Η επέτειος του Πολυτεχνείου κάθε χρόνο ζυγίζει μέσα μας διαφορετικά. Άλλοτε είναι διαφορετικό το διακύβευμα της εποχής. Άλλοτε κυριαρχεί η γλυκόπικρη νοσταλγία της νιότης μας, αλλά και της συνειδητοποίησης πως οι αξίες που τότε είχαμε και τιμούσαμε, με το πέρασμα του χρόνου σε πολλές περιπτώσεις θόλωσαν, εξασθένισαν ή και έγιναν δυσδιάκριτες στη ματιά μας. Όμως, οι εμπειρίες του αντιδικτατορικού φοιτητικού κινήματος και της εξέγερσης δεν επαναλαμβάνονται. Γιατί ο χρόνος δεν γυρίζει πίσω. Είναι ωραίο για τη γενιά μας να μπορούμε να λέμε απλά: «’Ήμουν καιγω εκεί». Παλιοί και καλοί φίλοι μας το θυμίζουν.
Ωστόσο, αν κάτι σημαδεύει διαχρονικά αυτή την επέτειο, είναι για μας - τη «γενιά του Πολυτεχνείου» -η υπενθύμιση της κινητήριας δύναμης, που μας ενεργοποιούσε και λειτουργούσαμε με αυταπάρνηση και αγωνιστική αφοσίωση, πολλές φορές και με άγνοια κινδύνου. Ήταν οι αξίες - της αυθόρμητης συλλογικής αλλά και οργανωμένης δράσης, της αντίστασης σε κάθε αυθαιρεσία, της προσήλωσης στην αγωνιστική στράτευση. Επίσης της ανιδιοτελούς συμμετοχής, της αλληλεγγύης, του εθελοντικού ακτιβισμού, της διάθεσης να αλλάξουν τα πράγματα. Αλλά και της αντιπαράθεσης των ιδεών, της σύγκρουσης μαζί με τον διάλογο,τη συνεννόηση και την κοινή δράση. Και ασφαλώς, ο ορμητικός νεανικός ενθουσιασμός μας.
Σήμερα με την απόσταση του μισού αιώνα που μας χωρίζει από «τότε», μπορούμε να αποτιμήσουμε την παρουσία της γενιάς μας (μερικές χιλιάδες νέων ανθρώπων) στις δύσκολες συνθήκες της μαύρης εποχής της δικτατορίας, αλλά και στο κλίμα ελπίδας που διαμορφώθηκε με την ανάπτυξη του αντιδικτατορικού φοιτητικού κινήματος. Ζήσαμε, παρά τα πισωγυρίσματα, τη σχετικά γρήγορη πραγματοποίηση των στόχων του κινήματός μας. Η χούντα κατέρρευσε, η δημοκρατία αποκαταστάθηκε. Τελικά, εμείς είμαστε μια τυχερή γενιά, ιδιαίτερα αν σκεφθούμε ότι προηγήθηκαν άλλες ηρωικότερες και πιο βασανισμένες γενιές που κακόπαθαν και ταλαιπωρήθηκαν ιδιαίτερα για μια τριακοπενταετία.
Εξάλλου και σε αντίθεση με τις εύκολες και ισοπεδωτικές κριτικές, η μεταπολιτευτική Ελλάδα- παρά τις παθογένειες, τις υστερήσεις, τις κρίσεις και τα προβλήματά της - ήταν και είναι ασύγκριτα καλύτερη από την «μεταπολεμική καχεκτική δημοκρατία» (με την εξαίρεση ίσως του μικρού διαλείμματος της βραχείας «δημιουργικής δεκαετίας του΄60» ως τη χούντα).
Είναι φυσιολογικό, με τόσες ανατροπές στον κόσμο που στο μεταξύ συνέβησαν, πολλά από όσα ονειρευτήκαμε να μην έχουν πραγματοποιηθεί. Άλλα πάλι, που τελικά επιχειρήθηκαν και πραγματοποιήθηκαν κατέληξαν σε αποτυχία ή και σε τραγωδία. Αρκετά πάντως έγιναν και πέτυχαν - έστω και εάν στην πορεία εν μέρει ξεπεράστηκαν από την εξέλιξη των πραγμάτων. Και αυτά πρέπει να τα αναγνωρίσουμε και δυστυχώς να μην τα θεωρούμε δεδομένα. Η ζωή προχωράεικαι ασφαλώς δεν σήμανε ούτε το τέλος της ιστορίας, ούτε και το πέρας των κοινωνικών και δημοκρατικών αγώνων. ‘Όπως λέει και ο ποιητής, ο Τάσος Λειβαδίτης «Ας ανοίξουμε την ομπρέλα μας και ας προσπεράσουμε βιαστικά το τέλος μιας εποχής».
Απέναντι σε όλα αυτά τα νέα, πολύπλοκα και δυσδιάκριτα φαινόμενα, η επιταγή της δημοκρατικής και κοινωνικής διασφάλισης γίνεται μια διαρκής, σύγχρονη, ριζοσπαστική και γενναία νέα αξία.
Ο Γιάννης Καλογήρου,
ήταν φοιτητής της Σχολής Χημικών Μηχανικών του ΕΜΠ
και μέλους της Συντονιστικής Επιτροπής του Πολυτεχνείου
Το κείμενο αυτό δημοσιεύτηκε σε ειδικό αφοέρωμα της «Αυγής»
Πηγή: www.avgi.gr