικοινώνησαν για να μου κάνουν την τιμή να μοιραστούμε τον προβληματισμό τους σε σχέση με τη σειρά των άρθρων που συνδέονται με το νέο ΠαΣοΚ (ΚινΑλ), έναν προβληματισμό που είχε καταληκτικό ερώτημα: και μετά τί και με ποιο τρόπο; Αυτόν θα προσπαθήσουμε να αναπτύξουμε στο επόμενο (τελευταίο) άρθρο, στηριγμένοι στην ιστορία μας.