Δεν έμαθαν τίποτα, δεν ξέχασαν τίποτα

Αλέκος Κρητικός 11 Ιουν 2018

«Δεν έμαθαν τίποτα, δεν ξέχασαν τίποτα». Με τη φράση αυτή φέρεται να εξέφρασε ο Ταλλεϋράνδος την απογοήτευσή του από τη στάση και συμπεριφορά των Βουρβόνων την εποχή της παλινόρθωσης. Με την ίδια φράση θα μπορούσε να εκφρασθεί η εντύπωση που αποκομίζεται από την ανάγνωση των προτάσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τους νέους κανονισμούς των Διαρθρωτικών και Επενδυτικών Ταμείων της περιόδου 2021-2027. Προς αποφυγήν οποιασδήποτε παρερμηνείας, η αυστηρή αυτή κριτική πηγάζει από την πεποίθηση του γράφοντος ότι το μέλλον της Ευρώπης βρίσκεται στην όσο το δυνατόν βαθύτερη ενοποίησή της και ότι η συμμετοχή της Ελλάδας στη διαδικασία αυτή είναι μονόδρομος για τη χώρα μας. Άλλωστε, το πραγματικό ενδιαφέρον ξεκινά από την αυστηρή κριτική.
Πριν από δύο χρόνια, μέσα από τις στήλες του e-kyklos και πάλι, είχαμε υποστηρίξει την άποψη ότι η συζήτηση για τους νέους κανονισμούς έπρεπε να αρχίσει από μηδενική βάση. Γράφαμε τότε: «…Τώρα είναι η ευκαιρία να βγούμε από τον αυτοεγκλωβισμό και να αρχίσει η συζήτηση, από μηδενική βάση …. Έχει ξαναγίνει αυτό, το 1988 – με πρόεδρο, βέβαια, της Επιτροπής τον Ζακ Ντελόρ. Χρειάζεται όμως μεθοδική προσπάθεια. Το «σύνδρομο της γέφυρας του ποταμού Κβάϊ» είναι πολύ διαδεδομένο στις γραφειοκρατίες -ευρωπαϊκές και εθνικές- και εξαιρετικά ανθεκτικό. Εκτός των άλλων, βοηθά και στη διατήρηση του μονοπωλίου της γνώσης, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τους κατόχους του. Η προσπάθεια αυτή θα πρέπει να αναληφθεί, σε συνεργασία με άλλα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, όσο πιο σύντομα γίνεται, σε όλους τους προσφερόμενους χώρους. Στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, με ερωτήσεις, με σύνταξη και ψήφιση αντίστοιχης έκθεσης κ.λπ., στη Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, στη Επιτροπή Περιφερειών, σε έγκυρα think tanks, σε Πανεπιστήμια, σε συνέδρια, σε άτυπα Συμβούλια Περιφερειακής Πολιτικής κ.λπ. Είναι μια μάχη που όχι μόνον αξίζει, αλλά είναι πλέον ανάγκη να δοθεί.»
Δυό χρόνια μετά, η διαπίστωση είναι ότι δεν έγινε τίποτε από όσα προτείνονταν παραπάνω, ούτε από τις υπηρεσίες της Επιτροπής, ούτε από κανέναν από τους άλλους παράγοντες που προτείναμε να κινητοποιηθούν. Και τούτο παρ’ όλο που η εν τω μεταξύ πορεία υλοποίησης του ΕΣΠΑ, στην Ελλάδα αλλά και σε όλη την ΕΕ, επιβεβαιώνει δραματικά τη σχετική ανάγκη. Πράγματι, οι βαρειές διαδικασίες και οι γραφειοκρατικές αγκυλώσεις που επιβάλλουν οι ισχύοντες κανονισμοί έχουν ως συνέπεια σήμερα, τον πέμπτο (!) χρόνο εφαρμογής του επταετούς ΕΣΠΑ, η μέση απορρόφηση σε επίπεδο ΕΕ να μην ξεπερνά το 20% και στην Ελλάδα, η πραγματική εκταμίευση, δηλαδή σε επίπεδο τελικών αποδεκτών, να είναι στο 16%! Με αυτούς τους ρυθμούς, στο τέλος της επταετίας θα είναι ζήτημα αν η απορρόφηση θα φθάσει στο 50% και, κατά συνέπεια, θα καταφύγουμε στη διετή παράταση εκταμιεύσεων, το περίφημο εφεύρημα του «ν+2» (που μπορεί να γίνει και «ν+3») για να απορροφήσουμε, όπως όπως, το υπόλοιπο 50%, χωρίς βέβαια να μπορεί κανείς να μιλήσει τότε για ποιότητα παρεμβάσεων και άλλες τέτοιες «πολυτέλειες». Στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχουμε επιτύχει το παράδοξο, τα επταετή προγράμματα να έχουν εννεαετή διάρκεια.
