Το ευρύτερο προοδευτικό κέντρο, η σοσιαλδημοκρατία και η δημοκρατική αριστερά πρέπει να ενοποιηθούν σε ένα ενιαίο πολιτικό φορέα. Αυτή είναι η γενική παραδοχή που ωστόσο συγκρούεται με τις επιμέρους ηγεμονίες αλλά και τα τιμάρια «τοπικών» ηγεμονίσκων που επί δεκαετίες εμπορεύονται την αντιπροσώπευση του χώρου. Επιπλέον, έναντι αυτής της αναγκαίας προοπτικής καραδοκεί ο ΣΥΡΙΖΑ που ερωτοτροπεί κοινωνικά αλλά και μακροπολιτικά με την «περιοχή» προσπαθώντας (ατυχώς), να εκφράσει τα συμφέροντα της μεσαίας τάξης αλλά και εκλιπαρώντας τη συμμαχία της με την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία.
Έναντι αυτών των αρνητικών δεδομένων οι θιασώτες της ενοποίησης έχουν υιοθετήσει την πολιτική της συντεταγμένης συνύπαρξης των επιμέρους συνιστωσών και ενοτήτων του προοδευτικού κέντρου ελπίζοντας στην όσμωση των «διαφορών», προς το εν τέλει σχηματισμό ενός ενιαίου φορέα. Ωστόσο, η ορθότητα αυτής της επιλογής κινδυνεύει από την εκκρεμότητα του οραματικού προσδιορισμού όσο και τις ανεπάρκειες του τακτικού πολιτικού σχεδιασμού που θα ενοποιήσουν ιδεολογικά και πολιτικά το χώρο.
Ο οραματικός προσδιορισμός
Ο οραματικός προσδιορισμός πρέπει να αποσαφηνισθεί με ρεαλιστικούς όρους που θα δίνουν με ευκρίνεια το στίγμα του μεσαίου προοδευτικού χώρου στο φάσμα της πολιτικής σκηνής. Απαιτείται ένα οραματικό πρότυπο που δεν αρκείται στις μεταρρυθμιστικές προτεραιότητες των μνημονίων, τις νεοφιλελεύθερες εκδοχές τους, ή τον προσαρμοστικό εκσυγχρονισμό τους με δεδομένο τον πελατειακό κρατισμό του παρελθόντος.
Για τον προοδευτικό μεσαίο χώρο και τη ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία στο χώρο της πολιτικής, προτεραιότητα πρέπει να είναι η ανατροπή του πελατειακού πολιτικού συστήματος με ρηξικέλευθες προτάσεις που θα ακυρώσουν την πελατειακή εξάρτηση των πολιτών και των πολιτικών το ταχύτερο δυνατό.
Στο χώρο της οικονομίας, απαιτούνται προτάσεις που θα αφορούν στο μικρό και αποτελεσματικό κράτος ενώ θα εδραιώνουν τον ελεύθερο ανταγωνισμό με ενίσχυση της επιχειρηματικότητα αλλά και με ισχυρές ρυθμιστικές αρχές που θα εποπτεύουν την τήρηση των κανόνων, αποτρέποντας φαινόμενα δεσπόζουσας θέσης επιχειρήσεων έναντι των ανταγωνιστών τους, αλλά και εμποδίων εισόδου και εξόδου επιχειρήσεων στις επί μέρους αγορές. Ιδιαίτερη μέριμνα πρέπει να δοθεί στο χρηματοπιστωτικό τομέα όπου οι προτάσεις πρέπει να συνδράμουν στον άμεσο περιορισμό του κόστους χρήματος, την διευκόλυνση της προσβασιμότητας επιχειρήσεων και πολιτών σε αυτό. Βασικός προσανατολισμός πρέπει να είναι η μεγαλύτερη δυνατή προσέγγιση του χρήματος στο κοινωνικό παρά στον εμπορευματικό του ρόλο, μέσω των κατάλληλων αναδιαρθρώσεων του τραπεζικού κλάδου με αύξηση του αριθμού των ιδιωτικών και συνεταιριστικών τραπεζικών ιδρυμάτων σε εθνικό περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, ώστε να αυξηθεί ο τραπεζικός ανταγωνισμό με την ασφάλεια που θα εγγυάται ένας πραγματικά αποτελεσματικός εποπτικός ρόλος από την Τράπεζα της Ελλάδος.
Τέλος, στο κοινωνικό μέτωπο, η προμετωπίδα της παρουσίας του μεσαίου προοδευτικού χώρου πρέπει να αναδεικνύει τις ίσες ευκαιρίες για όλους με δεδομένο το πλέγμα κοινωνικής εξασφάλισης των πολιτών, στην παιδεία, την υγεία και τη μέριμνα.
Ο αντιπολιτευτικός λόγος
Η απεικόνιση τη φυσιογνωμίας του προοδευτικού μεσαίου χώρου απαιτεί τη σκιαγράφηση της μέσα από την συνεχή αντιπολιτευτική παρουσία, τις διαφωνίες και τις προτάσεις στα μέτωπα της καθημερινότητας των πολιτών και των επιχειρήσεων. Απαιτείται προς τούτο μια δομική αντιπολίτευση που θα αναδεικνύει τον πελατειακό χαρακτήρα της πολιτικής πράξης της κυβέρνησης σε κάθε «μεταρρυθμιστικό» της έργο, σε κάθε της πρωτοβουλία, που στοχεύει απλώς στην οικοδόμηση ενός «παρακράτους ΣΥΡΙΖΑ» με όλες τις πελατειακές διαπλοκές και εξαρτήσεις του παρελθόντος. Ταυτόχρονα όμως, πρέπει να αναδεικνύει και την εναλλακτική πορεία που προδιαγράφει ο οραματικός πολιτικός μας λόγος με αναλυτικά επιχειρήματα και συγκεκριμένες προτάσεις.
Σε αυτή την εξελισσόμενη πολιτική που συγκροτείται από την οραματικό λόγο αλλά και την καθημερινή δομική, πολιτική αντιπαράθεση θέσεων, τα «αγκάθια» των κατεστημένων προσωπικοτήτων του χώρου, είτε θα προσαρμοστούν υπακούοντας, και άρα χάνοντας τον «ηγεμονικό» τους ρόλο, είτε θα απομονωθούν περιθωριοποιούμενοι. Κυρίως όμως, σε αυτή την εξελισσόμενη πολιτική θα συσπειρωθούν οι κοινωνικές δυνάμεις του χώρου και θα αναδειχθεί ο πρωτεύον ρόλος τους στην καθοδήγηση των ίδιων των εξελίξεων στο πολιτικό υποκείμενο της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, που πλέον, έχουν επιλέξει να τους εκπροσωπήσει.