Δύο σενάρια μπορούν να προκύψουν σε σχέση με τις εξελίξεις στην κρίση και αυτά αφορούν κυρίως στις διαθέσεις της ΕΕ απέναντι στη χώρα μας. Να δουν δηλαδή, την εξέλιξη και την πιθανή λύση τους ελληνικού προβλήματος, σε συνάρτηση και με την ύπαρξη ενός ανάλογου πολιτικού κλίματος στη χώρα μας και πώς η διαχείρισή της από την ΕΕ το επηρεάζει. Να σχεδιαστούν οι επόμενες φάσεις με βάση και τις όποιες επιπτώσεις θα μπορούσαν να έχουν στη διαμόρφωση του πολιτικού σκηνικού που θα διαχειριστεί την κρίση.
Το ένα σενάριο, λοιπόν, είναι να συνεχιστεί η σφιχτή δημοσιονομική προσαρμογή, η συνέχιση της μείωσης μισθών και συντάξεων, δηλαδή, η πιστή περίπου εφαρμογή του ισχύοντος μνημονίου, με μικρές αλλαγές. Το σενάριο αυτό θα εισπραχτεί ως συνέχιση της επιδείνωσης της κατάστασης, ανεξάρτητα αν θεωρηθεί από τους σχεδιαστές του, ότι μακροπρόθεσμα θα αποδώσει καλύτερα. Ο πάτος αργεί ακόμα, αυτό θα είναι το μήνυμα προς την κοινωνία, με ότι αυτό συνεπάγεται στις πολιτικές εξελίξεις.
Το δεύτερο σενάριο είναι να γίνουν κάποιες μεγαλύτερες αλλαγές, να γίνει επιμήκυνση του χρόνου προσαρμογής έναντι ενός γενναίου σχεδίου μεταρρυθμίσεων, να «παγώσουν» (να μην μειωθούν, δηλαδή) για ένα κάπως υπολογίσιμο χρονικό διάστημα μισθοί και συντάξεις, έστω κι αν αυτό μπορεί να σημάνει ή και με κίνδυνο να επιφέρει μια κάποια χαλάρωση στις μεταρρυθμίσεις. Η αίσθηση που θα έχει η κοινωνία θα είναι ότι μπορεί και να έχουμε πιάσει πάτο, να σχεδιάσουμε κάπως τη ζωή μας με βάση αυτό στάνταρτ και ας αργήσει η ανάκαμψη. Οι επιπτώσεις στο πολιτικό σκηνικό είναι επίσης προφανείς.
Στο πρώτο σενάριο, η συμμετοχή της ΔΗΜΑΡ θα της δημιουργήσει προβλήματα, αφού η επιλογή ΣΥΡΙΖΑ να μείνει εκτός, θα δείχνει δικαιωμένη. Αν δεν μπει στην κυβέρνηση, πάλι θα έχει προβλήματα, αφού τη δυσαρέσκεια θα την εισπράττει κυρίως, σχεδόν αποκλειστικά ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος θα εμφανιστεί, ούτως ή άλλως, η μοναδική εναλλακτική κυβερνητική λύση. Αυτό που έπαθε το ΚΚΕ τώρα, θα το πάθει η ΔΗΜΑΡ στις επόμενες, αν επαληθευθεί το σενάριο αυτό ως προς τη στάση της ΕΕ.
Αν λειτουργήσει το δεύτερο σενάριο, και η ΔΗΜΑΡ δεν θα έχει πάρει μέρος στην κυβέρνηση, φυσικά θα έχει χάσει, δεν θα έχει να προβάλει κάποιο ρόλο ύπαρξης, αφού στο «καλό», ευρωπαϊκό, σενάριο για τη χώρα, θα είναι απούσα. Αν είναι παρούσα, όμως, θα είναι η μόνη αριστερή κυβερνώσα δύναμη που τόλμησε, και έγινε ο καταλύτης των –θετικών- εξελίξεων. Θα δικαιούται να το λέει πειστικά.
Το πρώτο σενάριο, είναι το σενάριο ΣΥΡΙΖΑ. Ήθελε, δηλαδή, να πάρει υψηλό ποσοστό, αλλά να είναι δεύτερος, κάτι που …κατάφερε. Αν ισχύσει όντως το «σφιχτό» σενάριο, αυτό μπορεί να τον φέρει στον αφρό σε λίγους μήνες, ανεξάρτητα από το τι θα κάνει η ΔΗΜΑΡ.
Το σενάριο της ΔΗΜΑΡ είναι το δεύτερο, αυτό της συνεννόησης, της αναδιαπραγμάτευσης, της σταδιακής απεμπλοκής από το μνημόνιο. Και αυτό το σενάριο είναι το –μόνο- προνομιακό πεδίο που αναδεικνύει τα αφετηριακά χαρακτηριστικά της, «δείχνει» τη διαφορά της από τις άλλες δυνάμεις της αριστεράς. Ιδέες, μεταρρυθμίσεις, μεγάλες αλλαγές παντού, στο πολιτικό σύστημα πρώτα απ’ όλα.
