Διχαστικές πολιτικές σήμερα

Κώστας Σημίτης 25 Νοε 2019

kathimerini.gr

Η ελληνική κοινωνία ζει σήμερα την παγίδευση της πολιτικής συζήτησης στο στενό πλαίσιο της όποιας κυβερνητικής πρότασης και της συνακόλουθης αντίδρασης της αντιπολίτευσης. Το αναπόφευκτο αποτέλεσμα είναι η επικέντρωση σε προβλήματα ήδη γνωστά επενδυμένα με συνηθισμένους μανδύες, όπως οι αντιθέσεις Αριστεράς-Δεξιάς ή συντηρητισμού-προόδου. Σε μια εποχή, κατά την οποία οι γνώσεις και οι αντιλήψεις μας έχουν σε μεγάλο βαθμό ξεπεραστεί, θα πρέπει να διαμορφώσουμε προβληματισμούς και στοχεύσεις που να ανταποκρίνονται στις συνθήκες του σήμερα και του αύριο. Τότε μόνο θα είμαστε αποτελεσματικοί. Θα προσπαθήσω με μερικά παραδείγματα να αναδείξω την ανάγκη ενός αποτελεσματικού εκσυγχρονισμού των προβληματισμών και των τρόπων δράσης μας.

Η συμμετοχή της Ελλάδας στην Οικονομική και Νομισματική Ενωση δεν αμφισβητείται πια μετά τα γεγονότα του 2015 και την αποδοχή του ρόλου της Ενωσης από τον ΣΥΡΙΖΑ. Η συμμετοχή της Ελλάδος τόσο στην ΟΝΕ όσο και στην Ενωση πραγματοποιείται όμως ακολουθώντας στην πράξη την αρχή, ότι οι κανόνες της Ενωσης εφαρμόζονται στην Ελλάδα υπό όρους. Δεν ακολουθούνται με ακρίβεια όταν είναι σκόπιμο να διατηρηθούν υφιστάμενες ήδη πρακτικές στη χώρα αν και παθογενείς. Ενα παράδειγμα είναι ο χειρισμός του μεταναστευτικού προβλήματος από την Ελλάδα. Αρχικά, παρά τις σχετικές προβλέψεις της Ενωσης διοχετεύαμε σιωπηρά τους μετανάστες προς την Ευρώπη. Η πρακτική αυτή απαγορεύθηκε από την Ενωση. Αργότερα δεν εφαρμόσαμε, για λόγους που δεν είναι γνωστοί, τον κανόνα, ότι δεν δικαιούνται άσυλο όσοι δεν είναι πρόσφυγες αλλά μετανάστες. Οι μετανάστες πρέπει να επιστρέφονται στη χώρα προέλευσής τους. Ο αριθμός των μεταναστών που στάλθηκαν πίσω στην Τουρκία ή σε άλλες χώρες προέλευσης ήταν εξαιρετικά περιορισμένος.

Η Ελλάδα παρέλειψε αρχικά επίσης να ζητήσει επίμονα τη βοήθεια της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής (Frontex) για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα και να προστατεύσει τα σύνορά της. Δεν έθεσε, επίσης, επιτακτικά το πρόβλημα στα όργανα της Ενωσης. Περιορίστηκε να αναφερθεί κυρίως στη δυνατότητα ανακατανομής των προσφύγων σε άλλες χώρες και στην ανάγκη βοήθειας για την επιστροφή των μεταναστών στις χώρες προέλευσής τους. Απέτυχε τέλος να αξιοποιήσει τους πόρους που είχαν διατεθεί από την Ενωση για την αντιμετώπιση του προσφυγικού ζητήματος. Το προσφυγικό εξελίχθηκε έτσι σε μη ελεγχόμενο πρόβλημα. Η πρόσφατη έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου της Ενωσης για το προσφυγικό-μεταναστευτικό ζήτημα αναδεικνύει τόσο το μέγεθος του προβλήματος όσο και τις παθογένειες της χώρας μας.