Οι διαπιστώσεις όμως αυτές δεν φαίνεται να δίδαξαν και πολλά στους φίλους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, τόσο σε επίπεδο υπηρεσιών όσο και σε πολιτικό επίπεδο, όπως τουλάχιστον αυτό προκύπτει από τις προτάσεις τους για τους νέους κανονισμούς. Με την επιμονή τους να διατηρήσουν σχεδόν ανέγγιχτη μια προβληματική δομή, δείχνουν, δυστυχώς, σαν να μην «έμαθαν τίποτα» από τις αποτυχημένες επιδόσεις, να μην «ξέχασαν τίποτα» από τις εμμονές σε γραφειοκρατικές αγκυλώσεις. Δεν θα αμφισβητήσουμε, ούτε προς στιγμήν, τις καλές τους προθέσεις. Χωρίς όμως και να ξεχνούμε ότι, πολλές φορές, ο δρόμος του κακού είναι στρωμένος με αυτές.
Με κάποιες επιδερμικές βελτιώσεις και διακηρυκτικές δηλώσεις περί απλούστευσης, ο σκληρός πυρήνας των διαδικασιών, που είναι υπεύθυνος για την αποτυχία του συστήματος, παραμένει στις νέες προτάσεις απείραχτος. Οι ακαμψίες που προκύπτουν από την κατηγοριοποίηση των περιφερειών και την εμμονή στη διατήρηση ξεχωριστών ταμείων, επίσης. Γιατί, για παράδειγμα, το ταμείο Συνοχής να παρεμβαίνει, μέσα στην ίδια χώρα, ξεχωριστά από το Περιφερειακό ταμείο, με αποτέλεσμα π.χ. ένας δρόμος να χρηματοδοτείται κατά το ήμισυ από το Ταμείο Συνοχής και κατά το υπόλοιπο από το Περιφερειακό ταμείο; Είναι αυτό δείγμα σύγχρονης ορθολογικής διαχείρισης; Ως αποτέλεσμα αυτής της προσέγγισης, ανέγγιχτα παραμένουν και τα περίφημα «κουτάκια» – πίνακες διπλής εισόδου – μέσω των οποίων πρέπει να «κουμπώνουν» κατηγορίες περιφερειών, ταμεία, στόχοι, ειδικοί στόχοι, προτεραιότητες και κονδύλια, ικανοποιώντας οριζόντια και κάθετα αθροίσματα. Με μηδενικές δυνατότητες ευελιξίας. Σταυρόλεξα για πολύ δυνατούς λύτες…
Για να μη μιλήσουμε για τη δήθεν αντικειμενική κατανομή των πόρων μεταξύ των κρατών μελών, όπου, με αυθαίρετους συντελεστές επί των στατιστικών δεδομένων, προκύπτουν προαποφασισμένα αποτελέσματα. ‘Έτσι κατορθώνει π.χ. η Πορτογαλία, αν και υπολείπεται της Ελλάδας σε όλα τα κριτήρια κατανομής των πόρων συνοχής, να επωφελείται, στις νέες προτάσεις, με 10% παραπάνω κονδύλια σε σχέση με τη χώρα μας (ποσοστό που αντιστοιχεί στο όχι ευκαταφρόνητο ποσό των 2,2 δισ.ευρώ).
Αλλά και από άποψη όγκου κειμένων αν κρίνουμε, ο γενικός κανονισμός από τις 91 σελίδες του ισχύοντος περνά στις 106 του προτεινόμενου, ενώ το Παράρτημα (με την περιγραφή των διαδικαστικών βημάτων και τους πίνακες που πρέπει να συμπληρώνονται) από 57 σελίδες σήμερα φθάνει αισίως τις 167 σελίδες στη νέα πρόταση. Στο όνομα της απλούστευσης και πάλι.
Ας μη βιαστεί κάποιος να αντιλέξει ότι αυτά συμβαίνουν για διασφάλιση της χρηστής διαχείρισης. Όλα τα ανωτέρω περιγραφόμενα, και πολλά άλλα, καμία σχέση δεν έχουν με την προστασία του χρήματος του ευρωπαίου φορολογουμένου. Για το ζήτημα αυτό, υπάρχουν παράλληλα πολλές άλλες διατάξεις και διαδικασίες, ενίοτε βαρειές, αλλά των οποίων την αναγκαιότητα κανείς δεν αμφισβητεί.
