Πώς είναι δυνατό ένα διαχειριστικό σκάνδαλο στο Τ.Τ. το 2008 να αποκαλύπτεται το 2013-14 και αυτό μετά την παρέμβαση των δικαστικών αρχών; Πώς, σκάνδαλο για τις διαχειριστικές περιόδους 2009-2011 στην Αγροτική Τράπεζα ομολογείται από τον ίδιο τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ), η τράπεζα να καταρρέει, το προβληματικό της χαρτοφυλάκιο τίθεται υπό εκκαθάριση και το θέμα παραμένει δικαστικά ανέλεγκτο; Πώς, στελέχη που πρωτοστατούν σε σκανδαλώδη διαχείριση που χρεοκοπεί τις τράπεζές τους, βρίσκουν απασχόληση σε άλλη τράπεζα αμέσως μετά τη χρεοκοπία της πρώτης; Πώς, κατηγορούνται τραπεζικά στελέχη για διαβλητή διαχείριση και μένουν στο απυρόβλητο της έρευνας οι πολιτικοί προϊστάμενοι που τους τοποθέτησαν;
Ποια είναι η σχέση του πελατειακού πολιτικού συστήματος με το τραπεζικό κατεστημένο που επιτρέπει τη διακριτή και διαχρονική επιλογή και στήριξη συγκεκριμένων «επίλεκτων» στελεχών σε δημόσιες και ιδιωτικές τράπεζες, παρά τα προβληματικά πεπραγμένα τους; Γιατί οι εποπτικές αρχές δεν επεμβαίνουν, ή όταν το κάνουν, η απόδοση των ενεργειών τους γίνεται με χρονική καθυστέρηση και σημαντικές οικονομικές συνέπειες; Η ερμηνεία αυτής της ευρείας ανοχής όσο και της γενικότερης «σιωπής» περί τα τραπεζικά πεπραγμένα αφορά την προσπάθεια μη διασάλευσης της εμπιστοσύνης στον τραπεζικό θεσμό που αποτελεί θεμέλιο παράγοντα της σταθερότητας του οικονομικού συστήματος. Ομως ούτε η απόκρυψη των διαβλητών πεπραγμένων αλλά ούτε και η θορυβώδης κατακραυγή όταν αυτά αποκαλυφθούν, συνιστά κάθαρση. Αντίθετα αποτελεί εμπαιγμό και ανειλικρίνεια του συστήματος έναντι της δεοντολογίας και της αξιακής ορθότητας περί την τραπεζική και την «εμπιστοσύνη» που εκπροσωπεί.
Το ζητούμενο δεν είναι η κυμβαλώδης τιμωρία των παρανομούντων, αλλά η αλλαγή του συστήματος που επιτρέπει την παρανομία. Ιδιαίτερα υπό τις τρέχουσες συνθήκες όπου οι τραπεζικές εργασίες συγκεντρώνονται σε ελάχιστες «συστημικές» τράπεζες και κάθε «παρατυπία» μπορεί να αποσταθεροποιήσει την ίδια την οικονομία. Πλέον απαιτείται η πλήρης ανεξαρτητοποίηση της ΤτΕ και της διοίκησής της από τον κομματισμό και τον επαγγελματικό συντεχνιασμό και η αλλαγή του τρόπου ορισμού της τελευταίας. Επίσης απαιτείται η αλλαγή του συστήματος εποπτείας με την πληροφορική σύνδεση των τραπεζών με την κεντρική εποπτική αρχή. Τέλος, απαιτείται η πολιτική βούληση και ο σχεδιασμός για την αντιμετώπιση των συστημικών κινδύνων λόγω του μεγέθους των τραπεζών με την άρση εμποδίων εισόδου στον κλάδο και την απελευθέρωση της δυνατότητας δημιουργίας πολλών μεγάλων και μικρών, ιδιωτικών και συνεταιριστικών τραπεζών που εξ ορισμού διαχέει τους κινδύνους της κακής τραπεζικής διοίκησης.