Δημόσιος πολιτικός διάλογος

Χρίστος Αλεξόπουλος 19 Μαϊ 2019

Ο δημόσιος πολιτικός διάλογος ως δυνατότητα κοινοποίησης πληροφοριών, απόψεων και οπτικών προσέγγισης της πραγματικότητας στους διάφορους τομείς δραστηριοποίησης των κοινωνιών με στόχο την δημιουργία των προϋποθέσεων για την σφαιρική και σε βάθος ενημέρωση των πολιτών και την διαμόρφωση πολιτικής στάσης, η οποία βασίζεται στην επεξεργασία και ανάλυση του περιεχομένου του διαλόγου, αποτελεί βασική παράμετρο της δημοκρατικής λειτουργίας και της συνειδητής κοινωνικής πορείας προς το μέλλον.

Αυτό βέβαια είναι εφικτό, εάν ο διάλογος γενικότερα (όχι μόνο στην Βουλή) πληροί ορισμένες προϋποθέσεις και σε τρία σημαντικά πεδία, που αναπτύσσεται στην σύγχρονη εποχή, σε διαφορετικό βαθμό βέβαια σε κάθε ένα από αυτά, δηλαδή στο επίπεδο της κοινωνίας πολιτών, στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και στην ψηφιακή πραγματικότητα των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.

 

Η ποιότητα του δημόσιου πολιτικού διάλογου εξαρτάται από το περιεχόμενο και τον αποδέκτη του εκφερόμενου λόγου, δηλαδή αν απευθύνεται στην λογική σκέψη ή στο συναίσθημα. Αποφασιστικό ρόλο σε αυτή την διεργασία παίζει το πολιτικό σύστημα και ο διάλογος στο εσωτερικό του σε συνδυασμό με τον βαθμό προγραμματικής ανταπόκρισης του στις ανάγκες της δυναμικής της εξέλιξης.

Στην Ελλάδα τόσο τα κόμματα όσο και το πολιτικό προσωπικό συνήθως «διαλέγονται» με λογική «καφενείου», ενώ το περιεχόμενο του εκφερόμενου λόγου διαπερνάται από ιδεολογήματα και δεν παρουσιάζει την ρεαλιστική αποτύπωση της πραγματικότητας ούτε εγγυάται την λειτουργική και βιώσιμη διαχείριση της στην προοπτική του χρόνου.

Γι’ αυτό εκφυλίζεται σε κενές πολιτικού περιεχομένου αντιπαραθέσεις με αντικείμενο την ικανότητα των αντιπάλων να διαχειρισθούν την κυβερνητική εξουσία και την εντιμότητα και ηθική τους ακεραιότητα (πάντα στο επικοινωνιακό επίπεδο βέβαια).

Δεν είναι τυχαία η κυριαρχία της σκανδαλολογίας και της χωρίς αποτελεσματικότητα ενασχόλησης με την διαφθορά, που αφορά μόνο τους άλλους, αν και οι διαστάσεις της εκτείνονται στο μεγαλύτερο μέρος της κοινωνικής δραστηριοποίησης. Αρκεί να αναφερθούν το πελατειακό σύστημα, η συντεχνιακή λογική, και ο υψηλός βαθμός διαφθοράς στις κοινωνικές συναλλαγές (π.χ. φοροδιαφυγή, «φακελάκι»).

 

Ουσιαστικά ο δημόσιος πολιτικός διάλογος συντίθεται από παράλληλους μονόλογους, οι οποίοι απευθύνονται στο συναίσθημα των πολιτών, ενώ το περιεχόμενο τους έχει έντονα συγκρουσιακά χαρακτηριστικά, διαμορφώνει κλίμα πόλωσης μεταξύ των κομμάτων και επηρεάζει αρνητικά την κοινωνία με τον εκφερόμενο διχαστικό λόγο.

Αυτές οι συνθήκες δημιουργούν τις προϋποθέσεις για μια κοινωνική πορεία χωρίς δυναμική και συμπόρευση με τις εξελίξεις σε ευρωπαϊκό και ευρύτερα πλανητικό επίπεδο. Αν μάλιστα συνυπολογισθούν ο ταχύς ρυθμός κοινωνικής γήρανσης και τα ζωτικής σημασίας για την λειτουργικότητα του μοντέλου οργάνωσης της κοινωνίας προβλήματα (παγκόσμιας εμβέλειας ανισορροπίες, όπως είναι η κλιματική αλλαγή με τις επιπτώσεις της, μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών κ.λ.π.), τότε απειλείται η βιωσιμότητα της κοινωνίας σε βάθος χρόνου.

 

Με αυτά τα δεδομένα δεν ενεργοποιούνται δυναμικά και οι δομές της κοινωνίας πολιτών. Αναπαράγουν έναν εσωστρεφή προσανατολισμό στο παρελθόν και με βάση αυτόν νομιμοποιούν την δραστηριοποίηση τους. Σε συνδυασμό μάλιστα και με την  επικοινωνιακή πρακτική του πολιτικού συστήματος να απευθύνεται ο λόγος του στο συναίσθημα και να «οικοδομεί» ένα φαντασιακό μέλλον, το οποίο στηρίζεται στις «φιλολαϊκές» ή «πατριωτικές» του προθέσεις και όχι σε ρεαλιστικό μακροπρόθεσμο σχεδιασμό, η στασιμότητα και η συνεχής μεγέθυνση της απόστασης από την δυναμική της εξέλιξης σε ευρωπαϊκό και σε πλανητικό επίπεδο οδηγεί στην παγίωση παρακμιακών συνθηκών.

