Είναι σίγουρα υπερβολικό να ασχοληθεί κανείς με πιθανές ελληνικές εκλογές. Μέσα στην ζοφερή πραγματικότητα της εισβολής σε μια ανεξάρτητη δημοκρατική χώρα, από τον πουτινικό ολοκληρωτιςμό. Αλλά εδώ και μέρες ανθεί μια περίεργη αρθρογραφία για δύο ανύπαρκτα θέματα και κάποιες φορές από φίλιους προς την κυβέρνηση αρθρογράφους και ΜΜΕ. Πρόκειται για την αρθρογραφία περί προώρων εκλογών και για την «ανάγκη» να ξαναψηφιστεί ο εκλογικός νόμος.
Όσον αφορά τις πρόωρες εκλογές η συζήτηση έρχεται και επανέρχεται με δόσεις κινδυνολογίας ενώ δεν υπάρχει κανένα τέτοιο κλίμα στην κοινωνία. Το θέτει ο Α. Τσίπρας στην απέλπιδα προσπάθεια να αναβάλει την ανοικτή κρίση στο κόμμα του αλλά και ελπίζοντας ότι κάποιοι αφελείς θα τον βοηθήσουν να δημιουργήσει κλίμα αστάθειας στη χώρα.
Βέβαια η κοινωνία μας, όπως και όλες οι ευρωπαϊκές κι όχι μόνο, βιώνουν το κλίμα του πολέμου και της συνεπαγόμενης οικονομικής κρίσης που τις κάνει πιο ανασφαλείς. Αλλά το επιπλέον ερώτημα είναι γιατί κύκλοι προσκείμενοι στην κυβέρνηση ρίχνουν το δικό τους λάδι στη φωτιά της δημιουργίας κλίματος αστάθειας. Σαν μερικοί να θέλουν να μας επαναφέρουν στο 2009 όταν ο Κώστας Καραμανλής δραπέτευσε μέσω εκλογών…
Το δεύτερο θέμα είναι πιο σοβαρό. Είναι αδύνατο στην κυβέρνηση να ξανά ψηφίσει εκλογικό νόμο που η ίδια ψήφισε για να μπορεί να κερδίσει την αυτοδυναμία με μια δυο μονάδες λιγότερο ποσοστό (από το 37- 38 στο35- 36 %). Η κοινή λογική λέει ότι αν προβεί σε αυτό το απονενοημένο διάβημα θα χάσει τουλάχιστον δύο μονάδες σε ψήφους εξ αιτίας της απώλειας της αξιοπιστίας της. Οπότε για τι να το κάνει;
Βέβαια δεν είναι τυχαίο ότι ο πρωθυπουργός έχει κατηγορηματικά και πολλές φορές αρνηθεί ως ανύπαρκτα και τα δύο θέματα. Και επιμένει να τα αρνείται.
Αν θέλουμε να μιλήσουμε ψύχραιμα η κυβέρνηση αυτή δεν έχει κάνει τα σοβαρά εκείνα λάθη που μειώνουν την αξιοπιστία της. Αντίθετα διαχειρίστηκε τις τόσες απανωτές κρίσεις, τα γεγονότα που έλεγε ο αείμνηστος Μακ Μίλαν, με αρκετή ψυχραιμία.
Έκανε λάθη στη διαχείριση των πυρκαγιών και της πρόσφατης κακοκαιρίας αλλά δεν κρύφτηκε σαν τον Α. Τσίπρα με τις συσκέψεις και τα Καναντέρ…
Δεν βαρύνεται με σκάνδαλα στη διαχείριση των δημόσιων υποθέσεων έστω κι αν έχει κι αυτή στο ενεργητικό της καθυστερήσεις και παραλείψεις . Καθυστερεί το πρόγραμμα των μεταρρυθμίσεων που η ίδια έχει υποσχεθεί αλλά μέσα σε τόσες κρίσεις έχει τις δικαιολογίες της. Και σ αυτόν τον τομέα έχει μια αντιπολίτευση που δεν βοηθάει με την ανυπαρξία της.
Όλοι γνωρίζουμε τις παθογένειες του πολυπρόσωπου πολιτικού μας συστήματος. Αν εκτιμήσουμε με ψυχραιμία το υπάρχον έχουμε να κάνουμε με τη απόλυτη κυριαρχία της νοοτροπίας ΚΚΕ. Με την έννοια της κυριαρχίας ενός κλίματος εκτός πραγματικότητας στις δυνάμεις της αντιπολίτευσης. Ήτοι έχουμε να κάνουμε με το κλασσικό ΚΚΕ, τα δύο «ριζοσπαστικά» ΚΚΕ-γενή, δηλαδή το ΣΥΡΙΖΑ και το ΜΕΡΑ25, ένα ΚΚΕ της άκρας Δεξιάς και ένα ερωτηματικό για το ΚΙΝΑΛ.
(Αυτό, το εκτός πραγματικότητας πολιτικό τοπίο, αναδείχθηκε και στην συναυλία τόσων καλλιτεχνών στα Προπύλαια. Με το πρωτοφανές εφεύρημα απόκρυψης του αιμοσταγούς θύτη στην Ουκρανική κόλαση, με το πρόσχημα της ειρήνης,).
