Σε ανάρτηση του στο facebook ο Αντώνης Μιχαλάκης έγραψε :
«Ακούω για μειωμένη στόχευση στο πρωτογενές πλεόνασμα. Θετικό. Αυτό που σίγουρα υπάρχει είναι μια δέσμη μέτρων για να καλυφτεί το δημοσιονομικό κενό. Για εκείνο όμως το 70-30 της υπεραπόδοσης των μέτρων δεν ακούγεται κουβέντα»
Με αφορμή αυτό το σχόλιο θέλω να επισημάνω τα εξής:
α) Για το θέμα της μείωσης του στόχου πρωτογενούς πλεονάσματος
Όταν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ασχολούνταν με λεπτομέρειες της δημοσιονομικής προσαρμογής, αφού θα καταργούσε τα μνημόνια και θα κούρευε το χρέος, είχαμε θέσει ως ΔΗΜΑΡ το ζήτημα της προσγείωσης των δημοσιονομικών στόχων. Αυτό θα έδινε ανάσες στην οικονομία και ταυτόχρονα θα έδειχνε την ανάγκη της αναδιάρθρωσης του χρέους, αφού η εκτίμηση της βιωσιμότητας του στηρίζονταν σε μη ρεαλιστικές εκτιμήσεις για ρυθμούς ανάπτυξης 3% και 4,5% τα επόμενα έτη.
Ο ΣΥΡΙΖΑ σωστά έθεσε το ζήτημα της μεγάλης μείωσης των δημοσιονομικών στόχων. Είναι όμως σκιαμαχία να δίνει μάχη για μια διαφορά 0,2% αφού αυτή είναι αμελητέα, αν συνυπολογίσει κανείς τη σχετική ελαστικότητα που υπάρχει στη μεθοδολογία προσδιορισμού του πλεονάσματος. Βεβαίως η μείωση του πρωτογενούς πλεονάσματος σημαίνει αύξηση του δημοσιονομικού κενού το οποίο με κάποιο τρόπο πρέπει να καλυφθεί.
β) Για την ανάγκη μη αποσπασματικής προσέγγισης των δημοσιονομικών θεμάτων
Τα προαναφερόμενα αναδεικνύουν δύο στοιχεία που πρέπει να ληφθούν υπόψη από το ΣΥΡΙΖΑ έστω και αργοπορημένα.
Το πρώτο στοιχείο είναι ότι ο τεμαχισμός της διαπραγμάτευσης και η μη έγκαιρή προώθηση μιας συνολικής λύσης (δηλαδή αξιολόγηση τρέχοντος προγράμματος και δημοσιονομικά , αναδιάρθρωση χρέους, χρηματοοικονομική υποβοήθηση για την ανάπτυξη και την αντιμετώπιση της ανεργίας), οδήγησε σε αποσπασματική εξέταση της δημοσιονομικής διάστασης. Όμως το να μην υποχωρήσεις στα δημοσιονομικά και να χάσεις αυτά που μπορείς να κερδίσεις στα δύο άλλα πεδία, δεν είναι η βέλτιστη επιλογή.
Απαραίτητο βεβαίως είναι να υπάρξουν ρεαλιστικές προσεγγίσεις σε αυτά τα θέματα ώστε να οικοδομηθούν συμμαχίες. Αυτό σημαίνει ότι στόχοι πρέπει να είναι:
- Στο χρέος η αναδιάρθρωση του ώστε να ενταχθούμε στην ευρωπαϊκή κλίμακα (που έχει ως ανώτερο το 135% της Ιταλίας).
- Στην ανεργία η υλοποίηση ενός προγράμματος για τις 8 χώρες μέλη της Ε.Ε που έχουν δείκτη αρκετά υψηλότερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
- Στην ανάπτυξη η υλοποίηση ενός ευρωπαϊκού ειδικού αναπτυξιακού προγράμματος για τις χώρες που γνώρισαν μείωση του ΑΕΠ.
