Η Χάνα Αρεντ υποστήριζε πως υπάρχουν δυο «Αριστερές». Η πρώτη έχει ως κεντρικό της χαρακτηριστικό τον οίκτο και η δεύτερη τη δικαιοσύνη και τη μείωση των ανισοτήτων. Βεβαίως αν ζούσε σήμερα η Αρεντ θα μπορούσε να γράψει και για τη νεοφιλελεύθερη «Δεξιά του οίκτου». Ο νεοφιλελευθερισμός δεν αρνείται πως στο πλαίσιο της αγοράς παράγονται αυτά που ο Ζίγκμουντ Μπάουμαν αποκαλεί «κοινωνικά απορρίμματα». Θεωρεί όμως υπεύθυνα για αυτό τα ίδια «τα απορρίμματα» και όχι την αγορά. Ως λύση για αυτά «τα απορρίμματα» προτείνει τη δημιουργία ενός δικτύου ασφαλείας. Αυτό το νεοφιλελεύθερο «δίχτυ ασφαλείας» στην Ελλάδα εκλαμβάνεται ως «αριστερή ιδέα».
Για αυτήν την οικτίρμονα Αριστερά προοδευτικός στόχος είναι η υπεράσπιση των ασθενέστερων κοινωνικών στρωμάτων με μέσο τα επιδόματα και τις κρατικές παροχές. Η «πανουργία της ιστορίας» έφερε τη δική μας ριζοσπαστική Αριστερά να εντάσσει στους κόλπους της το «παλαιό» ΠαΣοΚ του Τζοχατζόπουλου για να αποθεώνουν όλοι αυτοί (από άγνοια των παγκόσμιων αλλαγών, από κεκτημένη ταχύτητα, από ιδεολογική ολιγωρία, ποιος ξέρει;) το δεξιό δίχτυ ασφαλείας. Το αποθανόν Πρόγραμμα Θεσσαλονίκης δεν ήταν τίποτε άλλο από το «αριστερό» όνομα του δεξιού δικτύου ασφαλείας.
Η σοσιαλδημοκρατική επιλογή, αντιθέτως, υποστηρίζει ένα κράτος που αφενός παρέχει σε όλους όσοι το επιθυμούν υπηρεσίες στην υγεία, στην παιδεία, στις συγκοινωνίες και στην ατομική ασφάλεια και αφετέρου ενισχύει την παραγωγική επιχειρηματικότητα. Μόνο έτσι δημιουργούνται προϋποθέσεις για ανάπτυξη και περισσότερα έσοδα. Η ανάπτυξη ευνοείται από το κράτος που εξοικονομεί στους πολίτες πόρους, είτε για κατανάλωση είτε για επενδύσεις. Το κράτος παροχής κοινωνικών υπηρεσιών δεν αποτελεί «δίχτυ» για τους ασθενέστερους, αλλά προϋπόθεση για την ανάπτυξη. Τα μέσα αυτής της πολιτικής είναι η δημοκρατική μεταρρύθμιση των δομών που παράγουν κοινωνικές ανισότητες και ασθενέστερους και η ανάδειξη της παιδευτικής διάστασης της Δημοκρατίας. Γιατί επιπροσθέτως η σοσιαλδημοκρατία προϋποθέτει παιδεία και τη συνάδουσα σε αυτήν αμφιβολία για τα πάντα, ακόμη και για τον εαυτό της. Η «Αριστερά του οίκτου» δεν είναι σοσιαλδημοκρατία, γιατί, πέραν όλων των άλλων, της λείπει η παιδεία της «Αναζήτησης» (Νίκος Θέμελης). Η σοσιαλδημοκρατία θέλει ορθολογικούς και όχι «αγανακτισμένους» πολίτες.