Σε αυτό το πλαίσιο η ανάπτυξη πολιτικού διαλόγου στο επίπεδο της κοινωνίας πολιτών είναι «όνειρο θερινής νυκτός». Ο πολιτικός ανορθολογισμός δεν αφήνει πολλά περιθώρια ενεργοποίησης διαδικασιών διαλόγου, που θα επιτρέψουν την προσέγγιση του κοινωνικού συμφέροντος, το οποίο θα μπορούσαν να εκφράσουν οι δομές της κοινωνίας πολιτών ανάλογα με τον τομέα δραστηριοποίησης τους και να κάνουν διάλογο με το πολιτικό σύστημα. Γι’ αυτό τα κόμματα αντιμετωπίζουν και χρησιμοποιούν τις διάφορες κοινωνικές δομές ως προεκτάσεις τους (μαζικούς χώρους) για την αποκόμιση εκλογικού οφέλους.

 

Τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και ιδιαιτέρως τα εικονικά, αποτυπώνουν αυτή την νοσηρή κατάσταση, που κυριαρχεί στον δημόσιο «πολιτικό διάλογο», με την υποκατάσταση της απουσίας περιεχομένου με τον εντυπωσιασμό και την φαντασιακή προσέγγιση της πραγματικότητας ανάλογα με τις πολιτικές σκοπιμότητες, που υπηρετούν.

Πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η σκανδαλολογία, που διαπερνά τον δημόσιο «πολιτικό διάλογο». Η εικονική του αποτύπωση στα ΜΜΕ γίνεται με ιδιαίτερη επιμέλεια, ώστε να αυξάνεται η τηλεθέαση, με ό,τι αυτό συνεπάγεται οικονομικά με την αξιοποίηση της διαφήμισης. Παράλληλα δημιουργείται το επιδιωκόμενο πολιτικό κλίμα, ενώ διαμορφώνονται οι επιθυμητές πολιτικές στάσεις στους πολίτες.

Με αυτό τον τρόπο όμως δεν οικοδομούνται οι απαραίτητες συνθήκες για την μορφοποίηση και έκφραση του κοινωνικού συμφέροντος, ενώ ταυτοχρόνως συρρικνώνεται η δημοκρατική λειτουργία, διότι οι πολίτες δεν προσλαμβάνουν ούτε επεξεργάζονται νοητικά την πραγματικότητα αλλά μια εικονική της εκδοχή, ανάλογα με την οπτική προσέγγισης της από τα ΜΜΕ, οπότε κάνουν τις πολιτικές τους επιλογές χωρίς να συνειδητοποιούν τις επιπτώσεις τους.

Ακόμη πιο μακριά από την πραγματικότητα κινούνται τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, στο μέτρο που η κοινωνική συνείδηση δεν αποτελεί σημείο αναφοράς της ατομικής δραστηριοποίησης στο ψηφιακό πεδίο, ενώ παράλληλα δεν λειτουργεί συνεκτικά το σύστημα κοινωνικών αξιών, που οριοθετεί τις κοινωνικές σχέσεις και δράσεις.

 

Με αυτά τα ποιοτικά χαρακτηριστικά ο δημόσιος πολιτικός διάλογος, ανεξάρτητα από τον τομέα που γίνεται, δεν πληροί τις προϋποθέσεις για να λειτουργεί ως ασπίδα κατά του λαϊκισμού και να διασφαλίζει την δημοκρατία.

Ο διάλογος, που αναπτύσσεται, έχει κυρίως επικοινωνιακά χαρακτηριστικά με λογική κοινωνίας του θεάματος και αποσκοπεί στην δημιουργία εντυπώσεων, οι οποίες δεν επαληθεύονται με βάση την ορθολογική προσέγγιση και ανάλυση των δεδομένων της πραγματικότητας στην δυναμική προβολή της σε βάθος χρόνου.

Αν μάλιστα ληφθεί υπόψη, ότι όσο περισσότερο η παγκόσμια κοινότητα κινείται προς το μέλλον, τόσο θα αυξάνεται η πολυπλοκότητα και η ταχύτητα της εξέλιξης, τότε γίνεται όλο και πιο ορατή η ανάγκη ουσιαστικού πολιτικού διαλόγου, ο οποίος υπερβαίνει το επίπεδο της σκανδαλολογίας και στηρίζεται στην επιστημονική γνώση και τεκμηρίωση με ταυτόχρονο μακροπρόθεσμο σχεδιασμό, ώστε να είναι ελεγχόμενη η πορεία της κοινωνίας και να μειώνεται ο βαθμός διακινδύνευσης.

Έχουν ωριμάσει οι συνθήκες για να απαλλαγούν τα κόμματα, το πολιτικό προσωπικό και οι επικοινωνιακοί μηχανισμοί (ΜΜΕ και μέσα κοινωνικής δικτύωσης) από την λογική της χειραγώγησης των πολιτών, διότι με αυτό τον τρόπο δεν είναι διαχειρίσιμη η δυναμική των σύγχρονων κοινωνιών, οι οποίες βασίζονται όλο και περισσότερο στην επιστημονική γνώση και στις τεχνολογικές της εφαρμογές (π.χ. αυτοματοποίηση της παραγωγής, αξιοποίηση της ψηφιακής τεχνολογίας στον τομέα της επικοινωνίας και της οργάνωσης διοικητικών υπηρεσιών κ.λ.π.) .

Στις σύγχρονες κοινωνίες της γνώσης η δημοκρατική λειτουργία προϋποθέτει πολίτες ενημερωμένους και ικανούς να διαχειρισθούν νοητικά την πολύπλοκη πραγματικότητα, ώστε με την πολιτική τους δραστηριοποίηση να συμβάλλουν στην βιώσιμη πορεία της κοινωνίας στο μέλλον. Το θέμα είναι, εάν το πολιτικό σύστημα έχει συνειδητοποιήσει αυτή την αναγκαιότητα.