Δεν επιτρέπονται πανηγυρισμοί

Βασίλης Δεληγκάρης 12 Απρ 2014

Η αιτία για την οποία η Ελλάδα μπήκε στην περιπέτεια των μνημονίων και της σκληρής επιτήρησης της τρόικας με τα γνωστά δραματικά συνακόλουθα αποτελέσματα ήταν, όπως όλοι γνωρίζουμε, ο αποκλεισμός της από τις διεθνείς αγορές. Το γιατί φτάσαμε σε εκείνο το σημείο είναι επίσης γνωστό και πολυσυζητημένο.

Πώς μπορεί λοιπόν κάποιος λογικός άνθρωπος μετά τέσσερα “πέτρινα χρόνια” να μη θέλει και να μην επικροτεί την έξοδο της χώρας στις αγορές, που προφανώς και σηματοδοτεί την αρχή μιας νέας εποχής κανονικότητας, την απαλλαγή από τα επαχθή μνημόνια και την τρόικα που μας κάθισε στο σβέρκο; Κι όμως υπάρχουν πολλοί στην αντιπολίτευση που προφανώς δεν είναι ούτε τρελοί ούτε ανόητοι. Πονηρούληδες είναι -κουτοπονηρούληδες για την ακρίβεια- και υπολογιστές, που μετρούν πρωταρχικά και κατά προτεραιότητα πολιτικά οφέλη και ζημιές και με αυτά καθορίζουν την πολιτική τους στάση και τοποθέτηση. Άμα τελειώσουν, σου λένε, τα μνημόνια και οι επιτηρήσεις, τότε εμείς τι θα έχουμε να λέμε;

Αυτή όμως είναι η μία πλευρά του ζητήματος. Η άλλη είναι πως προφανώς η έξοδος στις αγορές εξυπηρετεί μεταξύ άλλων και προεκλογικές ανάγκες της κυβέρνησης, στην προσπάθειά της να αποδείξει πως η πολιτική της έχει χειροπιαστά και μετρήσιμα οικονομικά αποτελέσματα και η αλήθεια είναι πως έχει πλέον δύο κορυφαία, το πρωτογενές πλεόνασμα και την πρώτη έξοδο, έστω και προστατευμένη, έστω και μικρή, στις διεθνείς αγορές. Είναι αυτό θεμιτό και αποδεκτό, να αξιοποιείται δηλαδή για προεκλογικούς σκοπούς; Κατά τη γνώμη μου είναι αλλά μέχρι ενός σημείου. Διότι αυτοί που έχουν αναλάβει μέχρι στιγμής την ευθύνη των πολύ δύσκολων αποφάσεων και επιλογών και καταβάλλουν τεράστιο πολιτικό κόστος έχουν το δικαίωμα να παρουσιάσουν και τα αποτελέσματα, τις επιτυχίες αυτής της προσπάθειας, που είναι πρωταρχικά επιτυχίες της Ελλάδας. Τα αντεπιχειρήματα της αξιωματικής αντιπολίτευσης πως το πρωτογενές πλεόνασμα είναι “μαγειρεμένο” και η έξοδος στις αγορές “στημένη”, εκτός του ότι μοιάζουν με κακόβουλους ισχυρισμούς στα όρια της εθνικής υπονόμευσης, δεν επιβεβαιώνονται και από πουθενά. Το αντίθετο, όλοι οι διεθνείς οργανισμοί και οίκοι, οι επιτηρητές, τα κράτη δανειστές και κυρίως οι σκληρές και αμείλικτες αγορές αποδέχτηκαν και υποδέχτηκαν αυτά τα δύο γεγονότα ως πολύ σημαντικά για την Ελλάδα.

Όμως μέχρι εκεί, γιατί πρώτον η προσπάθεια δεν έχει τελειώσει -από μία άποψη μπορεί να πεις ότι η πορεία ανασυγκρότησης της χώρας μόλις τώρα αρχίζει- και δεύτερον όλα αυτά έγιναν με ένα τεράστιο κοινωνικό κόστος, με έναν προκλητικά άδικο τρόπο για τα αδύναμα και τα μεσαία στρώματα της κοινωνίας.

Οι ενάμισι εκατομμύριο άνεργοι, οι κατεστραμμένες επιχειρήσεις και οι εξαθλιωμένες από τη φτώχεια ελληνικές οικογένειες δεν επιτρέπουν τον παραμικρό πανηγυρισμό. Απαιτούν σεμνότητα, αίσθημα ευθύνης και αυτοκριτικής και κυρίως άμεσες προσπάθειες αποκατάστασης των αδικιών με σχέδιο και πρόγραμμα, με αναπροσαρμογή στόχων και προτεραιοτήτων.