Κρίσιμης σημασίας θέματα είναι αυτά που ΔΕΝ συνδέονται με το μνημόνιο και μπορεί να τα «επιβάλει», πχ., ευθύνη υπουργών, βουλευτική ασυλία, ουσιαστικό πόθεν έσχες του πολιτικού κόσμου και των στελεχών της δημόσιας διοίκησης, μικρό και ευέλικτο υπουργικό σχήμα, απλή αναλογική, χρηματοδότηση των κομμάτων, «ασυμβίβαστα» για το σπάσιμο της επετηρίδας αναρρίχησης στην κομματική επετηρίδα κλπ.
Αυτά μπορούν να δημιουργήσουν ένα πολύ ευνοϊκό κλίμα και να αποδιοργανώσουν την αντιπολιτευτική στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ. Να διευκολύνουν και την προώθηση των μεταρρυθμίσεων.
Ένα από τα χαρακτηριστικά της κρίσης, ήταν η αδυναμία του βασικού στελεχικού δυναμικού των κομμάτων που κυβέρνησαν τη χώρα μετά τη μεταπολίτευση, να λειτουργήσουν έξω από την πελατειακή λογική, ακόμα και στην καθαυτό φάση της κρίσης.
Ένα από τα χαρακτηριστικά της αριστερής αντιπολίτευσης, ήταν ότι επίσης έμαθε να αντιπολιτεύεται με έναν συγκεκριμένο τρόπο, μόνο. Αυτόν της γενικευμένης καταγγελίας των πάντων (η προοπτική της κυβέρνησης για την αριστερά φάνταζε τόσο μακρινή, σχεδόν δεν έπαιζε ως ενδεχόμενο, άρα το όχι σε όλα ήταν βολικό και δεν είχε επιπτώσεις στο προβλεπτό μέλλον), της εμπλοκής της, με έναν ιδιότυπο τρόπο, στην αναπαραγωγή μιας συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, μιας δημοσιοϋπαλληλικής παραεξουσίας, και μιας κομματικής επετηρίδας. Αυτό έμαθαν να κάνουν, αυτό θα συνεχίσουν να κάνουν και για το επόμενο διάστημα, μπορεί και να χειροτερεύσει κιόλας.
Δεν έχει μπει σε κρίση μόνο το μοντέλο διακυβέρνησης, δηλαδή, αλλά και αυτό της αντιπολίτευσης. Το πρώτο μοντέλο βγήκε στην επιφάνεια, συζητήθηκε και πλήρωσε μεγάλο μέρος των ευθυνών του. Το μοντέλο της αντιπολίτευσης πήρε παράταση, δεν μπήκε στην κρίση των εκλογέων. Ο λόγος είναι προφανής, μπήκε σε δεύτερη μοίρα, είχε και την «κάλυψη» του ΣΥΡΙΖΑ, μιας ανερχόμενης δύναμης δηλαδή, που ήταν ένας από τους κύριους φορείς αυτής της λογικής αλλά και γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ προσπάθησε να προσεταιριστεί εκλογικά ένα μέρος αυτής της «γραφειοκρατίας» με αντάλλαγμα μια κάλυψη, μια «ασυλία» καλύτερα.
Η συζήτηση αυτή θα γίνει και η ώρα που θα «πληρωθεί» το τίμημα και γι’ αυτή την νοσηρή διάσταση της κρίσης, βρίσκεται μπροστά μας. Καλό θα είναι να βγει στην επιφάνεια, πριν έρθει στην εξουσία! Με τη συμμετοχή της στην κυβέρνηση η ΔΗΜΑΡ μπορεί να το αναδείξει εξυγιαντικά.
Φυσικά, τα πλεονεκτήματα από μια συμμετοχή στην κυβέρνηση είναι κυρίως άλλα. Η αντιμετώπιση των καθαυτό προβλημάτων της κρίσης μέσα από την οπτική και την έμπρακτη εμπλοκή της, θα βοηθήσει, υποστηρίζω, στην δύσκολη αυτή φάση, να τα καταφέρουμε καλύτερα ως χώρα και, δικαίως, εφόσον το πιστεύει και συμβεί, να το πιστωθεί κιόλας, πολιτικά.
Επιπλέον, μπορεί να ανοίξει και την ατζέντα και σε νέα πεδία πολιτικής, αυτά που προσφέρουν πολλά «ισοδύναμα», όπως είναι το περιβάλλον, η ενέργεια, η κοινωνική οικονομία…