Δεν έχει νόημα να συνεχίσουμε να κουράζουμε τον αναγνώστη με περιπτώσεις και νούμερα. Το βέβαιον είναι ότι, με αυτά τα δεδομένα, μπορεί εύκολα να προεξοφληθεί ότι, και στη νέα περίοδο, θα είμαστε «στο ίδιο έργο θεατές». Δηλαδή αργόσυρτη προετοιμασία, καθυστέρηση στην έναρξη υλοποίησης του νέου ΕΣΠΑ (και λόγω της παράτασης υλοποίησης του τρέχοντος ΕΣΠΑ μέσα στη νέα περίοδο 2021-2027), απορρόφηση μόνο του μισού ΕΣΠΑ μέχρι τη λήξη της επταετούς περιόδου και αγώνας δρόμου για απορρόφηση του υπόλοιπου, μέσα στην παράταση, χωρίς περιθώρια για «πολυτέλειες» ποιότητας.
Το συμπέρασμα είναι ότι, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά την πολιτική Συνοχής και τα Ταμεία της, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν φαίνεται να έχει συλλάβει τα μηνύματα των καιρών. Σε μια συγκυρία όπου η Ευρώπη συγκλονίζεται από τα κύματα του λαϊκισμού και του αυταρχισμού, που εκφράζονται ανησυχίες για τη συνέχιση της ίδιας της ύπαρξης της ΕΕ και της Ευρωζώνης, η ευρωπαϊκή γραφειοκρατία δείχνει να αρνείται πεισματικά να γκρεμίσει τις γέφυρες του ποταμού Κβάϊ που τη συνδέουν με το παρελθόν, επειδή τις έχει κατασκευάσει η ίδια, με πολύ κόπο και πολλή υπομονή, πρέπει να αναγνωρίσουμε. Και συνεχίζει αμέριμνα να βαδίζει στην πεπατημένη.
Δεν υπάρχουν όμως μόνο οι ευρωπαϊκές υπηρεσίες στις Βρυξέλλες. Υπάρχουν και οι πολιτικοί τους προϊστάμενοι, οι Επίτροποι, ο ίδιος ο Πρόεδρος της Επιτροπής. Υπάρχουν ακόμη οι ευρωβουλευτές, υπάρχει η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, η Επιτροπή Περιφερειών. Πολιτικά πρόσωπα που πρέπει να συνειδητοποιήσουν την κρισιμότητα της σημερινής συγκυρίας στην Ευρώπη και τις προσωπικές ευθύνες τους για την αντιμετώπισή της. Που πρέπει να γνωρίζουν ότι στα νέα προβλήματα δεν δίνουμε παλιές απαντήσεις.
Αυτά τα πρόσωπα πρέπει να τιθασεύσουν τις αδράνειες – που αναπόφευκτα και εγγενώς αναπτύσσονται σε όλα τα συστήματα διαχείρισης – και να εμπνεύσουν ένα νέο πρότυπο αντίληψης και διαχείρισης της ανάπτυξης. Απαιτούνται υπερβάσεις. Αν δεν ξεπεράσουμε εμείς τα πράγματα, θα μας ξεπεράσουν αυτά.
Μήπως είναι ήδη αργά, σε ό,τι αφορά τη νέα περίοδο 2021-2027; Μάλλον ναι. Δεν υπάρχει χρόνος να αλλάξουν εκ βάθρων οι προτάσεις της Επιτροπής και να εγκριθούν στη συνέχεια από το σημερινό Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο κ.λπ. χωρίς αυτό να καθυστερήσει σημαντικά την έναρξη υλοποίησης, με όλες τις δυσμενείς συνέπειες που αυτό θα συνεπαγόταν. Μια λύση θα ήταν να αποφασισθεί ότι οι προτεινόμενοι νέοι κανονισμοί θα ισχύσουν για μια τριετία, το νέο ΕΣΠΑ να είναι και αυτό τριετές και να δοθεί σαφής πολιτική κατεύθυνση/εντολή στις υπηρεσίες να προετοιμάσουν, στο διάστημα αυτό, νέες προτάσεις από μηδενική βάση αυτή τη φορά. Εξ άλλου, η ίδια η Επιτροπή προτείνει στους νέους κανονισμούς το ΕΣΠΑ να εξειδικευθεί για τα πέντε πρώτα χρόνια του, ενώ για το υπόλοιπο διάστημα να εξειδικευθεί στη λήξη της πενταετίας.
Στο ξεκίνημα από μηδενική βάση πρέπει να συστρατευθούν όχι μόνο οι αρμόδιες για τη σύνταξη των κανονισμών υπηρεσίες, αλλά όλες οι εμπλεκόμενες υπηρεσίες της Επιτροπής και των άλλων θεσμικών οργάνων. Και να επανεξετασθεί, και όπου χρειάζεται να αναθεωρηθεί, το σύνολο των σχετικών διαδικασιών. Έχει γίνει αυτό, το 1988. Αν υπάρξει ισχυρή πολιτική βούληση, μπορεί να επαναληφθεί. Ακόμη και χωρίς πρόεδρο τον Ζακ Ντελόρ.

 

ekyklos.gr