Τις τελευταίες ημέρες εμφανίστηκαν και πάλι τα φαινόμενα βίας ως υποκατάστατο του πολιτικού διαλόγου, των θεμιτών ή όχι διεκδικήσεων πολιτικών ή κοινωνικών ομάδων, του τρόπου επίλυσης διαφορών μιας δημοκρατικής κοινωνίας.
Ο λόγος για την απαράδεκτη επίθεση εργαζομένων του δήμου Αθηναίων εναντίον του δημάρχου Γιώργου Καμίνη και για την απαράδεκτη ομηρία των μελών του συμβουλίου του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου. Πρόκειται για δύο γεγονότα που έχουν την ίδια αφετηρία. Ο Γιώργος Καμίνης από την πρώτη στιγμή συνδέθηκε με το δήμαρχο της πόλης μας, τον Γιάννη Μπουτάρη, καθώς παρά τις εμφανείς διαφορές τους η εκλογή τους το 2010 αποτέλεσε τομή για το κίνημα της απελευθέρωσης της τοπικής αυτοδιοίκησης από τον κομματικό εναγκαλισμό. Αν μεταξύ των Αθηναίων ο δικός μας δήμαρχος είναι ιδιαίτερα δημοφιλής, στη Θεσσαλονίκη ο Γιώργος Καμίνης είναι σχετικά άγνωστος. Ένας άνθρωπος από ιδιοσυγκρασία χαμηλών τόνων, που όμως αθόρυβα και αποτελεσματικά έχει να επιδείξει ήδη σημαντικό έργο σε θέματα κοινωνικής αλληλεγγύης, οικονομικής εξυγίανσης και καινοτόμου διοίκησης. Κορυφαία παρέμβασή του η επιβολή της δημοκρατικής και θεσμικής νομιμότητας κατά τις ημέρες του Πάσχα, όταν η Χρυσή Αυγή αντίθετα προς κάθε χριστιανική και ηθική διδασκαλία επιχείρησε να καπηλευτεί την ανάγκη των ανθρώπων διαχωρίζοντάς τους σε «Ιουδαίους και Έλληνες». Με αφορμή την εξαγγελία της κυβέρνησης για την κινητικότητα των δημοτικών υπαλλήλων, με την οποία καμία ανάμειξη δεν μπορούσε να έχει ο δήμαρχος Αθηναίων, κάποιοι εξ αυτών επιτέθηκαν εναντίον του με απίστευτη χυδαιότητα και επιχείρησαν να τον γρονθοκοπήσουν. Θλιβερή συνέχεια όσων συνέβησαν αποτελεί το γεγονός ότι μία μέρα αργότερα οι διαμαρτυρόμενοι δημοτικοί αστυνομικοί επευφήμησαν βουλευτές της Χρυσής Αυγής, που έσπευσαν να τους «προστατέψουν» με κλασικά παλαιοκομματικά ανακλαστικά, αλλά και οι εμετικές δηλώσεις του προέδρου της ΠΟΕ ΟΤΑ περί ψυχιατρείων εναντίον βουλευτή. Παράλληλα αυτόκλητες ομάδες ατόμων που φέρονται ως φοιτητές απέκλεισαν και κράτησαν σε ομηρία τον πρόεδρο και τα μέλη του συμβουλίου του Πανεπιστημίου Αθηνών που συνεδρίαζαν στα Προπύλαια. Όπως και στην περίπτωση των δημάρχων, η εκλογή των πανεπιστημιακών συμβουλίων αποτέλεσε τομή για το κίνημα της απελευθέρωσης του ελληνικού πανεπιστημίου από τον κομματικό εναγκαλισμό. Αντί για κάθε περιγραφή παρατίθεται η αυθεντική μαρτυρία μέλους του συμβουλίου για όσα συνέβησαν. «Κατά τις 9.30 ακούσαμε φωνές έξω από το γραφείο, δυνατά χτυπήματα στις πόρτες και απόπειρα να παραβιαστούν βιαίως. Έσπασαν την πινακίδα που έγραφε ‘Συμβούλιο Ιδρύματος’ και την πέταξαν κάτω από την πόρτα (έκαναν και σοβαρές φθορές που διαπιστώσαμε αργότερα). Συνεχίζαμε να συνεδριάζουμε με συνοδεία χτυπημάτων και συνθημάτων, όπως ‘Η χούντα δεν τελείωσε το ’73’. Καλέσαμε την αστυνομία. Οι φοιτητές είχαν κλείσει μία μεταλλική πόρτα στην είσοδο των Προπυλαίων και δεν μας άφηναν να φύγουμε βρίζοντάς μας χυδαία. Μας έλεγαν ‘λαμόγια’, ‘γερμανοτσολιάδες’, ‘ξεφτιλισμένους’, ‘σιχαμένους’, ‘χούντα’. Μας απείλησαν λέγοντας ‘θα δείτε τι έχετε να πάθετε, θα σας κυνηγάμε, όπως τους καθηγητές της χούντας’. Εν τω μεταξύ είχε έρθει η αστυνομία. Είχαν έρθει και βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ. Έκαναν συνεννοήσεις με τους φοιτητές, τον πρύτανη και ένα-δύο μέλη του συμβουλίου ζητώντας να φύγει η αστυνομία, να αναιρεθεί η καταγγελία κ.λπ. Είναι εντυπωσιακό ότι, μόλις οι φοιτητές αντιλήφθηκαν πως η αστυνομία πράγματι θα άνοιγε την πόρτα, άλλαξαν αμέσως συμπεριφορά και από εκεί που μας έβριζαν χυδαία μας ζητούσαν ευγενέστατα και στον πληθυντικό να ανακαλέσουμε την καταγγελία και να πούμε ότι δεν κινδυνεύει η ζωή μας». Ο δήμαρχος Αθηναίων και ο πρόεδρος του συμβουλίου του ΕΚΠΑ δεν λύγισαν. Αυτή είναι η δημοκρατική απάντηση στη βία.