Πληθώρα παραδειγμάτων της έλλειψης συνεργασίας με την Ενωση, παρά τη ρητή ανάληψη υποχρεώσεων, παρέχει και η εφαρμογή των διαφόρων οικονομικών ρυθμίσεων στο πλαίσιο των μνημονίων. Είμαστε η μόνη χώρα που δεν μπόρεσε να ανταποκριθεί στα προγράμματα ανασυγκρότησης της οικονομίας, αν και άλλες χώρες με τα ίδια προβλήματα αλλά πιο περιορισμένες δυνατότητες από εμάς, όπως η Πορτογαλία ή η Κύπρος συμμορφώθηκαν και υλοποίησαν αποτελεσματικά τα προγράμματα.

Την αδυναμία μας για μια αποφασιστική εφαρμογή πολιτικής, αποδεικνύει επίσης η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας με αξιοποίηση του λιγνίτη πρέπει σύμφωνα με αποφάσεις της Eνωσης να ελαχιστοποιηθεί και να πάψει τελείως μετά ορισμένο διάστημα. Ηδη, καταβάλλεται πρόστιμο από την Ελλάδα για την προερχόμενη από λιγνίτη ηλεκτρική ενέργεια. Η παραγωγή πρέπει να στραφεί προς άλλες ανανεώσιμες μορφές ενέργειας, όπως είναι η αιολική και η ηλιακή ενέργεια. Ομως, η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ επέμενε στη συνέχιση της αξιοποίησης του λιγνίτη για να αποφύγει τις διαμαρτυρίες των κατοίκων των περιοχών που τον παράγουν και την αναπόφευκτη ανεργία των εργαζομένων στις μονάδες. Το αποτέλεσμα είναι η χονδρική τιμή του ρεύματος να φτάσει στην Ελλάδα 65,5 ευρώ η μεγαβατώρα, ενώ στη Γερμανία και στη Γαλλία κυμαινόταν στα 35 ευρώ. Αλλά όχι μόνο.

Διαμαρτυρίες για την εγκατάσταση αιολικών και ηλιακών πάρκων προβάλλονται συνεχώς. Ακόμη και η καταστροφή των σχετικών εγκαταστάσεων ζητείται για λόγους προστασίας του περιβάλλοντος. Οι αντιπαραθέσεις παίρνουν τον δρόμο μιας πολύχρονης δικαστικής διαμάχης. Παράδειγμα αποτελούν η διαμαρτυρία των περιβαλλοντικών οργανώσεων για την «πρωτοφανή εγκατάσταση αιολικών πάρκων» σε ακατοίκητες νησίδες του Αιγαίου, «που θα οδηγήσουν σε εξαφάνιση ενδημικά είδη χλωρίδας και πανίδας» και οι διαμαρτυρίες των κοινοτήτων στα Αγραφα για τους ίδιους λόγους. Κατά τα άλλα, ως προοδευτικοί, μαχόμαστε κατά των αιτίων της κλιματικής αλλαγής.

Τα παραδείγματα αυτά δημιουργούν ίσως την εντύπωση εξαιρέσεων σε μία κατά τα άλλα συνεπή πολιτική προσαρμογής στις αλλαγές του περιβάλλοντός μας. Δεν είναι όμως. Η πολιτική συζήτηση ελάχιστες φορές αφορά το τι πρέπει να επιδιώξουμε λόγω των σημαντικών μεταβολών στους πολιτικούς και οικονομικούς συσχετισμούς που βρίσκονται σε εξέλιξη. Επικεντρώνεται στη διατήρηση πρακτικών του παρελθόντος, βλ. π.χ. λιγνίτη. Η Ενωση του σήμερα δεν θα είναι όμως η Eνωση του αύριο. Η οικονομία μας καθορίζεται ήδη από διεθνείς εξελίξεις και θα καθορίζεται όλο και περισσότερο. Η τεχνολογία αλλάζει συνεχώς, όπως αποδεικνύει η ταχύτητα με την οποία αναπτύσσονται η ηλεκτρονικοποίηση και η ψηφιοποίηση. Οι ανάγκες σε εργαζομένους σε όλες τις δραστηριότητες θα περιορίζονται δραστικά, ένα πρόβλημα που θα απαιτεί νέους τομείς απασχόλησης. Οι διεθνείς σχέσεις θα πάρουν νέα μορφή. Η όλο και πιο αισθητή παρουσία της Κίνας, ο περιορισμός της επικυριαρχίας των Ηνωμένων Πολιτειών, η αναπόφευκτη όλο και βαθύτερη ενοποίηση της Ευρώπης για να αντιμετωπίσει τις νέες συνθήκες του παγκόσμιου ανταγωνισμού, η βαθμιαία ανάδειξη νέων κέντρων εξουσίας, όπως των Ινδιών στην Ασία, απαιτούν τη διαμόρφωση πολιτικών σε όλους τους τομείς.

