Ο Σπύρος (Λυκούδης), χθες, με τις συγκεκριμένες αναφορές που έκανε σε διάφορα σημεία του κειμένου των θέσεων, μας έδωσε μια ιδιαίτερα αποκαλυπτική περιγραφή για το περιεχόμενο και την ποιότητα του κειμένου και δεν χρειάζεται να επιμείνει κανείς περισσότερο: ένα κείμενο, φλύαρο, με σωστά και λάθη αντάμα, γενικόλογο, βαθιά αντιφατικό. Επιγραμματικά θα κάνω δυό-τρεις επισημάνσεις:
Διερωτώμαι τι απομένει από τη βασική μας άποψη, πως ήταν η κρίση που έφερε το μνημόνιο και δεν ήταν το μνημόνιο που έφερε την κρίση, μετά από τη σκληρή αντιμνημονιακή ρητορεία που διατρέχει σχεδόν όλο το κείμενο των θέσεων. Είναι φανερό πως με όχημα αυτές τις θέσεις διολισθαίνουμε και διεκδικούμε κι εμείς, για προφανείς λόγους επιβίωσης, μια «εύκολη» θέση στο ετερόκλητο αντιμνημονιακό στρατόπεδο.
Δεν κατάλαβα πώς και γιατί, ίδιες πολιτικές, όσο είμαστε στην κυβέρνηση τις θεωρούσαμε επιβεβλημένες, τις ψηφίζαμε και τις εφαρμόζαμε και ως δια μαγείας μετά την αποχώρησή μας από την κυβέρνηση, τις μετονομάζουμε σε νεοφιλελεύθερες και τις καταδικάζουμε. Αυτό το πνεύμα και αυτή η κραυγαλέα αντιφατική επιχειρηματολογία διέπει όλο το κείμενο των θέσεων. Αυτά που πριν τα κρίναμε αναγκαία σήμερα τα καταδικάζουμε. Αυτά που πριν τα ορεγόμαστε, σήμερα τα φτύνουμε. Δεν αντιλαμβάνονται όμως οι συντάκτες του πως έτσι αποκαλύπτεται ως υποκριτικός ο πολιτικός μας λόγος, πως έτσι αυτοϋπονομεύουμε την έννοια της αριστεράς της ευθύνης, πως έτσι ευτελίζεται συνολικά η πολιτική μας προσπάθεια;
Δεν κατάλαβα γιατί μπήκαμε και γιατί βγήκαμε από την κυβέρνηση. Σας παραπέμπω στα σχετικά κεφάλαια κι αν βγάλετε συμπέρασμα να μου το πείτε.
Μετανιώσαμε γιατί μπήκαμε στην κυβέρνηση; Ας το πούμε καθαρά. Αυτό που δεν επιτρέπεται, όμως, αναφορικά με αυτή μας την απόφαση (γιατί προσβάλλει όσους μας πίστεψαν, αλλά και δεν τιμά ούτε εμάς τους ίδιους), είναι ό,τι, τελικώς απορρέει, ως έμμεση ομολογία από το κείμενο: πως είδαμε φως και μπήκαμε! Και μόλις καταλάβαμε τι κάναμε, τρομάξαμε μπρος στις δυσκολίες του εγχειρήματος. Αντιμετωπίζοντάς το φοβικά, αγνοήσαμε τους υψηλούς στόχους και το μεγαλείο αυτής της προσπάθειας. Κυριάρχησε ο φόβος και ο πανικός του πολιτικού κόστους και ψάχναμε την ευκαιρία για να βγούμε! Έχουμε μιλήσει ξανά, για τον κλειστοφοβικό και αντιδημοκρατικό τρόπο με τον οποίο λειτουργήσαμε και λειτουργούμε. Δεν θα επεκταθώ επίσης αυτού.
Μετά την αποχώρηση από την κυβέρνηση μπήκαμε στις παλινωδίες και τις αντιφάσεις της αναζήτησης ενός νέου ρόλου μας στα πολιτικά πράγματα: ομνύαμε στην κυβερνητική σταθερότητα και ταυτόχρονα αποχωρούσαμε απ’ την κυβέρνηση• απευχόμαστε τις εκλογές και συγχρόνως προκαλούσαμε κυβερνητική κρίση• υπερψηφίσαμε τον προϋπολογισμό και καταψηφίζαμε την εφαρμογή του.
