Η δημοκρατία των «απορρήτων»

Γιάννης Μεϊμάρογλου 19 Νοε 2022

Η υπόθεση των τηλεφωνικών υποκλοπών ήρθε να αναδείξει, για μια ακόμα φορά, τις ρωγμές στις θεσμικές διαδικασίες που αντιμετωπίζει η χώρα σε πολλαπλά επίπεδα. Τα προβλήματα που εντοπίστηκαν στη λειτουργία της ΕΥΠ, τα εμπόδια στο έργο των Ανεξάρτητων Αρχών και η αδυναμία των κοινοβουλευτικών επιτροπών να καταλήξουν σε κοινά αποδεκτά συμπεράσματα έρχονται να υπογραμμίσουν με έμφαση μερικά από τα κενά που εξακολουθούν υπάρχουν. Το πιο αποκαρδιωτικό είναι ότι κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση έχουν επιλέξει την αντιπαράθεση γύρω από ένα κομβικό ζήτημα, τόσο για την ασφάλεια της χώρας όσο και για την ουσία της δημοκρατίας, έχοντας το βλέμμα στραμμένο αποκλειστικά στις δημοσκοπήσεις και τις κάλπες.

Η κυβέρνηση αιφνιδιάστηκε από τις αποκαλύψεις, όπως φάνηκε και από τις πρώτες αντιδράσεις των στελεχών της αλλά και του ίδιου του πρωθυπουργού. Ωστόσο, η επίκληση του «απορρήτου», όρου απαράβατου για θέματα εθνικής ασφάλειας, δεν ήταν πειστική σε ότι αφορά στον Προέδρο του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ. Άλλωστε, και ο ίδιος ο πρωθυπουργός έχει παραδεχτεί ότι εάν γνώριζε, δεν θα επέτρεπε την παρακολούθησή του Νίκου Ανδρουλάκη και επομένως ότι δεν συνέτρεχαν λόγοι εθνικής ασφάλειας στην περίπτωσή του. Η κατάθεση του νομοσχεδίου για τις αλλαγές στην ΕΥΠ αποτελεί και μια έμμεση αυτοκριτική της μέχρι σήμερα κυβερνητικής στάσης. Απαιτείται παράλληλα και η δικαστική διαλεύκανση των στοιχειοθετημένων καταγγελιών.

Σύντομα αποδείχτηκε ότι το «απόρρητο» δεν είναι αποκλειστικό προνόμιο του πρωθυπουργού. Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ διαπιστώνοντας ότι η «υιοθεσία» Ανδρουλάκη δεν απέδιδε δημοσκοπικά, καθώς ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ επέμενε να κινείται θεσμικά, αποφάσισε να ρίξει στη μάχη της εργαλειοποίησης και δικά της «θύματα» που όμως δεν έπεισαν κανέναν. Το επικοινωνιακό και μιντιακό επιτελείο της αξιωματικής αντιπολίτευσης αναγκάστηκε στη συνέχεια να καταφύγει σε λίστες «θυμάτων» από τον κυβερνητικό κυρίως χώρο. Όλες οι καταγγελίες έγιναν χωρίς αποδεικτικά στοιχεία, με πηγές και μαρτυρίες καλυμένες κάτω από την κουκούλα του «απορρήτου» όπως ακριβώς είχε γίνει πριν μερικά χρόνια και με το «σκάνδαλο του αιώνα». Κι όλα αυτά βέβαια όχι από ενδιαφέρον για την εξυγίανση της ΕΥΠ, τις επισυνδέσεις της οποίας είχε αξιοποιήσει πλήρως ο Αλέξης Τσίπρας για τις δικές του «ανάγκες», αλλά επειδή ο σκοπός για τη «δεύτερη φορά Αριστερά» αγιάζει τα μέσα.

Η θεσμική πειθαρχία δεν ήταν ποτέ ιδιαίτερα δημοφιλής στη χώρα μας. Ο αντιθεσμικός λαϊκισμός έχει γίνει όπλο στη φαρέτρα των κάθε λογής «ανυπάκουων» προκειμένου να προχωρήσουν στην υλοποίηση των πολιτικών και οικονομικών τους σχεδίων. Το πολιτικό σύστημα μοιάζει αδύναμο αλλά και απρόθυμο να επιβάλλει την θεσμική τάξη διακινδυνεύοντας το ενδεχόμενο εκλογικό κόστος. Η διακομματική διαπλοκή εδραιώνει τη θέση της με μεθόδους που καλύπτονται και αυτές από ένα ιδιόμορφο «απόρρητο» όπως και τα κίνητρά της. Τα νομικά προσχήματα και οι αναστολές στη διερεύνηση της χρήσης των παράνομων λογισμικών είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα.

Τη δύσκολη αυτή στιγμή η Δικαιοσύνη προβάλλει ως το μοναδικό ασφαλές θεσμικό καταφύγιο της χώρας. Στο χέρι των δικαστικών λειτουργών είναι να φτάσει τη διερεύνηση όσο βαθιά χρειάζεται προκειμένου να θωρακίσει το εθνικό «απόρρητο», ξεχωρίζοντάς το από τις «απόρρητες» κομματικές και διαπλεκόμενες πρακτικές. Το ψευτοδίλημμα «εθνική ασφάλεια ή δημοκρατία» πρέπει να απαντηθεί με τρόπο που να μην επιδέχεται καμιά απολύτως αμφισβήτηση. Η ιστορική εμπειρία έχει αποδείξει επανειλημμένα ότι όταν θίγονται δημοκρατικά δικαιώματα, τα άκρα είναι εκείνα που επωφελούνται. Και οι συνέπειες ήταν πάντα τραγικές!

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΔΗΜΟΣΙΕΥΕΤΑΙ ΣΤΑ ΝΕΑ ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ 19/11/2022

Πηγή: www.tanea.gr