Χορτοφάγος τίγρη

Γιώργος Σιακαντάρης 11 Ιουν 2018

Η πραγματική συζήτηση δεν θα έπρεπε να είναι αν ο ΣΥΡΙΖΑ θα γίνει σοσιαλδημοκρατία, αλλά τι είναι αυτό που σπρώχνει την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία να γίνεται ΣΥΡΙΖΑ. Τι συμβαίνει και ο κ. Ούντο Μπούλμαν, συνεχιστής της γραμμής Πιτέλα, σημερινός πρόεδρος των ευρωομάδας των σοσιαλιστών και σοσιαλδημοκρατών, καλεί την ελληνική Κεντροαριστερά να συνεργαστεί με τον ΣΥΡΙΖΑ «για μια προοδευτική κυβέρνηση με προοδευτικές ιδέες»; Τι συμβαίνει και ένας κρατιστής και σχεδόν φανερός αντιευρωπαϊστής όπως ο Κόρμπιν φαντάζει στο μυαλό ορισμένων ως η ελπίδα της σοσιαλδημοκρατίας; Τι συμβαίνει και η σοσιαλδημοκρατία επιδεικνύει τέτοια φτώχεια ιδεών; Οταν κανείς διαβάζει τόσο ρηχά την πραγματικότητα, ας μην απορεί γιατί τα έρμα του ψοφούν. Η δήθεν αριστερή στροφή απαλλάσσει την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία από την ανάγκη να σκέπτεται. Και να μελετά την πραγματικότητα. Την «απαλλάσσει» όμως και από ψηφοφόρους.

