Οι συνθήκες, που διαμορφώνουν η ταχύτατα εξελισσόμενη κλιματική αλλαγή και η πανδημία του κορωνοϊού (Covid-19), δείχνουν, ότι οι κοινωνίες, που συνθέτουν την παγκόσμια κοινότητα, πρέπει να επανεξετάσουν τον τρόπο λειτουργίας τους, διότι προκαλούν επικίνδυνες ανισορροπίες στον πλανήτη, ενώ παράλληλα είναι επιτακτική η ανάγκη να επαναπροσδιορίσουν τον τρόπο διαχείρισης τους.
Αυτές οι διεργασίες μάλιστα πρέπει να δρομολογηθούν άμεσα και να ολοκληρωθούν σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Σε αντίθετη περίπτωση οι αρνητικές επιπτώσεις της ακολουθούμενης πορείας δεν θα είναι διαχειρίσιμες.
Για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος των προβλημάτων αρκούν τα στοιχεία, που καταθέτουν η World Bank (Παγκόσμια Τράπεζα), η έρευνα του University of Bath (Αγγλία) σε συνεργασία με άλλα πέντε πανεπιστήμια για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στους νέους και η Έκθεση για τους Παγκόσμιους Κινδύνους (Weltrisikobericht) του Bündnis Entwicklung Hilft και του Institut für Friedenssicherungsrecht und Humanitäres Völkerrecht του πανεπιστημίου Ruhr-Universität Bochum (Γερμανία).
Σύμφωνα με την έκθεση της World Bank η υπερθέρμανση του πλανήτη θα μπορούσε να οδηγήσει 216 εκατομμύρια ανθρώπους στην προσφυγιά μέχρι το 2050. Τα αίτια είναι η μείωση της αγροτικής παραγωγής, η μείωση των αποθεμάτων νερού και η άνοδος της επιφάνειας της θάλασσας λόγω της υπερθέρμανσης.
Η γεωγραφική κατανομή των προσφύγων είναι: Νότια Σαχάρα 86 εκατομμύρια, Ανατολική Ασία και περιοχή Ειρηνικού 49 εκατομμύρια, Νότια Ασία 40 εκατομμύρια, Βόρεια Αφρική 19 εκατομμύρια, Λατινική Αμερική 17 εκατομμύρια και Ανατολική Ευρώπη και Κεντρική Ασία 5 εκατομμύρια.
Ένα μεγάλο μέρος των μελλοντικών προσφυγικών ροών θα κατευθυνθεί προς την Ευρώπη, η οποία ούτε προετοιμασμένη είναι, ούτε έχει επεξεργασθεί ένα σχέδιο αντιμετώπισης των γενεσιουργών αιτίων, που θα μπορούσε να θέσει προς συζήτηση στο διεθνές πεδίο, διότι μόνο σε αυτό το επίπεδο είναι αντιμετωπίσιμη η μαζική μετακίνηση πληθυσμών.
Σε ανάλογο επίπεδο παρενεργειών των παγκόσμιας εμβέλειας κρίσεων κινείται και η κλιματική αλλαγή σε σχέση με την ψυχολογία και την οπτική για το μέλλον, που διαμορφώνει στους νέους.
Έχουν πολύ ενδιαφέρον τα ευρήματα έρευνας, που πραγματοποίησε το αγγλικό πανεπιστήμιο University of Bath σε συνεργασία με πέντε πανεπιστήμια ακόμη για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στους νέους. Η έρευνα έγινε σε αντιπροσωπευτικό δείγμα 10.000 νέων 16 έως 25 ετών από 10 χώρες (Ηνωμένο Βασίλειο, Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, Γαλλία, Φιλανδία, Αυστραλία, Πορτογαλία, Βραζιλία, Ινδία, Νιγηρία και Φιλιππίνες).
Από τα εμπειρικά στοιχεία, που κατεγράφησαν, προέκυψε, ότι η κλιματική αλλαγή έχει αρνητικές παρενέργειες στους νέους. Τα ¾ των νέων δήλωσαν, ότι το μέλλον τους τρομάζει, ενώ το 56% θεωρεί, ότι η ανθρωπότητα είναι καταδικασμένη. Επίσης το 45% των νέων συναισθηματικά έχουν επηρεασθεί αρνητικά στην καθημερινότητα τους.
Συμπερασματικά η επικεφαλής της έρευνας, που θα δημοσιευθεί στο περιοδικό Lancet Planetary Health, επισημαίνει, ότι «οι νέοι αισθάνονται εγκαταλελειμμένοι από τις κυβερνήσεις».
Τόσο το πολιτικό σύστημα σε παγκόσμιο επίπεδο όσο και οι κοινωνίες, που συνθέτουν την παγκόσμια κοινότητα, πρέπει άμεσα να λάβουν τα μηνύματα, που εκπέμπει η πραγματικότητα και να αντιδράσουν, πριν είναι πολύ αργά.
Σε σχέση με τις κοινωνίες και την στάση τους είναι πολύ χρήσιμα τα στοιχεία, που παρουσιάζονται στην Έκθεση για τους Κινδύνους Παγκόσμιας Εμβέλειας από το Bündnis Entwicklung Hilft και το Institut für Friedenssicherungsrecht und Humanitäres Völkerrecht του πανεπιστημίου Ruhr-Universität Bochum.
