Είναι αυτονόητο ότι, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ το 2016 άλλαζε το εκλογικό σύστημα και ψήφιζε την απλή αναλογική, είχε ως βασική επιδίωξη τη διεκδίκηση πρωταγωνιστικού ρόλου στη διακυβέρνηση της χώρας, ακόμα και μετά τη διαφαινόμενη, από τότε, εκλογική ήττα του. Μπορεί να μην κατάφερε να επιβάλει μια τέτοια συνθήκη στις εκλογές του 2019, αφού δεν συγκέντρωσε την απαραίτητη πλειοψηφία των δύο τρίτων του όλου αριθμού των βουλευτών, κυρίως λόγω της σταθερής θέσης του ΠΑΣΟΚ να καταψηφίσει την απλή αναλογική, αλλά έχει την ευκαιρία να το επιχειρήσει στις εκλογές του 2023. Αυτή τη φορά βέβαια δεν προβάλλει ως επιχείρημα το δανεικό τσιτάτο «μεγάλη αναταραχή, θαυμάσια κατάσταση» που δόξασε την αλήστου μνήμης και τόσο επώδυνη για τη χώρα διακυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, αλλά την ανάγκη για «προοδευτική κυβέρνηση». Παράλληλα, ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, στις πρωτοβουλίες του οποίου ως πρωθυπουργού τότε οφείλεται η σημερινή περιπέτεια της απλής αναλογικής, προαναγγέλλει ότι θα συμμετέχει στο σχηματισμό μιας τέτοιας προοδευτικής κυβέρνησης μετά τις εκλογές με απλή αναλογική, μόνο αν πρόκειται για συγκυβέρνηση «νικητών και όχι ηττημένων». Αποδεικνύει έτσι για άλλη μια φορά την πολιτική αμετροέπειά του σε σχέση με νόμο που ο ίδιος ψήφισε, αλλά και την πρόθεση καταδολίευσης της βούλησης του εκλογικού σώματος, αν τελικά αυτή δεν τον συμφέρει.
Η απλή αναλογική και η «προοδευτική κυβέρνηση» είναι οι δύο όψεις της ίδιας πολιτικής μπλόφας που έστησε ο ΣΥΡΙΖΑ. Είτε η χώρα και το πολιτικό σύστημα θα συρθούν στην αναζήτηση μιας αδύνατης ή ακόμα και εύθραυστης κυβερνητικής πλειοψηφίας, που θα εγκλωβίσουν ουσιαστικά το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής σε διερευνητικές συνομιλίες με τον «μεταμνημονιακό» ΣΥΡΙΖΑ και το Μέρα 25 της «ανυπότακτης χρεοδουλοπαροικίας», είτε τη λύση θα τη δώσει η κυρίαρχη λαϊκή βούληση στις δεύτερες εκλογές με ενισχυμένη αναλογική. Σε κάθε περίπτωση, η «μπλόφα» θα πρέπει να παραμεριστεί, ακόμα και ως αδιανόητη πολιτική φάρσα του τύπου «προοδευτικής κυβέρνησης» με ΣΥΡΙΖΑ και Μέρα 25.
Οι διπλές εκλογές είναι τελικά δύο εκλογές σε μία. Και τούτο γιατί η μεν Ν.Δ. διεκδικεί την αυτοδυναμία, χωρίς να είναι σίγουρο ότι θα την κατακτήσει, το δε ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής διεκδικεί να αυξήσει σημαντικά τα ποσοστά του, αφαιρώντας ενδεχομένως την αυτοδυναμία από το πρώτο κόμμα. Σε αυτή την εξίσωση θα μετρήσουν στην κρίση του εκλογικού σώματος οι καθαρές θέσεις για τη διακυβέρνηση χώρας και κυρίως η εμπιστοσύνη των πολιτών σε αξιόπιστες προγραμματικές προτάσεις για τη δίκαιη ανάπτυξη, την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης, την ποιότητα της Δημοκρατίας και του Κράτους δικαίου, την ασφάλεια και τις μεταρρυθμίσεις. Σε αυτά θα κριθεί η διακυβέρνηση και η πολιτική σταθερότητα στις εκλογές και όχι στις επιχειρούμενες μπλόφες.
Σε μια περίοδο που η Ευρώπη και μέσα σε αυτή η Ελλάδα επηρεάζονται από τις επιπτώσεις πολλαπλών κρίσεων ως μια νέα κανονικότητα, η δρομολογημένη πολιτική πόλωση και η τοξικότητα της αντιπαράθεσης ενέχουν τον κίνδυνο να μην μπορεί κανείς να συνομιλήσει με κανέναν την επομένη μέρα και να κατασκευαστούν πλαστά αδιέξοδα. Ο μεγαλύτερος δε κίνδυνος είναι ότι αυτή η κατάσταση μπορεί να οδηγήσει σε αποχή ενός απογοητευμένου και σιωπηρά διαμαρτυρόμενου μέρους του εκλογικού σώματος. Επομένως, στην επερχόμενη εκλογική αναμέτρηση, ακόμα και οι διπλές εκλογές είναι προτιμότερες για να αποφευχθούν περιπέτειες για τη χώρα, αλλά και για να ανακτηθεί η εμπιστοσύνη των πολιτών στις δυνάμεις που μπορούν και θέλουν να δώσουν λύση.
Πηγή: www.tanea.gr