Λιγουρεύονται τον σανό του ΣΥΡΙΖΑ
Η σημερινή σοσιαλδημοκρατία μοιάζει με τίγρη στην περιοχή της οποίας έχουν εκλείψει τα θηράματα (ισχυρό εθνικό κράτος, ανθηρό συνδικαλιστικό κίνημα, ανεξάρτητοι οικονομικά δήμοι, διαρκής άνοδος του ΑΕΠ) και κάποιοι τη σπρώχνουν από αρπακτικό να γίνει χορτοφάγος. Ετσι οι ηγέτες της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, αντί να σκεφτούν πώς θα αναζητήσει η σοσιαλδημοκρατική τίγρη περιοχές όπου θα βρει νέα «θηράματα», λιγουρεύονται το σανό του ΣΥΡΙΖΑ.
Για την πτώση της σοσιαλδημοκρατίας δεν φταίει η «δεξιά νεοφιλελεύθερη» στροφή της. Την κυριαρχία του νεοφιλελευθερισμού στη δεκαετία του ’80 ακολούθησε η άνοδος και όχι η πτώση της σοσιαλδημοκρατίας. Εξάλλου, ειδικά επί εποχής του «νεοφιλελεύθερου προδότη» Μπλερ η ανοδική κινητικότητα της βρετανικής κοινωνίας και η μείωση των ανισοτήτων έσπασαν ρεκόρ. Τον Φεβρουάριο του 1992, αμέσως μετά τη δεκαετία της Θάτσερ, οκτώ στα δώδεκα κράτη της Ευρώπης του Μάαστριχτ είχαν σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις. Αντιθέτως σήμερα, που ο νεοφιλελευθερισμός – ασχέτως των αδολεσχιών ορισμένων – δεν αποτελεί κυρίαρχη πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης, η σοσιαλδημοκρατία πνέει τα λοίσθια.
Μετά την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού, την επιτάχυνση των διαδικασιών της παγκοσμιοποίησης, την κρίση του χρηματοπιστωτικού συστήματος το 2008, τις τεκτονικές αλλαγές στα παραγωγικά συστήματα έχουμε εισέλθει στην εποχή της μεταδημοκρατίας. Αυτή έχει δύο όψεις. Η πρώτη αφορά την ιδέα που υποστηρίζει ότι μοναδική διέξοδος στο κοινωνικό ζήτημα (με άλλα λόγια, το ζήτημα της φτώχειας και των κοινωνικών ανισοτήτων) είναι η ελεύθερη αγορά, στο πλαίσιο της οποίας θεωρούνται αδιανόητες οποιεσδήποτε κανονιστικές δεσμεύσεις κοινωνικού περιεχομένου. Αυτή η σκέψη δεν ζητά πλέον μόνο λιγότερο κράτος όπως ο νεοφιλελευθερισμός. Ζητά λιγότερη πολιτική, λιγότερη διακυβέρνηση, λιγότερα κόμματα. Κάτι τέτοιο βρίσκεται πέραν του νεοφιλελευθερισμού, ο οποίος δεν είναι αντιπολιτικό κίνημα.
Η άλλη όψη της μεταδημοκρατίας
Η άλλη όψη της μεταδημοκρατίας αμφισβητεί την πολιτική, επειδή αυτή απέτυχε να εγγυηθεί μια καλύτερη ζωή. Το όχημα αυτής της αμφισβήτησης είναι η «καθαρότητα» των λαών και της «ψυχής» τους. Οι ανασφαλείς πολίτες στρέφονται κατά κάθε εθνικά, φυλετικά, θρησκευτικά και σεξουαλικά διαφορετικού. Επιζητούν εδώ και τώρα την επιστροφή στο έθνος-κράτος φρούριο. Εδώ συγκεντρώνεται ένας «αριστεροδεξιός» αντιπολιτικός συνασπισμός δυνάμεων.
Είναι μόνο η φτώχεια, η ανεργία, η μετανάστευση που γεννούν το αντιπολιτικό κίνημα; Εισοδηματικές απώλειες, φτώχεια, ανεργία, ανισότητες υπήρχαν και στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα, σε πολλές δε χώρες σε μεγαλύτερο βαθμό από σήμερα. Το μόνο που δεν υπήρχε τότε ήταν η μετανάστευση και η ισλαμική τρομοκρατία. Ακόμα όμως και στις τάξεις των φτωχότερων στρωμάτων και των ανέργων υπήρξε πάντοτε η προσδοκία της ατομικής και οικογενειακής ανοδικής κινητικότητας. Τα πολιτικά και οικονομικά συστήματα «εξασφάλιζαν» αυτή την κινητικότητα. Στον 20ό αιώνα, είτε με σοσιαλδημοκρατία είτε και με νεοφιλελευθερισμό, ευρύτερα κοινωνικά στρώματα κινούνταν μόνο ανοδικά. Τότε η πλειονότητα της αυριανής γενιάς ήταν σίγουρη ότι θα ζει καλύτερα από την προηγούμενή της.
Σήμερα ένα μόνο είναι σίγουρο: οι γονείς γνωρίζουν ότι τα παιδιά τους θα ζήσουν χειρότερα και τα εγγόνια τους ακόμα χειρότερα απ’ αυτούς. Στους μεσαίους και στους εργαζομένους, όχι μόνο στους φτωχούς και στους ανέργους, κυριαρχεί ένα αίσθημα ανασφάλειας ή, πιο σωστά, η βεβαιότητα της καθοδικής κινητικότητας. Ποιος θεωρείται ένοχος για αυτή την καθοδική κινητικότητα; Μα φυσικά η πολιτική και οι πολιτικοί.
Οσο και να είναι επικίνδυνος ο λαϊκισμός, αυτός καθαυτός δεν είναι αντιπολιτικό ρεύμα. Αυτός προέκυψε ως η σωστή ερώτηση με τις λανθασμένες απαντήσεις για το θέμα της διεύρυνσης της πολιτικής συμμετοχής. Σήμερα αυτό που αλλάζει τα πράγματα είναι η συνάντησή του με το ρεύμα της αντιπολιτικής. Αυτή η συνάντηση λαϊκισμού και αντιπολιτικής γεννά τέρατα σε όλη την Ευρώπη αλλά και στις ΗΠΑ.
Αποδέχεται τους «κυβιστηση-στές»
Η πρώτη που «γεύεται» τους πικρούς καρπούς της ήττας της πολιτικής είναι η σοσιαλδημοκρατία, κινητήριος μοχλός της οποίας ήταν το λελογισμένο και πειθαρχημένο στις δουλείες της πραγματικότητας «πρωτείο της πολιτικής». Και τι κάνει για να απαντήσει σε αυτές τις δυσκολίες; Με ευκολία αποδέχεται τους «κυβιστηση-στές» στις γραμμές της για να αγοράσει από αυτούς τα λίγα «προοδευτικά» γραμμάρια αριστερισμού που νομίζει ότι της λείπουν.
Η «σοσιαλδημοκρατία μετά τη σοσιαλδημοκρατία»* για να αναγεννηθεί χρειάζεται να θυμηθεί ότι ποτέ δεν ήταν το κόμμα της προτεραιότητας της αναδιανομής, όπως πιστεύουν ορισμένοι «νεοφώτιστοι» υποστηρικτές της, αλλά της προτεραιότητας της παραγωγής – η οποία οδηγεί στην αναδιανομή – έναντι των χρηματοοικονομικών αγορών. Της κοινωνίας των παραγωγών έναντι της κοινωνίας των καταναλωτών. Ηταν το κόμμα της ανοικτής κοινωνίας και οικονομίας απέναντι στην κλειστή. Ηταν μια προοδευτική παράταξη που έτρεφε σεβασμό στη συντήρηση, ως τον άλλο πόλο διακυβέρνησης και όχι ως τον στρατηγικό αντίπαλό της. Το δίλημμα «πρόοδος ή συντήρηση» είναι απόρροια της φτώχειας ιδεών που ήδη προανέφερα.
Η σοσιαλδημοκρατία θα επιζήσει ως πολιτικό ρεύμα αν στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης βρει συγκεκριμένες απαντήσεις στην καθοδική κοινωνική κινητικότητα. «Η τέταρτη βιομηχανική επανάσταση, η αυτοματοποίηση, η τεχνητή νοημοσύνη, η ρομποτική» (βλ. Αννα Διαμαντοπούλου, «Το Βήμα», 11.9.2016) είναι με το μέρος της και όχι εναντίον της. Τα υπόλοιπα είναι χορταράκι και σανός «προοδευτικής συνεργασίας» για την τίγρη μας.