Πάει καιρός που η Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης μετατρέπεται ολοένα και περισσότερο σε χώρο αντιπαράθεσης μεταξύ των πολιτικών αρχηγών και των επικοινωνιακών επιτελείων των κομμάτων που μεταφέρουν στη συμπρωτεύουσα το πολωτικό κλίμα της Βουλής. Ο παραδοσιακός χαρακτήρας της ΔΕΘ ως χώρου διεθνούς έκθεσης των βιομηχανικών και αγροτικών και των μεταποιητικών επιχειρήσεων καθώς και σύναψης εμπορικών και οικονομικών συμφωνιών έχει περάσει σε δεύτερη μοίρα. Η παρουσία των περιπτέρων του ΑΡΗ και του ΠΑΟΚ είναι χαρακτηριστική της σταδιακής υποβάθμισης ενός εμβληματικού για τη χώρα θεσμού με γεωπολιτικές προεκτάσεις. Ας ελπίσουμε ότι οι εξαγγελίες που έγιναν και φέτος για την ουσιαστική αναβάθμιση της Διεθνούς Έκθεσης, θα υλοποιηθούν άμεσα.
Το πολιτικό σκέλος της ΔΕΘ δεν επεφύλασσε εκπλήξεις. Τόσο ο πρωθυπουργός όσο και οι αρχηγοί της αντιπολίτευσης ανέβηκαν στη Θεσσαλονίκη με στόχο να ξεκαθαρίσουν τους εκλογικούς τους στόχους ξεδιπλώνοντας ταυτόχρονα τη στρατηγική τους. Η ρητορική τους στόχευσε σταθερά στα ευρήματα των επόμενων δημοσκοπήσεων προσδοκώντας μηνύματα που μπορεί να επηρεάσουν τις επιλογές των ψηφοφόρων. Για τον σκοπό αυτό άλλωστε φρόντισαν, όλοι ανεξαίρετα, να θέσουν τους πολίτες μπροστά σε εκβιαστικά διλήμματα. Οι απαντήσεις που θα δώσει η κάλπη στα διλήμματα αυτά θα καθορίσουν σε μεγάλο βαθμό τη μελλοντική πορεία της χώρας σε ένα εκρηκτικό παγκόσμιο περιβάλλον.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει καταλήξει από καιρό στην επιδίωξη της πάσει θυσία αυτοδυναμίας, θεωρώντας ότι είναι μονόδρομος για τη συνέχιση της υλοποίησης του προγράμματός του. Το δίλημμα που έθεσε ξανά, «Μητσοτάκης ή Τσίπρας», στοχεύει στην επανασυσπείρωση όλων εκείνων που ψήφισαν στις προηγούμενες εκλογές με τη σκέψη να φύγει ο Τσίπρας. Μόνο που αυτή τη φορά επέλεξε να τσουβαλιάσει όλη την κεντροαριστερή αντιπολίτευση στην πολιτική «παρέα» του ΣΥΡΙΖΑ μιλώντας για «τερατογέννεση». Ο αρχηγός της ΝΔ έχει προφανώς το δικαίωμα να επιδιώκει μια νέα αυτοδυναμία αλλά αναλαμβάνει ταυτόχρονα και το ρίσκο της πολιτικής αστάθειας σε περίπτωση που δεν θα επιτύχει τον στόχο του αφού προεξοφλεί την αδυναμία συνεργασίας με άλλο κόμμα. Πολύ περισσότερο όταν στα κόμματα αυτά συμπεριλαμβάνει και το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, οι ψηφοφόροι του οποίου απαντούν θετικά στο ενδεχόμενο συγκυβέρνησης με τον ΣΥΡΙΖΑ σε ποσοστό μικρότερο του 15% σύμφωνα με όλες τις δημοσκοπήσεις.
Ο Νίκος Ανδρουλάκης φρόντισε να κάνει φανερό στην ομιλία του ότι δεν βιάζεται και ότι, αντίθετα, θα ήθελε να έχει περισσότερο χρόνο για να αναδείξει την πολιτική του πρόταση στους προοδευτικούς πολίτες. «Το δίλημμα των επόμενων εκλογών δεν είναι Μητσοτάκης ή χάος αλλά Δημοκρατική Ανατροπή ή Ανοχή στον Καθεστωτισμό και την αδικία» είπε, δίνοντας στο δίλημμα τη δική του (σοσιαλ)δημοκρατική διάσταση. Η παραπομπή του ζητήματος των ενδεχόμενων κυβερνητικών συνεργασιών στην μετεκλογική συζήτηση με βάση και τη λαϊκή ετυμηγορία, έχει έτσι κι αλλιώς αντικειμενική βάση. Ωστόσο, οι προγραμματικές επεξεργασίες και η κοινοβουλευτική πρακτική πρέπει να δίνουν από τώρα το πολιτικό στίγμα του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ που θα καθορίσει και την μετεκλογική του στάση. Και το στίγμα αυτό δεν πρέπει να αφήνει κανένα περιθώριο πολιτικής εκμετάλλευσης από τους πολιτικούς του αντιπάλους.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΗ ΣΥΝΕΧΕΙΑ
Πηγή: www.athensvoice.gr