Είναι ανάγκη να εξασφαλίσουμε τη δημιουργική συμμετοχή της χώρας στις εξελίξεις. Οι διαμαρτυρίες των κατοίκων επαρχιακών πόλεων για να υπάρξει πανεπιστήμιο στην πόλη τους, η καταστροφή των αιολικών πάρκων από κατοίκους της Κρήτης, η κινητοποίηση των τευτλοπαραγωγών για να συνεχίσει να υπάρχει ζημιογόνο εργοστάσιο ζάχαρης, που αγοράζει σε ικανοποιητικές τιμές τα προϊόντα τους, είναι βέβαια προβλήματα του σήμερα που απαιτούν απαντήσεις. Οφείλονται, όμως, στο γεγονός ότι προηγούμενες κυβερνήσεις εφάρμοσαν λύσεις χωρίς να αποτιμήσουν τις οικονομικές και κοινωνικές εξελίξεις, αλλά αξιολογώντας μόνο τα βραχυπρόθεσμα ψηφοθηρικά τους συμφέροντα. Τα προβλήματα της παγκόσμιας εξέλιξης είναι θέματα που οφείλει να έχει υπόψη της μια κυβέρνηση. Ετσι μόνο ανοίγει νέους δρόμους ανάπτυξης, προλαμβάνει κρίσεις, αποφεύγει την υπανάπτυξη, την αδυναμία προσαρμογής στο νέο.

Τα προβλήματα αυτά δεν αφορούν, όμως, μόνο την κυβέρνηση αλλά και την κοινωνία. Πρέπει να τα συζητεί, να διαμορφώνει τους δρόμους που θα ακολουθήσει η πολιτεία. Αυτό δεν συμβαίνει. Παράδειγμα τα απορρίμματα. Σχεδόν στο σύνολο της Δυτικής Ευρώπης έχει εφαρμοστεί η βιομηχανική τους επεξεργασία. Στην Ελλάδα αυτό αποτελεί εξαίρεση.

Αιτία της καθυστέρησής μας είναι κατά κύριο λόγο η διαμάχη των διαφόρων ομάδων συμφερόντων που θέλουν να κερδοσκοπήσουν με τα απορρίμματα. Κυριαρχεί η νοοτροπία ότι η κοινωνία απαρτίζεται από φίλους και εχθρούς, από «εμάς» και τους «άλλους». «Εμείς» εργαζόμαστε για το «σωστό» που περιλαμβάνει τόσο την πελατειακή νοοτροπία όσο και κυρίως τη διαχείριση της εξουσίας για ένα ευρύτερο αλλά συγκεκριμένο κύκλο συμφερόντων. Τα ερωτήματα που θέτουν «οι άλλοι» αποσκοπούν να δημιουργήσουν προβλήματα, να αμφισβητήσουν τις κοινά αποδεκτές στάσεις και λύσεις. Ως «άλλοι» χαρακτηρίζονται εκείνοι που έχουν αμφιβολίες, αμφισβητούν τις θεσπισμένες λύσεις, διερωτώνται για την ορθότητα των γενικά αποδεκτών κανόνων.