Είναι προφανές πως δεν υπάρχουν πολιτικές δικαιολογίες για μια απόφαση που πάρθηκε γιατί (θεωρήθηκε πως) έτσι βολεύονταν οι προσωπικές βλέψεις μιας μερίδας στελεχών της ηγεσίας! Είναι επίσης προφανές πως αυτή η μακρόσυρτη και αντιφατική αφήγηση των θέσεων, έχει στόχο. Τη σταδιακή διολίσθηση από την «κυβερνώσα αριστερά» στην αριστερά του εύκολου αντιπολιτευτισμού και της καταγγελίας. Προγραμματική αντιπολίτευση θα επιχειρήσουμε να την ονομάσουμε εκ νέου. Όπως τη λέγαμε πριν μπούμε στην κυβέρνηση. Περσινά ξινά σταφύλια…
Όλοι γνωρίζουμε πως αυτή την παλινωδία δεν μπορούν να την παρακολουθήσουν οι καλόπιστοι πολίτες. Δεν έχει ακροατήριο. Είναι νομοτελειακό πως το τέρμα αυτής της αδιέξοδης πορείας το οριοθετεί ο Σύριζα.
Αυτή η προοπτική της «επανόδου» στην «κομμουνιστογενή» μας μήτρα ακυρώνει συνολικά όλο το εγχείρημα της Δημάρ, υπονομεύει το αίτημα, ναρκοθετεί το αναγκαίο για τη χώρα εγχείρημα ουσιαστικής ανασυγκρότησης του φιλοευρωπαϊκού μεταρρυθμιστικού χώρου. Αδιαφορεί, όμως, αυτή η ομάδα της ηγεσίας, (αυτή η ομάδα που εκόντες άκοντες, με κίνδυνο υπονόμευσης της ίδιας της πορείας σωτηρίας της χώρας, μας έβγαλε από την κυβέρνηση), για αυτές τις πιθανές οδυνηρές συνέπειες. Η «επαναπροσέγγιση» και προοπτικά η «επάνοδος» στο ΣΥΡΙΖΑ είναι το νέο ανομολόγητο σχέδιο, αυτής της κλειστής ομάδας, με ενδιάμεσο απολύτως ελεγχόμενο όχημα τον «δικό μας, τρίτο πόλο». Τον επιχειρούμε το ίδιο φοβικά, όπως και τη συμμετοχή μας στην κυβέρνηση. Δεν μας ενδιαφέρει τι μαζεύουμε, αρκεί να μπορούμε να το διαχειριστούμε και να το ελέγχουμε. Ακόμη και τον Καστανίδη και το Λοβέρδο και το Μπεγλίτη και τον ή την… Καλούμαστε να παραβλέψουμε, για μια ακόμα φορά, πως αυτά τα άνευ αρχών ανεμομαζώματα, συνεπάγονται ακόμη πιο εύκολα διαολοσκορπίσματα. Καλούμαστε να σβήσουμε από τη μνήμη μας το Μιχελογιαννάκη, το Βουδούρη, το Μουτσινά…
Άκουσα τον πρόεδρο και άλλους συντρόφους να επισημαίνουν κινδύνους ρευστοποίησης του κόμματος, αν υιοθετήσουμε την πρόταση των «58». Μα υπάρχει μεγαλύτερη ρευστοποίηση από αυτήν που προτείνουμε ως Δημάρ, προσφέροντας στέγη και συνεργασία σε όλα τα αζήτητα του Πασόκ, σε όσους απέτυχαν να προσεγγίσουν το Σύριζα;
Εχθρός σ αυτό το σχέδιο είναι η πρόταση «58». Μια ανοιχτή πρόταση διαλόγου και συνεργασίας του μεταρρυθμιστικού χώρου, χωρίς δεσμεύσεις, χωρίς πολιτικές και οργανωτικές ρευστοποιήσεις, αλλά και χωρίς apriori, αποκλεισμούς. Μια πρόταση που υποχρεούμαστε, πλέον, να την κάνουμε, όταν μόνοι μας, με τη φυγή μας από την κυβέρνηση, απεμπολήσαμε το ηθικοπολιτικό πλεονέκτημα να αποτελέσουμε εμείς τον πόλο ανασυγκρότησης της προοδευτικής παράταξης.
