Για τα περισσότερα από όσα συμβαίνουν σήμερα ο κ. Τσίπρας είχε προειδοποιηθεί. Οτι ο χρόνος λειτουργεί εναντίον μας και πως όσο καθυστερεί να βρει λύση τόσο θα μεγαλώνει ο λογαριασμός. Είχε προειδοποιηθεί για τα περισσότερα, όχι όλα. Γιατί ορισμένα δεν μπορούσαμε να τα φανταστούμε. Δεν μπορούσαμε, για παράδειγμα, να φανταστούμε ότι υπουργός θα ήταν ο κ. Βαρουφάκης, ο οποίος με τις δηλώσεις και τη συμπεριφορά του θα κατάφερνε να προκαλέσει τόσες πολλές αναίτιες εχθρότητες και τόσο αρνητικό κλίμα σε βάρος της χώρας στο Eurogroup και στο ΔΝΤ.
Ούτε βέβαια μπορούσαμε να φανταστούμε ότι ο κ. Τσίπρας του «go back μαντάμ Μέρκελ» θα επικεντρωνόταν τόσο πολύ στο καλόπιασμα της Γερμανίας που θα αποξένωνε όλους σχεδόν τους υπόλοιπους εταίρους. Ο κ. Ρέντσι δύο φορές τού το υπενθύμισε. Την πρώτη όταν επισήμανε δηκτικά ότι η Ιταλία παίρνει μέρος στα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ενωσης και όχι στις πενταμερείς που ζητούσε ο Ελληνας πρωθυπουργός. Και τη δεύτερη όταν μας προειδοποίησε ότι υπάρχουν πολλές μικρές χώρες που είναι πια υπέρ της εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ. Πρόκειται για την πιο εύκολη «νίκη» της Γερμανίας, η οποία δεν θέλει να δώσει την εντύπωση ότι είναι η κακή υπερδύναμη που σπρώχνει την Ελλάδα εκτός ευρώ. Καταφέραμε να μην είναι μόνη της.
Λεπτομέρειες; Ισως. Οι οποίες όμως μπορεί να κρίνουν την τελική έκβαση των διαπραγματεύσεων καθώς τα περιθώρια καθημερινά λιγοστεύουν και χρειάζεται πλέον υπερπροσπάθεια για να αποφύγουμε τη ρήξη. Οι Ελληνες έχουμε κουραστεί με την παράταση της αβεβαιότητας. Φανταστείτε οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι. Ιδίως όταν η απόσταση μεταξύ των ελληνικών προτάσεων και των προτάσεων των θεσμών παραμένει τόσο μεγάλη. Κι εδώ βρίσκεται το βασικό πρόβλημα.
Πέντε μήνες ο κ. Τσίπρας άφηνε τον χρόνο να περνά παίζοντας επικοινωνιακά παιχνίδια. Κι όσο καθυστερούσε, όσο η οικονομία έμπαινε στην ύφεση, τόσο πιο δύσκολη γινόταν η επίτευξη των περίφημων πρωτογενών πλεονασμάτων. Το καλοκαίρι μιλούσαμε για κοντά δύο δισεκατομμύρια, σήμερα για πέντε. Και βέβαια δυσκολεύεται. Κατάφερε να δημιουργήσει τη συνταγή της τέλειας πολιτικής αυτοκτονίας. Στη μια περίπτωση χάνει το κόμμα. Στην άλλη την Ελλάδα. Είναι απορίας άξιον πώς δεν το έβλεπαν. Εκτός και αν πράγματι πίστευαν ότι η εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ θα άλλαζε τους συσχετισμούς στην Ευρώπη. Θα έδινε μια «πολιτική» λύση στο ελληνικό πρόβλημα ερήμην των μνημονίων. Ομως και γι’ αυτό είχε προειδοποιηθεί.
Είχε προειδοποιηθεί ότι τα αδελφά κόμματα της Αριστεράς αποτελούν περιθωριακές δυνάμεις. Οι διαδηλώσεις αλληλεγγύης είναι ίσως συγκινητικές, μόνο για μας όμως. Αντιθέτως αφήνουν ασυγκίνητες τις ευρωπαϊκές ηγεσίες και δυστυχώς την ευρωπαϊκή κοινή γνώμη που όλο και πιο πολύ αποδέχεται την προοπτική του Grexit. Κι είχαν επίσης προειδοποιηθεί ότι το ρεύμα είναι στην αντίθετη κατεύθυνση προς την ευρωσκεπτικιστική ακροδεξιά. Η οποία μπορεί να συμπλέει με τον ΣΥΡΙΖΑ στην καταδίκη των ευρωπαϊκών «ελίτ», επιδιώκει όμως τη διάλυση της Ευρωζώνης. Οσο για τις εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης, η Κύπρος είχε δείξει τα πραγματικά όρια. Ο ρωσικός αγωγός είναι κοσμοϊστορικό γεγονός για την «Iskra» του κ. Λαφαζάνη αλλά μέχρις εκεί. Οι γεωπολιτικές ανακατατάξεις παραμένουν όνειρα θερινής νυκτός.
Με τούτα και με κείνα το τελευταίο επιχείρημα της κυβέρνησης είναι η Δικαιοσύνη. Το πακέτο που μας προτείνουν, λέει, θέλει να προστατεύσει τις μεγάλες επιχειρήσεις και να μεταφέρει τα βάρη στους αδύναμους συμπολίτες. Η κριτική αυτή θα μπορούσε να έχει βάση. Μόνο που υπονομεύεται από την ίδια την κυβέρνηση. Γιατί το πακέτο Τσίπρα προβλέπει ότι πάνω από το 90% των εσόδων θα προέλθει από αύξηση της φορολογίας. Κανένας εξορθολογισμός των δαπανών, καμία προσπάθεια να προστατευθούν οι παραγωγικές δυνάμεις. Το μόνο που φαίνεται να ενδιαφέρει την κυβέρνηση είναι η διασφάλιση μιας διαχρονικής εκλογικής πελατείας μέσα ή γύρω από το Δημόσιο. Χωρίς σχέδιο, χωρίς μεταρρυθμίσεις ούτε καν για τη φοροδιαφυγή που τόσα είχαμε ακούσει προεκλογικά. Η απόλυτη δημοσιονομική καταιγίδα. Ετσι θα μπουν οι βάσεις της ανάπτυξης και θα έρθουν επενδύσεις;
Για τον κ. Τσίπρα η καταφυγή στους φόρους μπορεί να είναι ο μόνος τρόπος να εξασφαλίσει τη συναίνεση του αριστερού ρεύματος και την υπερψήφιση του πακέτου από τη Βουλή. Ακόμα και αν καταφέρει να εξασφαλίσει τη συμφωνία με τους δανειστές, όμως, το πραγματικό ερώτημα είναι τι θα γίνει μετά. Γιατί βέβαια αν σε λίγους μήνες η οικονομία βρεθεί και πάλι σε αδιέξοδο, με ύφεση και με τα δημόσια οικονομικά σε κατάρρευση, τότε το παιχνίδι θα έχει χαθεί οριστικά. Και οι επιπτώσεις δεν θα περιορίζονται στην οικονομία. Ο ίδιος ο κ. Τσίπρας δημιούργησε τους όρους ενός νέου διχασμού. Τώρα περιμένουν να επωφεληθούν δυνάμεις που επιβουλεύονται τη Δημοκρατία. Αλλά και γι’ αυτό είχε προειδοποιηθεί.