Ο Ζίγκμαρ Γκάμπριελ λέει αυτά που διστάζουν να πουν οι ηγέτες του ευρωπαϊκού νότου. Η Γερμανία κερδίζει από την Ευρωπαϊκή Ένωση πολλαπλάσια από όσα συνεισφέρει.
Σε μια από τις τελευταίες δημόσιες εμφανίσεις της ως καγκελαρίου, η Άνγκελα Μέρκελ, σε πρόσφατη εκδήλωση στο Ντίσελντορφ, έθιξε μια σειρά από ζητήματα που αντιμετώπισε στη 16ετή θητεία της, όπως η προσφυγική κρίση και η θαρραλέα απάντηση που έδωσε σε αυτήν, χαιρέτισε ορισμένες σημαντικές ευρωπαϊκές επιτυχίες, όπως η Συνθήκη της Λισαβόνας και η αντιμετώπιση της κρίσης του κορονοϊού, μίλησε για το πώς εκείνη αντιλαμβάνεται τον φεμινισμό, ενώ δεν έλειψαν από την αφήγησή της και κάποιες προσωπικές πινελιές για γεγονότα και επιλογές που καθόρισαν την πορεία της στη συνέχεια.
Από τις δηλώσεις της τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης ξεχώρισαν και πρόβαλαν την εξομολόγησή της ότι η δυσκολότερη στιγμή της 16eτούς θητείας της στην καγκελαρία ήταν κατά την ευρωκρίση «όταν ζήτησε τόσα πολλά από τους πολίτες στην Ελλάδα». Σημαντική η δήλωσή της αυτή, περισσότερο όμως ιστορικής αξίας και λιγότερο προσφερόμενη για χρηστική αξιοποίηση. Κάποιοι βέβαια από τους «αντιμνημονιακούς» κύκλους έσπευσαν να την εκλάβουν ως δικαίωσή τους, ξεχνώντας όμως ότι ούτε η Μέρκελ ούτε κανείς άλλος, πλην ημών των ιδίων, δεν είχε δημιουργήσει το θηριώδες χρέος της χώρας σε συνδυασμό με το τεράστιο δημοσιονομικό της έλλειμμα. Παρεμπιπτόντως ας σημειωθεί ότι ίσως να μην είναι τυχαίο ότι η αυτοκριτική αυτή έγινε μετά από την δήλωση του Ζαν-Κλωντ Γιούνκερ, ο οποίος όταν στα μέσα Αυγούστου ρωτήθηκε από τη γερμανική Die Welt αν η Μέρκελ διέσωσε την Ευρώπη και την Ελλάδα, απάντησε "Τόσο μακριά δεν θα πήγαινα".
Σε αντίθεση όμως με τη συνέντευξη της Άνγκελα Μέρκελ, απαρατήρητη πέρασε μια άλλη συνέντευξη, πρόσφατη και αυτή – δημοσιεύθηκε στις 24 Αυγούστου 2021 στο Project Syndicate – του Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, πρώην αντικαγκελαρίου και υπουργού Εξωτερικών της Γερμανίας, αλλά και επικεφαλής μέχρι το 2018 του SPD. Μπορεί ο Ζ. Γκάμπριελ να μην έχει την πολιτική ακτινοβολία της Μέρκελ έτσι ώστε οι συνεντεύξεις του να αποτελούν πολιτικό και δημοσιογραφικό γεγονός, δεν παύει ωστόσο, αν και πολιτικά απόμαχος πλέον, να είναι μια σημαντική προσωπικότητα που έχει αφήσει ευκρινές και θετικό αποτύπωμα στη γερμανική και ευρωπαϊκή δημόσια ζωή. Αν όμως αυτές οι ιδιότητες του δεν ήταν αρκετές για να κινήσουν το δημόσιο ενδιαφέρον για τη συγκεκριμένη συνέντευξη, δεν ισχύει το ίδιο για το περιεχόμενό της που, θα τολμήσουμε να πούμε, άξιζε να προβληθεί, δεδομένου ότι παρουσιάζει για την Ελλάδα – και για τις ευρωπαϊκές εξελίξεις - πολύ μεγαλύτερο ενδιαφέρον απ’ ό,τι η εξομολόγηση της καγκελαρίου.
Οι Γερμανοί, υποστηρίζει ο Ζίγκμαρ Γκάμπριελ σε αυτή τη συνέντευξή του, πρέπει να πεισθούν ότι επενδύοντας στην υπόθεση «Ευρώπη» έχουν να αποκομίσουν μεγάλα οφέλη και ότι η Γερμανία δεν είναι «καθαρός συνεισφορέας» στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως αυτό κατά κόρον προβάλλεται από τους Γερμανούς πολιτικούς · είναι γεγονός ότι συνεισφέρει στον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό περισσότερα από όσα εισπράττει, αλλά αυτό δεν αντιπροσωπεύει ούτε το μισό των ωφελειών που η Γερμανία καρπώνεται από τη συμμετοχή της στην ΕΕ λόγω του ιδιαίτερα εξαγωγικού χαρακτήρα της οικονομίας της.
