Το οικονομικό υπόδειγμα της χώρας μας συνεχίζει να βασίζεται κατά κύριο λόγο στη φθηνή, ανειδίκευτη εργασία με χαμηλή προστιθέμενη αξία στην οικονομία. Επιπρόσθετα σήμερα η χαμηλά αμειβόμενη εργασία πλήττεται και από τις συνεχείς ανατιμήσεις προϊόντων και την ακρίβεια που παρατηρείται σε ανελαστικά είδη πχ προΐόντα διατροφής , με αποτέλεσμα η αγοραστική δύναμη του καταναλωτή να μην μπορεί να ανταποκριθεί ακόμα και σε βασικά προϊόντα παρά την επιδοματική κατά καιρούς ενίσχυση των εισοδημάτων από την πλευρά της Κυβέρνησης. Στην ουσία τόσο το πολιτικό σύστημα όσο και ευρύτερα το συνδικαλιστικό αδυνατούν να λειτουργήσουν υποστηρικτικά στην κατεύθυνση στήριξης των μισθωτών ,δημόσιου και ιδιωτικού τομέα της οικονομίας. Ταυτόχρονα βεβαίως με τις επιδοματικές ενισχύσεις και ελαφρύνσεις μπαίνουν όλοι ανεξαιρέτως οι καταναλωτές άθελα τους σε έναν φαύλο κύκλο συντηρώντας τις ανατιμήσεις και τις αυξημένες τιμές αφού δεν επιτρέπουν στη ζήτηση να διολισθήσει όπως είναι φυσιολογικό. Η ιστορία αυτή προφανώς είναι στρεβλή και δεν έχει καταληκτικό προορισμό αφού αντιστρατεύεται τη λειτουργία των νόμων προσφοράς - ζήτησης που θα επέτρεπαν μέσω του ανταγωνισμού την πτώση των τιμών. Από την άλλη πλευρά, στο θέμα της φθηνής εργασίας αξίζει να υπογραμμισθεί ότι χρειάζεται πρώτα επαναπροσανατολισμός του αναπτυξιακού μας προτύπου και αυτό με τη σειρά του θα δημιουργήσει δουλειές υψηλής εξειδίκευσης και καλά αμειβόμενες. Εξ’ ου και η ισχυρή άποψη ότι το 70% των επαγγελμάτων που υπάρχουν σήμερα δεν θα υπάρχουν σε δέκα (10) χρόνια. Και εδώ τα Υπουργεία Ανάπτυξης, Απασχόλησης και Παιδείας οφείλουν να ενσκήψουν και πειστικά να απαντήσουν στο δίλημμα: Πώς η χαμηλή εξειδίκευση εργασίας θα μετατραπεί σε υψηλή και καλά αμειβόμενη !!. Η αντιστροφή βεβαίως της ροπής προς κατανάλωση δεν είναι εύκολη υπόθεση καθώς ως γνωστόν η κατανάλωση συμμετέχει ως εκ των βασικότερων πυλώνων του ΑΕΠ στην οικονομική μεγέθυνση σε ποσοστό γύρω στο 70%. Σχετικά τώρα με τους άλλους δύο (2) πυλώνες του ΑΕΠ πρώτον, οι εξαγωγές για το 2023 ανήλθαν στα 50,92 δις ευρώ έναντι 55,7 δις το 2022 με μείωση γύρω στο 9%. Για να υλοποιηθεί όμως ο στόχος αύξησης στο 60% μέχρι το 2027 σημαίνει αύξηση κατά 50 δις ετησίως. Από την άλλη, οι εισαγωγές άγγιξαν τα 81,97 δις το 2023, υπολειπόμενες έναντι των 94,55 δις το 2022, με το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου στα 31,05 δις. Σημειωτέον ότι οι εξαγωγές παρατηρούνται κυρίως σε κλάδους έντασης εργασίας όπως πχ τουρισμός, αγροτοδιατροφικα προϊόντα και δεύτερον, οι επενδύσεις παγίου κεφαλαίου που συνιστούν βασικό μοχλό μεγέθυνσης του ΑΕΠ λόγω της ενίσχυσής τους κατά 4,9% για το 2023. Αλλά και οι ξένες άμεσες επενδύσεις (ΞΑΕ) που καταγράφηκε ροή 4,5 δις ευρώ για το 2023 συγκρινόμενα με τα 7,5δις του 2022. Και στο θέμα βεβαίως των επενδύσεων κυρίαρχος προσανατολισμός υπήρξε τόσο η αγορά του real estate όσο και οι εξαγορές εταιρειών και οι αγορές κόκκινων δανείων.
Για τη λεγόμενη λοιπόν επανεκκίνηση της Οικονομίας ώστε να υπηρετηθεί το νέο οικονομικό μοντέλο, ως το μόνο που θα “γεννήσει” και νέες θέσεις απασχόλησης υψηλής εξειδίκευσης, στηριγμένο στα συγκριτικά, ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα της χώρας χρειάζεται σοβαρότερο σχέδιο και περισσότερη τόλμη. Μην ξεχνούμε ότι πάγια θεμελιωμένος στόχος μιας δημοκρατικής , ευνομούμενης Πολιτείας πρέπει να είναι αφενός, η εξομάλυνση των ανισοτήτων και αφετέρου, η δικαιότερη ανακατανομή πλούτου.