Η ελληνική κοινωνία, με την αγαστή συνεργασία του πολιτικού συστήματος, είναι εγκλωβισμένη εδώ και καιρό σε έναν ιδιότυπο λαϊκισμό. Είναι γεγονός ότι με ελάχιστα διαλείμματα οι γενιές που διαμορφώθηκαν πολιτικά μετά τη Μεταπολίτευση γαλουχήθηκαν μέσα σε ένα ακραίο δημαγωγικό σκηνικό. Μέσα σε μια συνθηματολογική έξαρση, που υποβάθμιζε ιδέες και προβλήματα και χάραζε τις περιβόητες διαχωριστικές γραμμές, μεταξύ προόδου και σκότους, μεταξύ μειοδοτών και πατριωτών, για να βολεύονται οι εκάστοτε πράσινες και γαλάζιες ηγεσίες. Με περισσή ευκολία ο αντιπολιτευτικός λαϊκισμός για άγρα ψήφων μετατρεπόταν σε κυβερνητικό λαϊκισμό για να καλυφθούν οι προφανείς και διαρκείς αδυναμίες άσκησης μιας συγκροτημένης και αποτελεσματικής πολιτικής.
Τις συνέπειες αυτής της λαϊκίστικης και δημαγωγικής πολιτικής τις πληρώνουμε όλοι σήμερα. Μόνο που το πολιτικό μας σύστημα, θύμα και το ίδιο της αμετροέπειάς του, εξακολουθεί να συμπεριφέρεται σχεδόν σαν να μην έχει αλλάξει τίποτε. Ενα κύμα δημαγωγίας σαρώνει κάθε προσπάθεια σοβαρής συζήτησης. Ενα εκρηκτικό κλίμα αντιπαράθεσης ισοπεδώνει κάθε δυνατότητα μίνιμουμ συναίνεσης. Μια διαρκής επιμονή στη διαμόρφωση νέων διαχωριστικών γραμμών συντηρεί ένα κλίμα έντασης και διχασμού και στην κοινωνία και στο πολιτικό σκηνικό.
Από τη μια μεριά η κυβέρνηση, και ιδιαίτερα ο σκληρός νεοδημοκρατικός πυρήνας της, καλλιεργεί έναν δεξιό λαϊκισμό, προβάλλοντας τη θεωρία του νόμου και της τάξης είτε για να καλύψει τις δικές της εσωτερικές αδυναμίες είτε γιατί έτσι θεωρεί ότι θα αποκόψει τον ΣΥΡΙΖΑ από ένα μέρος του εκλογικού ακροατηρίου των «νοικοκυραίων». Με ισοπεδωτικές επιχειρήσεις τύπου «Ξένιος Ζευς» κατά των μεταναστών, με την ακύρωση του νόμου Ραγκούση για την ιθαγένεια, με την ανοχή στην παραβατική συμπεριφορά των αστυνομικών, με τις επιθέσεις κατά ΣΥΡΙΖΑ για ανοχή και υπόθαλψη της τρομοκρατίας. Παράλληλα βέβαια δεν ξεχνά και το εθνικό-λαϊκίστικο παρελθόν της με συνεχή υπονοούμενα για μονομερή ανακήρυξη της ΑΟΖ ή με κορόνες περί εθνικής ανεξαρτησίας, όπως για παράδειγμα αυτή στον κ. Ρουπακιώτη, επειδή τόλμησε και έφερε ρύθμιση στη Βουλή για επανεξέταση δικαστικών αποφάσεων για τις οποίες υπάρχει καταδίκη μας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.
Η απάντηση από την άλλη πλευρά είναι ένας αριστερός λαϊκισμός, με την κυβέρνηση να κατηγορείται συλλήβδην ως ακροδεξιά, ως απεργαζόμενη σχέδια κατάλυσης της δημοκρατίας ή ότι ταυτίζεται με τη Χρυσή Αυγή. Kαι βέβαια με μια διαρκή υποτίμηση της βίας και της ανομίας, με στήριξη κάθε μορφής καταλήψεων και δικαιολόγηση ακραίων συμπεριφορών (βλ. γιαουρτώματα, συγκρούσεις στα πανεπιστήμια κτλ.). Και αυτά την ίδια στιγμή που υποτιμώνται ή αγνοούνται φαινόμενα όπως η ανεξέλεγκτη είσοδος λαθραίων μεταναστών ή η διασύνδεση ακραίων αναρχικών ομάδων με την τρομοκρατία.
Ενώ η χώρα βιώνει την πιο μεγάλη κρίση εδώ και δεκαετίες, τα πολιτικά κόμματα, αντί να έχουν αναγνωρίσει τις ευθύνες που τους αναλογούν και να αναζητούν διεξόδους, παραμένουν εγκλωβισμένα στο καταστροφικό πολιτικό τους παρελθόν. Αντί να προσπαθούν να μεταδώσουν στην κοινωνία ένα νέο αξιακό πλαίσιο, που θα διαμορφώσει συνθήκες εξόδου από την κρίση, την παγιδεύουν με τη δημαγωγία τους σε ένα αδιέξοδο παρελθόν. Μια συνταγή δηλαδή που δεν μας οδηγεί πουθενά…