Ο ελεύθερος διάλογος αποτελεί ακόμη πρόβλημα στη χώρα. Καταγράφεται αρνητικά από όσους έχουν εξουσία ή επιδιώκουν να επιβάλουν τις ιδεολογίες τους.

Πολλοί θα απορήσουν με την παραπάνω διαπίστωση. Oμως, η ελληνική κοινωνία χαρακτηρίζεται από διχαστική νοοτροπία. Oλοι ξέρουμε ότι υπήρξαν περίοδοι της Ιστορίας, στις οποίες ο πολιτικός διχασμός ήταν το κύριο χαρακτηριστικό της. Η πιο πρόσφατη είναι εκείνη της στρατιωτικής δικτατορίας. Eχουν περάσει περίπου πενήντα χρόνια από τότε, αλλά νοοτροπίες εκείνης της εποχής καθορίζουν ακόμη πολιτικές στάσεις. Παράδειγμα αποτελεί τόσο η Χρυσή Αυγή και η Ακροδεξιά αλλά και εκείνοι που θεωρούν ακόμη τα Iμια (κρίση 1996) ήττα γιατί δεν πραγματοποιήθηκε στρατιωτική αναμέτρηση με την Τουρκία. Οι πολιτικοί διχασμοί του παρελθόντος διαμόρφωσαν νοοτροπίες που επιζούν στην αδιαλλαξία, στον δογματισμό, στην άρνηση συμβιβασμών, στην αντιπαλότητα. Τα φαινόμενα αυτά συναντούμε στην οικονομική ζωή, στα πανεπιστήμια, στα κόμματα, στις αντιλήψεις για τον τρόπο επίλυσης προβλημάτων. Οι συγκρουσιακές συμπεριφορές κυριαρχούν. Η Ελλάδα είναι χώρα στην οποία η προσφυγή στα δικαστήρια είναι κατά πολύ συνηθέστερη απ’ ό,τι σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

Η διχαστική νοοτροπία δεν οδηγεί μόνο σε έλλειψη συνεννόησης και εχθρότητα. Περιορίζει επίσης δραστικά την ικανότητα κατανόησης προβλημάτων, τη διερεύνησή τους, την αναζήτηση λύσεων. Στην κοινωνική ζωή το σήμερα έχει προτεραιότητα απέναντι στο αύριο. Εκείνο που ίσως συμβεί στο μέλλον δεν ενδιαφέρει. Στην πολιτική κυριαρχεί η αντίληψη ότι η πρόβλεψη μελλοντικών εξελίξεων έχει δευτερεύουσα σημασία, ότι η προετοιμασία για επερχόμενα προβλήματα είναι πολυτέλεια. Η καταστροφική εξέλιξη της ελληνικής οικονομίας μπορούσε να επισημανθεί ήδη το 2007. Δεν έγινε οποιαδήποτε ενέργεια γιατί θα ματαίωνε την πιθανότητα εκλογικής νίκης της Νέας Δημοκρατίας. Οταν τον Δεκέμβριο του 2008 από το βήμα της Βουλής επισήμανα τον κίνδυνο να χρειαστούμε βοήθεια από το ΔΝΤ, περίπου αποδοκιμάστηκα από τις πολιτικές ηγεσίες. Το 2010 όταν διαπιστώθηκε η έκταση της κρίσης υπήρξε έκπληξη. Η αντιπαράθεση με την Τουρκία για τα θαλάσσια σύνορα υπήρχε ήδη πολύ πριν από την κρίση των Ιμίων το 1996. Η συμφωνία του Ελσίνκι του 1999, που επέβαλε στην Τουρκία τη ρύθμιση του θέματος των συνόρων της αν ήθελε να καταστεί μέλος της Ενωσης, θεωρήθηκε το 2004 από την τότε κυβέρνηση άσκοπη και δεν εφαρμόστηκε. Το αποτέλεσμα της τότε εγκατάλειψης της ρύθμισης από την Ελλάδα είναι η σημερινή εξέλιξη. Ο κίνδυνος μιας ένοπλης σύρραξης με την Τουρκία είναι μεγάλος και συνεπάγεται άμεσες υψηλές δαπάνες για τον διαρκή εκσυγχρονισμό των Ενόπλων Δυνάμεων.