Όμως το σχέδιο είναι άλλο. Και για να πολεμηθεί η πρόταση των «58» αναβίωσαν και επιστρατεύθηκαν, οι πιο ανατριχιαστικές θεωρίες που εξέθρεψε η σταλινική παράδοση του αριστερού κινήματος. Καταγγέλθηκαν επιχειρήσεις κομματικής ρευστοποίησης- «λικβινταρισμού» κατά τη σταλινική γλώσσα. Ανακαλύφθηκαν εσωτερικοί εχθροί, που παίζουν αντικειμενικά, γιατί όχι και υποκειμενικά, το ρόλο του υπονομευτή και του πράκτορα του εχθρού. Περιφρονείται η ενυπόγραφη έκκληση 300 και πλέον στελεχών και μελών του κόμματος, να πούμε ναι σ αυτόν τον διάλογο. Παραβλέπεται το γεγονός πως μόλις 12% όσων ψήφισαν Δημάρ στις τελευταίες εκλογές, συντάσσονται με την πρόταση της ηγεσίας, ενώ ένα 40% συντάσσεται με την πρόταση των «58», όπως έδειξε πρόσφατη δημοσκόπηση.
Επιτρέψτε μου να κλείσω με μια προσωπική αναφορά, αφού είμαι ένας από τους στόχους, από τους ονοματισμένους υπονομευτές. Όλοι έχουμε την ιστορία μας στο αριστερό κίνημα και θα κριθούμε από τη συνολική διαδρομή μας. Προσωπικά από μικρό παιδί, σχεδόν μισό αιώνα πριν, υπάρχω κι εγώ, συμμέτοχος , αρωγός στις συλλογικές προσπάθειες ανανέωσης του αριστερού κινήματος. Ποτέ δεν διεκδίκησα κανένα αξίωμα, κανένα οφίτσιο, δεν ζήτησα τίποτε για τον εαυτό μου. Μου αρκούσε η συλλογική προσπάθεια και ο στόχος. Για να αναφερθώ μόνο στο πρόσφατο παρελθόν: μαζί με τον αείμνηστο Μιχάλη ( Παπαγιαννάκη), αλλά και αρκετούς από σας, φτιάξαμε το 2006 την ΑΡΣΗ, μια προσπάθεια με παρόμοιους στόχους μ’ αυτήν των «58», στις τότε συνθήκες. Τότε συμμετείχατε σε αυτή την προσπάθεια, αρκετοί από τη σημερινή ηγεσία, σήμερα επειδή δεν σας βολεύει, την καταγγέλλετε. Γνωρίζετε καλά πως η δημιουργία της Δημάρ δεν είναι μόνο δική σας υπόθεση, είναι και δική μας και δική μου υπόθεση. Σήμερα όμως κάποιοι από σας αλλάζετε ρότα, γιατί έτσι βολεύει τα προσωπικά σας σχέδια και επιχειρείτε να σύρετε την κοινή μας υπόθεση στο κενό.
Δεν έχω καμιά τύψη, ίσα- ίσα νιώθω περηφάνια για τη συμμετοχή μου στην πρωτοβουλία των «58». Τη βλέπω απολύτως συμβατή με όλη την πολιτική διαδρομή μου και με τις ιδρυτικές αρχές της Δημάρ.
Και κάτι τελευταίο: δεν είναι απλώς υποκριτικό, είναι απολύτως προσβλητικό και δεν το ανέχομαι να γίνονται κήνσορες και υποψήφιοι δικαστές μου, αυτοί που πριν τέσσερα χρόνια, όντας και παραμένοντας στην ηγεσία του Συνασπισμού, προπαγάνδιζαν και ψήφιζαν άλλο κόμμα στις ευρωεκλογές του 2009!