Σήμερα αυτή η σοσιαλδημοκρατία καλείται να εκφράσει μια πολιτική συμμαχιών της μισθωτής εργασίας με τα μεσαία στρώματα, μια πολιτική δηλαδή που θα πραγματοποιείται στο Κέντρο, αλλά όχι από το Κέντρο. Γιατί ιστορικά το πολιτικό Κέντρο υπάρχει μόνο εκεί όπου η πόλωση μεταξύ αστικής τάξης και μισθωτών στρωμάτων είναι κοινωνικά αδιαμεσολάβητη. Οπου όμως υπάρχουν ισχυρά αλλά και απειλούμενα μεσαία στρώματα εκεί τον λόγο έχει όχι το όποιο Κέντρο, αλλά η πολιτική της Σοσιαλδημοκρατίας (και της Κεντροδεξιάς) στο Κέντρο.
Ευελπιστώ πως το να υποστηρίζεις στην Ελλάδα πως Αριστερά δεν σημαίνει «οίκτος», αλλά ενίσχυση της κινητικότητας της δυναμικής κοινωνίας και πολιτικές στο Κέντρο δεν είναι κάτι σαν να προσδοκάς ο Επίσκοπος Καλαβρύτων και Αιγιαλείας να κατέβει σε συγκέντρωση υπέρ του συμφώνου συμβίωσης.
Και τι θα γίνει με τον πολιτικό φορέα αυτής της Σοσιαλδημοκρατίας; Ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης σε συνέντευξή του, που έδωσε στην Αγγελική Μπιρμπίλη στην «Athens Voice» (18-12-2015), με αφορμή την έκδοση του πολύ σημαντικού αυτοβιογραφικού, και όχι μόνο, βιβλίου του «Δρόμοι Ζωής» (Πόλις), φροντίζει να δείξει πως το ΠαΣοΚ ως η μεγαλύτερη συνιστώσα αυτού που θα μπορούσε να εκφράζει τον ελληνικό σοσιαλδημοκρατικό χώρο, «ολοκλήρωσε τον κύκλο του και θα έπρεπε να αναγεννηθεί, πρωτοστατώντας στη διαμόρφωση ενός ευρύτερου κινήματος της Κεντροαριστεράς, με επεξεργασμένο προγραμματικό λόγο και σαφές στίγμα». Ειρήσθω εν παρόδω, κάποιοι διάβασαν αυτό το βιβλίο ως μια ιστορική διαδρομή για το πώς συγκροτήθηκε και λειτούργησε το ΠαΣοΚ, στην ουσία όμως αυτό το βιβλίο είναι απλά μαθήματα προς «μαθητευόμενους» σοσιαλδημοκράτες για το πώς και με ποιους μπορεί να διαμορφωθεί ο ελληνικός σοσιαλδημοκρατικός πόλος, ο ένας εκ των δύο πολιτικών πόλων σε κάθε σύγχρονη δημοκρατία και ποιους θα βρει αντιπάλους σε αυτό το εγχείρημά του. Εδώ θα δει κανείς, πως αν θέλεις να κάνεις σοσιαλδημοκρατική πολιτική δεν μπορεί να βάζεις το κάρο, την εκλογή ηγεσίας, πριν από το άλογο, την προγραμματική πρόταση και την ιδεολογική ταυτότητα του ελληνικού σοσιαλδημοκρατικού χώρου.
Το μείζον είναι η αγωνία που εκφράζει ο Μάνος Ματσαγγάνης, εκφράζοντας έναν σοβαρό επιστήμονα, αλλά και τη σοβαρή πλευρά ενός αξιόλογου δυναμικού που βρίσκεται στο Ποτάμι, να προσδιοριστούν οι «πολιτικές δυνάμεις που θα υιοθετήσουν ένα ανορθωτικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων και εκσυγχρονισμών» (Το Βήμα, 25-12-2015). Οι κινήσεις των πολιτών και όχι οι κινήσεις των μηχανισμών, το άθροισμα των ιδεών και όχι η απαρίθμηση των προσώπων θα είναι το πεδίο πάνω στο οποίο θα κριθεί η μελλοντική ελληνική Σοσιαλδημοκρατία.