Παράδειγμα είναι επίσης η αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης του 2010 με τη βοήθεια της Ευρωπαϊκής Eνωσης. Χρειάστηκαν τρία προγράμματα «βοήθειας» (μνημόνια) της Eνωσης και απειρία συσκέψεων και συνεννοήσεων. Η επαναφορά της οικονομίας σε μια ομαλή πορεία θα ολοκληρωθεί με εφαρμογή υποχρεώσεων και τα επόμενα χρόνια. Οι προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Eνωσης κατά τη διαδικασία αυτή δεν ήταν πάντα ορθές. Oμως, αιτία της μεγάλης διάρκειας της κρίσης ήταν κυρίως, οι κατά κανόνα λανθασμένοι αισιόδοξοι υπολογισμοί της ελληνικής πλευράς και η απουσία ουσιαστικής συναίνεσης για την αντιμετώπισή της. Αποκορύφωμα της νοοτροπίας, ότι «εμείς ξέρουμε καλύτερα», ήταν η γελοιοποίηση της προσπάθειας αποχώρησης από την ΟΝΕ το 2015 και η καθολική αποδοχή των απόψεων της Eνωσης, που προηγουμένως είχαν απορριφθεί με τυμπανοκρουσίες και δημοψήφισμα. Προ ημερών ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη κ. Χρυσοχοΐδης επεσήμανε σωστά ότι υπό τις υφιστάμενες συνθήκες το προσφυγικό πρόβλημα δεν είναι διαχειρίσιμο. Υπήρξε γενικότερη κατακραυγή για τη δήλωση. Oμως, οι Eλληνες πρέπει να ξέρουν την αλήθεια για ένα πρόβλημα που τους αφορά και προκύπτει τόσο από τη γεωγραφική θέση της χώρας όσο και από μη ελεγχόμενες από τη χώρα εξελίξεις στην Ευρωπαϊκή Eνωση, Μέση Ανατολή και Τουρκία. Μόνο αν συνειδητοποιήσουμε τους κινδύνους είμαστε σε θέση να επεξεργαστούμε σωστές λύσεις.

Εμπεδωμένες συμπεριφορές δεν αλλάζουν εύκολα. Τα υπεύθυνα πολιτικά κόμματα, που επιδιώκουν κατά τις δηλώσεις τους, μια καλύτερη λειτουργία του κράτους, αλλά και τη διαμόρφωση μιας κοινωνίας, που θα αντιμετωπίζει πιο αποτελεσματικά τα προβλήματα της χώρας, πρέπει να αντιπαρατεθούν στις διχαστικές νοοτροπίες, στη συγκάλυψη της πραγματικότητας, στην ωραιοποίηση αρνητικών καταστάσεων. Πρέπει να εκπαιδεύσουν με το παράδειγμά τους τους πολίτες να επιζητούν και να αποδέχονται την αλήθεια, να εξετάζουν κριτικά την πραγματικότητα, να αποκτούν την αναγκαία πληροφόρηση και γνώση για να συμβάλουν στην πρόοδο της χώρας, να μην ταυτίζονται ούτε με τους «εμείς» ούτε με τους «άλλους», αλλά με την υπέρβαση διχαστικών πολιτικών και συμπεριφορών. Η ανάγκη για μια κοινωνία, που θα είναι σε θέση να αντιμετωπίζει όλο και πιο ευρύτερες εξελίξεις της σύγχρονης εποχής επιβάλλει μια δημιουργική πολιτική για το μέλλον. Μια πολιτική απελευθερωμένη από την καθηλωτική θεώρηση του «εμείς ή οι άλλοι».