Έλλειμμα αξιωματικής Αντιπολίτευσης
Από αυτό το πολιτικό τοπίο προκύπτει το διαρκές πρόβλημα της έλλειψης, πρωτίστως αξιωματικής, αντιπολίτευσης στη χώρα. Το έλλειμμα αυτό κατά τη γνώμη μου ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να το καλύψει. Κι όσο κι αν καθυστερεί να εκδηλωθεί δημόσια η βαθειά κρίση που διέρχεται, δεν θα μπορέσουν να την αποφύγουν. Η κρίση αυτή - ενώ είναι πρόβλημα δομής και ιδεολογίας της Αριστεράς- εμφανίζεται ως έλλειμμα ηγεσίας με την έννοια ότι ο Α. Τσίπρας δεν διαθέτει την μορφωτική επάρκεια να προσαρμόσει το κόμμα του στις νέες συνθήκες. Αλλά αυτό το έλλειμμα αφορά την παράταξη στο σύνολό της.
Ο νέος ρόλος του ΚΙΝΑΛ
Είναι γεγονός ότι παρά τις καλές προθέσεις της αείμνηστης Φ. Γεννηματά το ΚΙΝΑΝ επιβίωνε ταλαντευόμενο, μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, στο κενό.
Όμως το κενό αυτό ήρθε, όχι να το καλύψει αλλά, να το επισημάνει, η ηχηρή παρουσία των πολιτών στην εκλογική αναμέτρηση για επιλογή νέου αρχηγού στο ΚΙΝΑΝ-ΠΑΣΟΚ. Δίνοντας ένα μήνυμα για την ανάγκη ανανέωσης του χώρου, με την καθαρή εκλογή του Ανδρουλάκη. Και οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η επισήμανση αυτή συνεχίζει να ισχύει. Και «προτρέπεται» το ΚΙΝΑΛ-ΠΑΣΟΚ να αποκτήσει εκείνο δυναμική αξιωματικής αντιπολίτευσης οι οποίες και να επικυρωθούν στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση. Είναι ένα νέο δύσκολο αλλά ελπιδοφόρο στοιχείο της πολιτικής μας πραγματικότητας και εναπόκειται στην ηγεσία του να το πραγματοποιήσει. Η χώρα χρειάζεται δύο τουλάχιστον συστημικά, δηλαδή ευρωπαϊκά ,κόμματα.
Πρωθυπουργός δύο θητειών
Ο πρωθυπουργός, αν εξαιρέσουμε τον ατυχή ανασχηματισμό του καλοκαιριού που ευτυχώς ξεπεράστηκε, κυβερνά με σύγχρονο τρόπο και αξιοσημείωτη θεσμική συνέπεια. Δεν βαρύνεται με πράξεις και παραλείψεις που θα τον «τσαλάκωναν». Όσο κι αν το προσπαθεί ο Α. Τσίπρας με ύφος και λεξιλόγιο που παραπέμπει στον λεγόμενο εκτσογλανισμό του δημόσιου βίου.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αποτελεί το ισχυρό χαρτί της κυβέρνησης και της χώρας. Μάλιστα αντιμετωπίζει τις τόσες κρίσεις με τρόπο υπεύθυνο, με σεβασμό στο διεθνές δίκαιο, με επιμονή στις συμμαχίες και τον προσανατολισμό της χώρας. Τόσο απέναντι στον αναθεωρητισμό της Τουρκίας όσο και στην περιπέτεια στην οποία έριξε μια ανεξάρτητη χώρα την πολύπαθη Ουκρανία, την Ευρώπη και τον κόσμο ο ολοκληρωτισμός του Πούτιν.
Μια εκτίμηση που είχαμε κάνει στην αρχή της θητείας του ότι είναι πρωθυπουργός δύο τετραετιών, εξακολουθεί εκτιμούμε να ισχύει, με το δεδομένο ότι στην πολιτική δεν υπάρχουν βεβαιότητες . Βέβαια και η ΝΔ ως κόμμα δεν είναι άμοιρη παθογενειών και καθυστερήσεων που διέπουν και τα άλλα κόμματα παρά το ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης δείχνει να ελέγχει περισσότερο τα πράγματα απ ότι π.χ. ο Κώστας Σημίτης στην δική του εποχή.
Για να επανέλθουμε στο αρχικό ερώτημα. Αυτή η παραφιλολογία περί προώρων εκλογών και αλλαγής του ψηφισμένου από την κυβέρνηση εκλογικού νόμου έχει, εκ των πραγμάτων, στόχο το τσαλάκωμα του πρωθυπουργού για να καταστεί ελέγξιμος. Κι αυτό δεν είναι τόσο αθώο. Κάποιοι, σε όλο το πολιτικό φάσμα, ίσως δεν αντιλαμβάνονται ότι μια τέτοια αρθρογραφία συμβάλλει στο να οδηγηθεί η χώρα στην αστάθεια σε κρίσιμες περιόδους.