Το δεύτερο στοιχείο είναι ότι δεν μπορεί να επικαλείσαι στα επιμέρους δημοσιονομικά θέματα την υφεσιακή τους επίπτωση. Για τη χώρα μετράει η συνολική επίπτωση και ο υφεσιακός χαρακτήρας μέτρων όπως η μείωση των υψηλών συντάξεων ή των αδίκως ληφθέντων πρόωρων συντάξεων, μπορεί να αντιμετωπιστεί αν υπάρχει αντίρροπη επίδραση αναπτυξιακού προγράμματος που θα δημιουργήσει εισοδήματα σε τμήματα του πληθυσμού που σήμερα διαβιούν στην ανεργία. Η διατήρηση του επιπέδου των χαμηλών συντάξεων είναι θέμα διαφορετικής τάξης από αυτό της διατήρησης των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων ή με αυτό της συνέχισης της (μη προβλεπόμενης από το νόμο) ενίσχυσης των επικουρικών συντάξεων από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Ακόμη όμως και στο επίπεδο του οικογενειακού προϋπολογισμού αυτό που μετράει είναι οι συνολικές εισροές και εκροές. Με αυτή την έννοια δεν αποδεικνύεται με οικονομικούς όρους ότι είναι προτιμότερη η αύξηση του ΦΠΑ στα είδη βασικής διατροφής από τη μείωση των συντάξεων ειδικών κατηγοριών. Ούτε επίσης είναι οικονομικά αποδοτικότερο και κοινωνικά δικαιότερο να χρηματοδοτούμε τις συντάξεις με 2,5 περίπου δις από τον προϋπολογισμό και να μην χρηματοδοτούμε την παραγωγική ένταξη του άνεργου δυναμικού ή έστω την αύξηση του σημερινού εξωφρενικά χαμηλού ποσοστού ανέργων που λαμβάνει επίδομα ανεργίας.
γ) Για το θέμα της υπεραπόδοσης στην κάλυψη των δημοσιονομικών στόχων
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θέτει το θέμα που είχαμε κατακτήσει εμείς το 2012 να επιστρέφεται σε μέτρα κοινωνικής πολιτικής το 70% του ποσού υπεραπόδοσης των δημοσιονομικών στόχων. Αυτή η ρύθμιση επιτεύχθηκε επειδή το είχαμε θέσει ως όρο για να ψηφίσουμε τον προϋπολογισμό τον Νοέμβριο του 2012, ενώ νωρίτερα είχαμε ψηφίσει παρών στο δημοσιονομικό πακέτο λόγω κυρίως των εργασιακών.
Με βάση αυτή τη ρύθμιση επιστράφηκε (όχι βεβαίως με τον καλύτερο επιμερισμό) ποσό 500 εκατομμυρίων σε μέτρα ενίσχυσης κοινωνικών ομάδων.
Σήμερα μπορεί να δημιουργήσει μια προοπτική η πρόβλεψη επιστροφής στην κοινωνία μεγάλου μέρους των ωφελειών που θα υπάρξουν από δημοσιονομικές υπεραποδόσεις.
Συγκεκριμένα:
- Η αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας να επιφέρει έσοδα στα ασφαλιστικά ταμεία.
- Η μείωση των δαπανών με την καθιέρωση του προϋπολογισμού απόδοσης και του ηλεκτρονικού συστήματος προμηθειών του δημοσίου να οδηγήσει σε αύξηση των δαπανών για τις κοινωνικές υπηρεσίες.
- Η αντιμετώπιση της απώλειας του ΦΠΑ που υπολογίζεται σε 6,5 δις να οδηγήσει σε διεύρυνση των ειδών πρώτης ανάγκης που εντάσσονται στο χαμηλό ΦΠΑ.
Μια τέτοια ρύθμιση μπορεί να λειτουργήσει θετικά για την επίτευξη συμφωνίας η οποία είναι μονόδρομος και για την Ελλάδα και για την Ευρώπη.
Δημοσιεύτηκε στην badiera