Η Γερμανία, συνεχίζει ο πρώην αντικαγκελάριος, εξάγει στους γείτονές της πολύ περισσότερα από όσα εισάγει από αυτούς · το 40% των γερμανικών εξαγωγών πραγματοποιείται προς την Ευρώπη έναντι μόνο 10% προς τις ΗΠΑ ή την Κίνα. Κατά συνέπεια η οικονομική ανάπτυξη και η κοινωνική σταθερότητα της Ευρώπης είναι προς το συμφέρον της Γερμανίας. Μόνο αν πηγαίνουν καλά οι γείτονές μας, καταλήγει, θα αγοράζουν τα προϊόντα μας και μόνο αν αγοράζουν τα προϊόντα μας θα διατηρούμε και θα δημιουργούμε θέσεις εργασίας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η συνέντευξη αυτή του Ζ. Γκάμπριελ έρχεται ως συνέχεια άρθρου του τον περασμένο Ιούλιο, πάλι στο Project Syndicate, στο οποίο έπαιρνε ακόμη τολμηρότερες θέσεις, υποστηρίζοντας ότι ο Μηχανισμός Ανάκαμψης των 750 δισ. ευρώ δεν αρκεί για να επιτευχθεί οποιαδήποτε σύγκλιση μεταξύ βορρά και νότου στην ΕΕ. Εκτιμώντας δε ότι η απειλή του πληθωρισμού θα ανακόψει τον ρυθμό αγοράς κρατικών ομολόγων φτωχών χωρών από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (δεν άργησε να επαληθευθεί αυτή η πρόβλεψή του), θεωρεί ότι η μόνη λύση είναι μια «transfer Union», δηλαδή μια Ευρωπαϊκή Ένωση στην οποία οι πλούσιες χώρες, όπως η Γερμανία, θα αυξήσουν τις μεταφορές πόρων και τις οικονομικές επενδύσεις τους στα φτωχότερα κράτη-μέλη.
Θα μπορούσε να λεχθεί ότι ο Ζίγκμαρ Γκάμπριελ έχει την πολυτέλεια να προβαίνει σε αυτές τις τολμηρές διαπιστώσεις επειδή δεν είναι πια ενεργός πολιτικός και οι δηλώσεις του δεν δεσμεύουν κανένα. Δεν πρέπει όμως να λησμονείται ότι πριν τρία χρόνια ήταν αρχηγός του κόμματος που σήμερα διεκδικεί σοβαρά και πάλι την εξουσία και ότι αποτελεί μέρος αυτού που θα αποκαλούσαμε «ψυχή» του SPD. Ας προστεθεί δε στην υπόμνηση αυτή και το ότι ο υποψήφιος του SPD για την καγκελαρία Όλαφ Σολτς θεωρείται – χωρίς ποτέ να διαψευσθεί αυτό - ως ο άτυπος αρχιτέκτονας της μεγάλης απόφασης για τη δημιουργία του Μηχανισμού Ανάκαμψης. Καθώς και το ότι ο Όλαφ Σολτς, ως υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, δεν προσυπέγραψε το non paper που υπέγραψαν και διένειμαν το Σάββατο οι υπουργοί Οικονομικών οκτώ βορείων και ανατολικών χωρών με πρωτοβουλία της Αυστρίας (οι υπόλοιπες είναι η Ολλανδία, η Σουηδία, η Δανία, η Λετονία, η Σλοβακία, η Φινλανδία και η Τσεχία), με το οποίο εμμένουν στην ανάγκη αποκατάστασης της δημοσιονομικής πειθαρχίας μετά την εκπνοή ισχύος της Γενικής Ρήτρας Διαφυγής, στο τέλος του 2022
Ίσως λοιπόν να μην ήταν τόσο τυχαία η συνέντευξη αυτή ένα μόλις μήνα πριν τις γερμανικές εκλογές, που πιθανόν δόθηκε για να λεχθούν πράγματα που, λόγω συγκυρίας, δεν επιτρέπεται να λεχθούν ανοιχτά από τον ίδιο τον υποψήφιο του SPD για την καγκελαρία. Πράγματα που ακόμη και οι ηγέτες του ευρωπαϊκού νότου διστάζουν να προβάλουν με το θάρρος με το οποίο τα παρουσιάζει ο Ζ. Γκάμπριελ. Μήπως, τελικώς, το αποτέλεσμα των γερμανικών εκλογών θα έχει μεγαλύτερη σημασία για την Ευρώπη απ’ ό,τι για την ίδια τη Γερμανία; Αν ο Ζίγκμαρ Γκάμπριελ εκφράζει με τη συνέντευξή του μύχιες σκέψεις της «ψυχής» του SPD, το οποίο πιθανότατα θα ηγείται ή θα μετέχει στη μετεκλογική κυβέρνηση της Γερμανίας, αυτό δεν είναι καθόλου απίθανο.
Πηγή: www.kreport.gr