Δαπάνες υγείας: Μνημόνιο και κοινωνία

Λυκούργος Λιαρόπουλος 10 Ιουλ 2012

Στις 6 Ιουλίου, η τρόικα επισκέφθηκε το υπουργείο Υγείας για συνάντηση με τη νέα πολιτική διοίκηση. Σύμφωνα με την ενημέρωση του υπουργείου, η συνάντηση «πήγε καλά». Οι ελεγκτές βρήκαν το υπουργείο περίπου «εν τάξει» ως προς την επίτευξη των οικονομικών στόχων. Δυστυχώς όμως, αν με το Μνημόνιο τα πάμε καλά, με την παροχή υπηρεσιών υγείας στον λαό η κατάσταση είναι, επιεικώς, δράμα.

Δυστυχώς, αυτό δεν (μπορεί να) το γνωρίζει η νέα πολιτική ηγεσία. Η ΕΣΥΕ μετά το 2007 δεν δίνει στοιχεία δαπάνης υγείας και οι προκάτοχοι υπουργοί αδιαφορούσαν για το πώς μετρούν οι «σοβαρές χώρες». Μόλις το 2011, τελευταία χώρα του ΟΟΣΑ, η Ελλάδα ασχολήθηκε με το ΣΛΥ – Διεθνές Σύστημα Λογαριασμών Υγείας, σε συνεργασία Πανεπιστημίου Αθηνών, ΕΛΣΤΑΤ και υπουργείου Υγείας. Καθώς τα πρώτα αποτελέσματα (2009 και 2010) έρχονται, το πρόβλημα αρχίζει να φαίνεται.

Η Ελλάδα το 2009 ξόδεψε για την υγεία 9,7% του ΑΕΠ (μ.ό. ΟΟΣΑ 9,6%). Το 2010 έπεσε στο 9,0%. Δεν ξοδεύαμε πολλά ως χώρα, αλλά μήπως ξοδεύαμε λάθος; Το Μνημόνιο «ζητάει» να είμαστε κάτω από το 6% του ΑΕΠ στη δημόσια δαπάνη. Το 2009 ήμασταν στο 6,7% και το 2010 στο 5,9% του ΑΕΠ. Ολα καλά και με τα δημοσιονομικά λοιπόν. Η «μάχη του Μνημονίου» ίσως κερδήθηκε, αλλά φαίνεται ότι μέρος του «λίπους της υγείας»… κάηκε το 2010. Ομως, από πού; Ποιοι πληρώνουν για την υγεία, σε ποιους πάνε και τι φροντίδα υγείας αγοράζουμε; Αυτή την πληροφορία δίνει μόνο το Σύστημα Λογαριασμών Υγείας του ΟΟΣΑ που ανακαλύπτουμε σήμερα. Αν το 2012 παραμείνουμε στο 9% του ΑΕΠ, θα ξοδέψουμε ως χώρα 18 δισ. ευρώ ή 1,7 δισ. ευρώ λιγότερα από το 2010. Το ερώτημα είναι «από πού θα λείψουν τα 1,7 δισ.»; Το Μνημόνιο προβλέπει ότι η δημόσια δαπάνη δεν θα υπερβαίνει το 6% του ΑΕΠ, δηλαδή 12,1 δισ. ευρώ για το 2012. Συνεπώς, πρέπει να υπάρξει μείωση 800 εκατ. ευρώ στον δημόσιο τομέα, σε σχέση με το 2010. Αλλά η τρόικα επίσης «ζητάει» η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη να περιορισθεί το 2012 στο 1,4% του ΑΕΠ (τα «περίφημα» 2,88 δισ. ευρώ του κ. Λοβέρδου). Ξέρουμε, τώρα, ότι το φάρμακο κόστισε στα Ταμεία 5,4 δισ. ευρώ το 2009 και 4,7 δισ. ευρώ το 2010. Συνεπώς, το 2012 η φαρμακευτική δαπάνη στα Ταμεία πρέπει να μειωθεί περίπου 2 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2010 ή στο μισό του επιπέδου του 2009. Δύσκολο, αλλά όχι αδύνατο. Βέβαια, μεγάλη είναι και η ευθύνη όποιου «αναλάβει το φάρμακο» τώρα (ο νοών…).

Καταλαβαίνω ότι οι πολλοί αριθμοί μπερδεύουν. Να το απλοποιήσω. Το 2012, σε σχέση με το 2010, η τρόικα λέει ότι πρέπει να πετύχουμε, ταυτόχρονα, μείωση συνολικών δαπανών κατά 1,7 δισ. ευρώ και μείωση 2 δισ. ευρώ στα φάρμακα. Αυτό σημαίνει απλά ότι αν πετύχουμε στα φάρμακα, θα μείνουν 300 εκατ. ευρώ, π.χ. για πρόσληψη νοσηλευτών. Να ένα ωραίο πεδίο «διαπραγμάτευσης» με την τρόικα. Κόβω σπατάλη στα φάρμακα και βελτιώνω τη νοσοκομειακή φροντίδα και την απασχόληση. Δεν νομίζω ο κ. Tόμσεν να έχει αντίρρηση. Ο υπουργός που θα το πετύχει γίνεται… ήρωας.

Χρειάζονται όμως δομικές αλλαγές και ένα βιώσιμο σύστημα υγείας. Πρώτο βήμα είναι η Εθνική Ασφάλιση Υγείας για όλους, ανεξάρτητα από το αν και πού εργάζονται, με κατάργηση των κλάδων υγείας των Ταμείων. Σε μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία, η εργασία μόνη της δεν μπορεί και δεν πρέπει να σηκώνει το βάρος της ασφάλισης υγείας. Προσωρινά, οι εισφορές εισπράττονται από την εφορία μέσω τραπεζών, αποδίδονται στον ΕΟΠΥΥ και, σταδιακά, αντικαθίστανται από φορολογικά έσοδα. Αυτό σημαίνει άμεση αύξηση εσόδων και μείωση εξόδων 240 εκατ. ευρώ, αλλά ας μην υποτιμάται και το όφελος από την αύξηση της κινητικότητας του ανθρώπινου δυναμικού στην παραγωγικότητα της οικονομίας. Ταυτόχρονα, τα νοσοκομεία υπάγονται στον ΕΟΠΥΥ. Ως Εθνικός Οργανισμός Υγείας, πλέον, με ανεξάρτητη διοίκηση από διεθνή διαγωνισμό, συγχωνεύει νοσοκομεία, συνεργάζεται με τον ιδιωτικό τομέα και λειτουργεί με ισοσκελισμένο προϋπολογισμό. Μειώνει δαπάνες αντί να επαιτεί πόρους. Ολοκληρώνει την ηλεκτρονική συνταγογράφηση, καθιερώνει την αξιολόγηση υπηρεσιών και τεχνολογίας υγείας και προσλαμβάνει διοικήσεις μονάδων ύστερα από κρίση. Ενα επιτελικό υπουργείο Υγείας 300 υπαλλήλων, αντί των 1.400, ολοκληρώνει το σχέδιο αναδιάρθρωσης. Η σημερινή κατάσταση είναι ανυπόφορη και αδικαιολόγητη. Η υγεία δεν πρέπει να «χαντακώσει τη χώρα» πάλι, όπως στη δεκαετία που πέρασε. Η κυβέρνηση αντέχει;

* Ο κ. Λυκούργος Λιαρόπουλος είναι ομ. καθηγητής της Οικονομίας και Οργάνωσης Υπηρεσιών Υγείας, Πανεπιστήμιο Αθηνών.