Το εκλογικό σύστημα στη Βρετανία επιδιώκει τις ισχυρές κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες. Όλες οι έδρες είναι μονοεδρικές. Κάθε κόμμα κατεβάζει έναν υποψήφιο σε κάθε περιφέρεια. Αυτό έχει μεγάλα πλεονεκτήματα, γιατί σημαίνει ότι τα συμφέροντα των υποψηφίων και τα συμφέροντα του κόμματος ταυτίζονται σε κάθε εκλογική περιφέρεια. Αντίθετα, σε πολυεδρικές περιφέρειες, όπως π.χ. στην Ελλάδα, οι υποψήφιοι του ίδιου κόμματος βρίσκονται σε ανταγωνισμό μεταξύ τους για τους σταυρούς προτίμησης, κάτι που διαλύει τα κόμματα προεκλογικά.
Η βρετανική λύση σημαίνει ότι ξοδεύονται πάρα πολύ λιγότερα χρήματα, ενώ οι υποψήφιοι έχουν πολύ συχνά τοπικές ρίζες. Το σύστημα ευνοεί τον δικομματισμό ή τα κόμματα που διεκδικούν τις έδρες, αλλά ευνοεί και τα κόμματα διαμαρτυρίας.
Τα αποτελέσματα επιφύλαξαν εκπλήξεις και μεγάλη δυσαναλογία μεταξύ ψήφων και εδρών.
Ο Κάμερον εξασφάλισε αυτοδυναμία με 36,9% των ψήφων, έχοντας σχεδόν 100 παραπάνω βουλευτές από το Εργατικό Κόμμα, που πήρε 30,4%. Το Εθνικιστικό Κόμμα Σκοτίας είναι πλέον ισχυρό στη Σκοτία, ενώ απουσιάζει από κάθε άλλο μέρος της Βρετανίας. Έτσι, εξέλεξε 56 βουλευτές από τις 58 συνολικά έδρες της Σκοτίας, ενώ πήρε μόλις 4,7% της εθνικής ψήφου. Αντίστοιχα το ευρωσκεπτικιστικό UKIP πήρε 12,6%, ενώ εξέλεξε μόνο έναν βουλευτή.
Τις εκλογές τις έκρινε η οικονομία. Το Εργατικό Κόμμα δεν έπεισε ότι είχε συνολικό ή αξιόπιστο σχέδιο για την οικονομική ανάπτυξη της χώρας. Είχε σχέδιο μόνο για την αναδιανομή του εισοδήματος και τη διόρθωση των ανισοτήτων. Αυτό δεν ήταν αρκετό.
Οι Εργατικοί έχασαν τα μεσαία στρώματα που προσβλέπουν στην οικονομική ανάπτυξη και έχουν τη φιλοδοξία να κερδίσουν από την αυξημένη ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, όχι από το κοινωνικό κράτος. Ο Εντ Μίλιμπαντ εσκεμμένα αποφάσισε να στρέψει το κόμμα του προς τα αριστερά, αλλά φαίνεται ότι τα μεσαία στρώματα τον τιμώρησαν. Μία εβδομάδα πριν από τις εκλογές υποστήριξε ότι η κυβέρνηση Μπράουν καλώς δημιούργησε τα τεράστια δημοσιονομικά ελλείμματα της περιόδου 2007-2008. Πολλοί αμφιταλαντευόμενοι ψηφοφόροι δεν συμφώνησαν και θεώρησαν τη στάση του ανεύθυνη. Προτίμησαν τη λιτότητα του κ. Κάμερον, αφού η Βρετανία έχει πλέον βγει από την ύφεση.
Η νέα κυβέρνηση έχει τώρα να αντιμετωπίσει δύο μεγάλες προκλήσεις. Η πρώτη είναι το κοινωνικό κράτος, το οποίο συνεχίζει να γίνεται όλο και πιο ακριβό. Ο Κάμερον έχει προτείνει περικοπές, όχι όμως ουσιαστικές αλλαγές στα κοινωνικά επιδόματα, που παραμένουν οικουμενικά, όχι ανταποδοτικά, όπως αλλού στην Ευρώπη. Η κυβέρνηση έχει ήδη εφαρμόσει ένα ανώτατο όριο 26.000 λιρών (περίπου 36.000 ευρώ) το χρόνο για κάθε νοικοκυριό στα συνολικά επιδόματα που μπορεί να παίρνει επ’ αόριστον (π.χ. επίδομα ανεργίας, τέκνων και στέγασης). Αυτό ίσως κατέβει κατά 3.000 λίρες. Έχει επίσης προτείνει την ενοποίηση όλων των επιδομάτων, με τρόπο που θα διασφαλίζει τη διαφάνεια και θα διευκολύνει τη μετάβαση από την κοινωνική προστασία στην αγορά. Ο Κάμερον έχει υποσχεθεί εξοικονόμηση πόρων, αλλά θα είναι πολύ δύσκολο να τα καταφέρει ενώ η ανισότητα θα χειροτερεύει.
Η μεγαλύτερη, όμως, πρόκληση είναι η Ευρώπη. Οι Συντηρητικοί έχουν ακόμα πάρα πολλούς αντιευρωπαϊστές βουλευτές. Το δημοψήφισμα που έχει υποσχεθεί ο Κάμερον θα γίνει μέχρι το 2017 και θα ακολουθήσει την προσπάθεια της κυβέρνησης για την αναδιαπραγμάτευση της σχέσης της Βρετανίας με την Ε.Ε.
Η στάση του Κάμερον θα εξαρτηθεί από την έκβαση της διαπραγμάτευσης, αλλά στο κακό σενάριο η αναδιαπραγμάτευση θα αποτύχει και η κυβέρνηση θα προτείνει την έξοδο από την Ε.Ε., κάτι που ο ίδιος ο Κάμερον σίγουρα δεν θέλει. Ενδεχόμενη έξοδος από την Ε.Ε. θα επιταχύνει όμως την έξοδο της Σκοτίας, που σίγουρα τότε θα ζητήσει νέο δημοψήφισμα για τη δική της ανεξαρτησία.
Η Βρετανία μπαίνει σε μια φάση αβεβαιότητας και ενδεχομένως και μεγάλης πολιτικής οξύτητας.