Σε αυτή την έκθεση επισημαίνεται, ότι εκτός από τις θεσμικές μορφές προστασίας από τις επιπτώσεις μεγάλης εμβέλειας κρίσεων, όπως είναι τα ακραία καιρικά φαινόμενα ως παρενέργειες της κλιματικής αλλαγής, οι πανδημίες, η πείνα, η φτώχεια και οι κοινωνικές ανισότητες, είναι πολύ σημαντικό και χρήσιμο να ενεργοποιηθούν και κοινωνικές δομές (π.χ. Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις) για την ευαισθητοποίηση, την ενημέρωση, την καλλιέργεια της ενσυναίσθησης και την δραστηριοποίηση των πολιτών για την διαχείριση των ακραίων συνθηκών και στο επίπεδο των τοπικών κοινωνιών.
Η δυσκολία είναι, ότι οι κρίσεις τέτοιας εμβέλειας είναι πολυδιάστατες και επιδρούν σε πολλούς τομείς κοινωνικής δραστηριοποίησης ταυτοχρόνως.
Για παράδειγμα η κλιματική κρίση έχει παρενέργειες σε πολλά επίπεδα. Αποτελεί βασική αιτία για τις ξηρασίες, την μείωση των αποθεμάτων νερού, την άνοδο της επιφάνειας της θάλασσας, την μείωση της αγροτικής παραγωγής, την πείνα, την φτώχεια, τις μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών, τις περιφερειακές συγκρούσεις, τις κοινωνικές αναταράξεις σε χώρες υποδοχής προσφύγων, την άνοδο του ρατσισμού και της ξενοφοβίας.
Οι παρενέργειες της κλιματικής κρίσης υπερβαίνουν τα όρια του ήδη προαναφερθέντος κύκλου τομέων εμφάνισης της και επιδρούν γενικότερα στην οικονομία, στην απασχόληση, στην κινητικότητα, στην υγεία. Ιδιαιτέρως δε με την δημιουργία κλίματος ανασφάλειας στους νέους έχουν ψυχολογικές επιπτώσεις.
Όμως και η πανδημία του κορωνοϊού (Covid-19) έχει αρνητικές επιπτώσεις με τον περιορισμό των κοινωνικών επαφών και σχέσεων, την διαφοροποίηση της σχολικής εκπαιδευτικής διαδικασίας, την προβληματική κοινωνικοποίηση στις μικρές ηλικίες και όχι μόνο, καθώς και την αρνητική επίδραση στην ψυχολογική ισορροπία των νέων με τον τρόπο βίωσης σημαντικών παραμέτρων της ζωής για την ηλικία τους.
Η ουσιαστική και με βιώσιμη προοπτική διαχείριση των κρίσεων τέτοιας εμβέλειας είναι η αντιμετώπιση των γενεσιουργών αιτίων, τα οποία άπτονται του τρόπου οργάνωσης και λειτουργίας των κοινωνιών. Και αυτό προϋποθέτει ριζικές τομές στον τρόπο ζωής των πολιτών. Για αυτό το λόγο είναι δύσκολο και χρειάζονται μεγαλύτερα περιθώρια χρόνου από εκείνα, που απαιτούνται για την βραχυπρόθεσμη αντιμετώπιση των επιμέρους επιπτώσεων των κρίσεων.
Ήδη αναφέρθηκαν οι πολυδιάστατες παρενέργειες της κλιματικής αλλαγής και της πανδημίας του Covid-19, οι οποίες προκαλούν ανισορροπίες σε πολλούς τομείς κοινωνικής δραστηριοποίησης ταυτοχρόνως. Αυτές οι συνθήκες απαιτούν συνεκτικές πολυδιάστατες πολιτικές παρεμβάσεις σε όλους τους τομείς διακυβέρνησης, οι οποίες στηρίζονται σε ολιστική οπτική, στην επιστημονική γνώση και ανάλυση της σύνθετης πραγματικότητας και στην ανάλογη διαχείριση στο επίπεδο εφαρμογής.
Ουσιαστικά και για να γίνει κατανοητό σε πρακτικό επίπεδο, το σύνολο των υπουργικών τομέων κυβερνητικής διαχείρισης στο πλαίσιο των συνθηκών, που διαμορφώνουν οι πολυδιάστατες κρίσεις, μετατρέπονται σε απλές παραμέτρους μιας συνολικής πολιτικής στο επίπεδο της διακυβέρνησης. Με αυτό τον τρόπο προσαρμόζεται η κυβερνητική λειτουργία στην πραγματικότητα ως συνόλου αλληλοεξαρτώμενων τομέων και δραστηριοτήτων, την οποία διαχειρίζεται με ολιστικό πολιτικό σχεδιασμό. Επίσης αυξάνεται η λειτουργικότητα και η απόδοση της, ενώ διευκολύνεται η ουσιαστική αντιμετώπιση των γενεσιουργών αιτίων.
Αυτά σημαίνουν, ότι η αξιοποίηση της επιστημονικής οπτικής στην λήψη αποφάσεων για την διαχείριση της πραγματικότητας «κερδίζει έδαφος» στην διακυβέρνηση μιας χώρας, ενώ παράλληλα καθίσταται αναγκαία και η έκφραση του κοινωνικού και του ανθρώπινου συμφέροντος, ώστε να αποκατασταθεί λειτουργική ισορροπία. Αυτό γίνεται εφικτό με την ενεργοποίηση της κοινωνίας πολιτών και την ανάληψη ουσιαστικού ρόλου στην διαχείριση κρίσεων τέτοιας εμβέλειας, οι οποίες προϋποθέτουν την ενημέρωση, την ευαισθητοποίηση και την ενσυναίσθηση των πολιτών των τοπικών κοινωνιών.