Οτι λάθος μπορούσε να κάνει η κυβέρνηση, κατάφερε να το κάνει μέσα στους πρώτους δύο μήνες. Υφεση, πιστωτική ασφυξία, εσωτερική στάση πληρωμών, κρούσματα νεποτισμού και αλαζονείας, απομόνωση της χώρας στην Ευρώπη, ερασιτεχνικοί χειρισμοί, επανεμφάνιση κουκουλοφόρων και, βέβαια, ένα κυβερνητικό σχήμα όπου τρεις λαλούν και δυο χορεύουν. Ο ένας υπουργός διαψεύδει τον άλλο, η μία δήλωση αναιρείται από την επόμενη, ενώ στη Βουλή το αντιδημοκρατικό σόου της Ζωής δεν έχει τέλος. Κι, όμως, μέσα σε αυτήν τη συγκυρία οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η στήριξη προς την κυβέρνηση για τη διαπραγματευτική της τακτική παραμένει στα ύψη. Τι συμβαίνει;
Η τρέχουσα ερμηνεία στον χώρο της αντιπολίτευσης είναι εμφανώς ανεπαρκής. Είναι πολύ νωρίς, λένε, για να εκφραστεί η δυσαρέσκεια: όποιος ψήφισε ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί τόσο σύντομα να αποδοκιμάσει την επιλογή του. Αλλά, βέβαια, δεν ψήφισε ΣΥΡΙΖΑ το 60%. Ούτε πολύ περισσότερο μπορεί να εξηγηθεί η αύξηση των ποσοστών της κυβέρνησης, σε ορισμένες τουλάχιστον έρευνες. Πόσω μάλλον όταν σχεδόν όλοι προειδοποιούν για τον κίνδυνο ενός Grexit και τις καταστροφικές συνέπειες που μπορεί να έχει η κυβερνητική πολιτική. Παρά τις αστοχίες και την καταιγιστική κριτική, η πεποίθηση «εκτός των τειχών» είναι ότι ο κ. Τσίπρας δίνει μάχη για να αποφύγει νέες περικοπές. Το παράδοξο είναι πως όσο παρατείνονται οι διαπραγματεύσεις, τόσο ενισχύεται η εντύπωση πως η κυβέρνηση «αντιστέκεται». Είναι αλήθεια βέβαια ότι η αγορά υποφέρει, ότι ήδη μιλάμε για μικρότερη ανάπτυξη και 40.000 περισσότερους ανέργους από τις προβλέψεις για το 2015. Αυτές, όμως, για μια μεγάλη μερίδα του πληθυσμού είναι ακόμα θεωρητικές απώλειες, που άλλωστε αποδίδονται στην προηγούμενη κυβέρνηση. Στον αντίποδα οι συνταξιούχοι ακούνε ότι δεν θα πειραχτούν οι συντάξεις, ενώ η κυβέρνηση με κάθε τρόπο καθιστά φανερό πως δεν έχει την παραμικρή πρόθεση να προχωρήσει μεταρρυθμίσεις στο Δημόσιο. Αντιθέτως θα επιχειρήσει να τις ανατρέψει και να επαναφέρει ό,τι ίσχυε πριν από την κρίση. Για τον πυρήνα των οπαδών του με άλλα λόγια, όσους εξαρτώνται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο από το κράτος, ο ΣΥΡΙΖΑ τηρεί τις υποσχέσεις του. Το ότι ονόμασε το κρέας ψάρι, εγκατέλειψε το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης και βασικές διαπραγματευτικές θέσεις, όπως τη διαγραφή του χρέους, ελάχιστα τους απασχολεί.
Μπροστά σε αυτήν την κατάσταση η αντιπολίτευση είναι εγκλωβισμένη σε μάχη οπισθοφυλακών. Κάνει σωστή κριτική στη διαπραγμάτευση, η θέση της, ωστόσο, είναι υπονομευμένη από το γεγονός ότι η ίδια δεν μπόρεσε να την ολοκληρώσει. Ετσι ουσιαστικά περιμένει να κάνει ο κ. Τσίπρας το λάθος. Τίποτα δεν μπορεί να αποκλειστεί. Και είναι πάντα στο τραπέζι η πιθανότητα να πάμε τον Ιούνιο σε εκλογές, καθώς ο κ. Τσίπρας δεν θα μπορεί να περάσει το νέο μνημόνιο από το κόμμα του. Σε αυτήν την περίπτωση ακόμα και αν τις κερδίσει, μπορεί να μιλάμε για έναν πολύ διαφορετικό ΣΥΡΙΖΑ, έναν ΣΥΡΙΖΑ που θα μετακινηθεί αποφασιστικά προς την Κεντροαριστερά. Υπάρχουν, όμως, και διαφορετικά σενάρια.
Το πρώτο είναι ο κ. Τσίπρας να αποφασίσει ότι δεν αντέχει τη συμφωνία και να επιλέξει τη ρήξη μέσα ή έξω από το ευρώ. Προφανώς θα επιζητήσει κάποιας μορφής νομιμοποίηση, όπου όμως η αντιπαράθεση θα πάρει εμφυλιοπολεμικά χαρακτηριστικά. Θα είναι το σενάριο Καμμένου με κατηγορίες για πέμπτη φάλαγγα και προδότες. Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο η πλευρά του ευρώ θα ποντάρει στο 70% των πολιτών που επιμένει ευρωπαϊκά. Ποτέ μην υποτιμάμε, ωστόσο, την απήχηση ενός ισχυρού συντεχνιακού εθνολαϊκισμού, που αποτελεί την ημιεπίσημη πια ιδεολογία των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.
Το δεύτερο σενάριο είναι πιο προκλητικό: ο κ. Τσίπρας να πετύχει μια καλή συμφωνία και να μπορέσει να την περάσει χωρίς σοβαρά προβλήματα στο κόμμα και στην κοινή γνώμη. Θα πρόκειται για το ελληνικό παράδοξο: θα έχουμε μια κυβέρνηση που θα έχει δεσμευτεί σε μεταρρυθμίσεις, τις οποίες, όμως, η ίδια θα εχθρεύεται. Μεταρρυθμίσεις χωρίς μεταρρυθμιστές. Ιδανική συνταγή αργού θανάτου. Η οποία, όμως, θα κρύβεται για ένα διάστημα πίσω από το θετικό πολιτικό κλίμα που θα υπάρξει, αλλά και τις καλές προοπτικές της οικονομίας εξαιτίας των μεταρρυθμίσεων που έχουν ήδη γίνει.
Η άλλη πλευρά του παραδόξου είναι ότι η αντιπολίτευση θα βρεθεί στα κρύα του λουτρού. Παραδοξολογώντας κι εμείς μπορούμε να πούμε πως όταν οι «αντιμνημονιακοί» αποκτήσουν το δικό τους μνημόνιο, οι «μνημονιακοί» δεν θα έχουν τι να πουν. Γιατί, βέβαια, ποτέ δεν κατάφεραν το μνημόνιο να το υποκαταστήσουν με μια θετική προοπτική για τη χώρα. Μήπως ήρθε η ώρα να το κάνουν;