Λοιπόν να το πούµε µια και καλή: αυξήσεις στα εισιτήρια δεν πληρώνουµε (1). Ας βρούνε άλλο τρόπο να καλύψουν τα ελλείµµατα. Όποιον νοµίζουν. Πάντως όχι να επιβάλλουν σε όσους καταβάλλουν το αντίτιµο να σηκώσουν το βάρος για όσους δεν πληρώνουν.
Μην παρεξηγηθούµε. Καµία σχέση δεν έχω µε το κίνηµα «Δεν πληρώνω». Και την τελευταία φορά που βρέθηκα στην εθνική οδό, µου ανέβηκε το αίµα στο κεφάλι όταν είδα έναν νεαρό να κατεβαίνει από ένα τζιπ άνω των 2.000 κυβικών και να σηκώνει την µπάρα. Την προηγούµενη φορά µε είχε προπηλακίσει µια οµάδα «ακτιβιστών», επειδή επέµενα να πληρώσω, ενώ εκείνοι είχαν καταλάβει -ανενόχλητοι- τα διόδια.
Από το σηµείο αυτό, όµως, έως το να ανεχόµαστε την ολιγωρία των αρµοδίων να προστατεύσουν στοιχειωδώς το δηµόσιο συµφέρον, η απόσταση είναι µεγάλη. Γιατί τι έκαναν τόσα χρόνια που γνωρίζουν το πρόβληµα; Τίποτα. Κι είναι πραγµατικά απορίας άξιο πώς µόνοι εµείς σε ολόκληρο τον κόσµο αποφασίσαµε ότι στο µετρό δεν θα βάλουµε µπάρες ούτε θα ελέγχονται τα εισιτήρια στα λεωφορεία. Προφανώς γιατί στη χώρα του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη οι πολίτες διάγουν τον καθηµερινό τους βίο σε συνθήκες διαρκούς ηθικής ανάτασης.
Απλώς αύξησαν την τιµή, λοιπόν, στο 1,40 και κατάφεραν, βέβαια, να κάνουν τα πράγµατα χειρότερα. Ε, λοιπόν, το ίδιο θα συµβεί και τώρα. Ακόµα λιγότεροι επιβάτες θα πληρώνουν εισιτήριο και σε λίγο θα ζητάνε νέα αύξηση της τιµής.
Δυστυχώς έχουµε φτάσει σε αυτό το σηµείο. Ενα µεγάλο µέρος των συµπολιτών µας θεωρεί πως το κράτος δεν ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις του κι έτσι κι αυτοί αισθάνονται ηθικά δικαιωµένοι να µην ανταποκρίνονται στις δικές τους. Από την Εφορία «που µας κλέβει» έως τους δηµοσίους υπαλλήλους που «δουλεύουµε για όσο µας πληρώνουνε». Το είδαµε ακόµα και σε πανό αστυνοµικών: «Μειώσεις µισθών εσείς, λευκή απεργία εµείς»!
Όταν επιχειρήσεις να µπεις σε διάλογο µε όσους έχουν τέτοιες απόψεις, υπάρχει πάντοτε έτοιµη απάντηση ή αν θέλετε δικαιολογία: Ας ξεκινήσουν από ψηλά και µετά να έρθουν σε µας, ας είναι αυτοί εντάξει για να είµαστε κι εµείς.
Το ότι αυτό δηµιουργεί φαύλο κύκλο δεν χρειάζεται να το επισηµάνει κανείς, είναι αυτονόητο. Αυτήν τη φορά, όµως, κινδυνεύουµε να βρεθούµε µπροστά σε ένα πολύ σοβαρότερο φαινόµενο. Την πλήρη αδυναµία του κράτους να λειτουργήσει και την ουσιαστική κατάργηση της κεντρικής εξουσίας. Με ό,τι αυτό µπορεί να συνεπάγεται όχι µόνο για το πώς θα µπορέσουµε να ξεπεράσουµε την κρίση αλλά και για την αντιµετώπιση στοιχειωδών προβληµάτων της καθηµερινότητας.
Πολλοί σχολιαστές έχουν αναζητήσει κοινωνιολογικά χαρακτηριστικά πίσω από αυτήν τη στάση, ότι δηλαδή κρυβόµαστε πίσω από την επίκληση συλλογικών ευθυνών και αρνούµαστε να δούµε και να αναλάβουµε την ευθύνη των δικών µας πράξεων.
Μπορεί να είναι κι έτσι. Ενδεχοµένως όµως στην πραγµατικότητα να µη θέλουµε να αλλάξει τίποτα. Ενδεχοµένως να κρυβόµαστε πίσω από το «να µπει κάποιος µεγαλόσχηµος φυλακή» απλώς και µόνο για να µείνουν τα πράγµατα ως έχουν.
Γιατί, βέβαια, συνήθως όσοι δηλώνουν αγανακτισµένοι είναι και οι πρώτοι που αντιδρούν σε όποια αλλαγή και αν επιχειρείται.
(1) Φυσικά, το δεν πληρώνουµε τις αυξήσεις είναι απλώς σχήµα λόγου. Αν γίνουν, θα τις πληρώσουµε και πάλι, µε πολύ θυµό όµως!