Χωρίς συλλογικό υποκείμενο

Χρίστος Αλεξόπουλος 21 Ιουλ 2019

Το 1998 ο George Soros επεσήμανε, ότι «το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο τοποθετήθηκε στην θέση του οδηγού». Αυτή η πολύ ρεαλιστική επισήμανση όμως εμπεριέχει και παρενέργειες, οι οποίες συνθέτουν μια σχέση ανισορροπίας μεταξύ της οικονομίας και της πολιτικής, διότι ο μεν καπιταλισμός απέκτησε παγκόσμιες διαστάσεις, αλλά η δημοκρατία παρέμεινε στατική.

Στο παρελθόν η εθνικά οριοθετημένη οικονομία άφηνε περιθώρια για κοινωνική πολιτική ως ένα βαθμό. Με την μονομερή νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση άλλαξαν τα δεδομένα. Ο τρόπος οικοδόμησης της παγκοσμιοποίησης απορρύθμισε την κοινωνική και πολιτική διάσταση της πραγματικότητας, ενώ ταυτοχρόνως ενίσχυσε τον χρηματοπιστωτικό καπιταλισμό (αγορές).

 

Οι επιπτώσεις της δυναμικής, που αναπτύχθηκε, στο κοινωνικό και στο πολιτικό πεδίο προκάλεσαν μεγάλη ρευστότητα. Μεγάλωσαν οι κοινωνικοοικονομικές ανισότητες, το κράτος έγινε πιο ευάλωτο και εύκολο να εκβιασθεί από το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο, ενώ ο χρηματοπιστωτικός καπιταλισμός και η ισχύουσα μορφή παγκοσμιοποίησης ευνοούν την αποδυνάμωση της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και της λειτουργίας της κοινωνίας ως συλλογικού υποκειμένου (π.χ. παγκόσμιος καταμερισμός εργασίας και αλληλεξάρτηση των κρατών στον οικονομικό τομέα, ο ρόλος των αγορών για την αντιμετώπιση οικονομικών κρίσεων και επιπτώσεις στην λήψη πολιτικών αποφάσεων για την διαχείριση τους κ.λ.π.).

Γι‘ αυτό και δεν καλύπτει την πραγματικότητα η ρήση του Francis Fukuyama, ότι «με την τελική επικράτηση της οικονομίας της αγοράς και της δημοκρατίας η ιστορία έφτασε στο πιο υψηλό επίπεδο και επέστρεψε στον εαυτό της». Η δημοκρατία παρέμεινε στατική και δεν ακολούθησε την δυναμική της εξέλιξης με την αναγκαία διεύρυνση των ορίων της, ώστε από το ένα μέρος να είναι εφικτή η λήψη αποφάσεων από το πολιτικό σύστημα, οι οποίες υπερβαίνουν τα εθνικά σύνορα και από το άλλο να δημιουργούνται οι απαραίτητες συνθήκες για την λειτουργία των κοινωνιών ως συλλογικών υποκειμένων σε υπερεθνικό επίπεδο.

 

Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης είναι η διαμόρφωση πλανητικής εμβέλειας προβλημάτων, τα οποία δεν είναι λειτουργικά διαχειρίσιμα από το πολιτικό σύστημα και τις κοινωνίες. Και αυτό ισχύει για το σύνολο των κοινωνιών, που συνθέτουν την παγκόσμια κοινότητα, ανεξάρτητα από το επίπεδο της οικονομικής τους ανάπτυξης.

Οι πληθυσμοί των χωρών με χαμηλό επίπεδο ανάπτυξης ή με προβλήματα λόγω πολέμων ή εσωτερικών συγκρούσεων μετατρέπονται σε πρόσφυγες, ενώ οι ανεπτυγμένες κοινωνίες σε χώρες υποδοχής των προσφυγικών ροών. Σύμφωνα με τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών το 2018 κατεγράφησαν περισσότεροι από 70 εκατομ. άνθρωποι ως πρόσφυγες, δηλαδή 2,3 εκατομ. πιο πολλοί από το 2017.

Αυτές οι εξελίξεις δημιουργούν συνθήκες υψηλής ρευστότητας σε παγκόσμιο επίπεδο, οι οποίες αποδυναμώνουν την κοινωνική συνοχή και πριμοδοτούν τον ρατσισμό και τον εθνικιστικό λαϊκισμό, με επακόλουθο την αδυναμία των κοινωνιών να λειτουργήσουν ως συλλογικό υποκείμενο και του πολιτικού συστήματος να διαχειρισθεί την πραγματικότητα με επάρκεια και αποτελεσματικότητα.

 

Οι κοινωνίες, τόσο στις ανεπτυγμένες χώρες στον πλούσιο Βορρά όσο και στις αναπτυσσόμενες χώρες του φτωχού Νότου, αντιμετωπίζουν την δυναμική της εξέλιξης παθητικά. Απλά αντιδρούν προσπαθώντας να αποφύγουν τις αρνητικές επιπτώσεις, ενώ δεν επεξεργάζονται, ούτε και προωθούν λύσεις σε σχέση με τα γενεσιουργά αίτια των προβλημάτων, τα οποία αφορούν, ακόμη  και με διαφορετικό τρόπο, το σύνολο της παγκόσμιας κοινότητας.

Για παράδειγμα, σύμφωνα με την Unicef και τον World Health Organisation 2,2 δισεκατομ. άνθρωποι δεν έχουν πρόσβαση σε καθαρό πόσιμο νερό, Επίσης 4,2 δισεκατομ. άνθρωποι, δηλαδή περισσότεροι από τον μισό πληθυσμό της γης, δεν ζουν σε συνθήκες υγείας, ενώ 3 δισεκατομ. δεν έχουν την δυνατότητα να πλύνουν τα χέρια τους με σαπούνι. Οι επιπτώσεις στα παιδιά είναι ολέθριες. Κάθε χρόνο 297 000 παιδιά περίπου πεθαίνουν λόγω έλλειψης πόσιμου νερού και πολύ κακών συνθηκών υγείας.

Επίσης σε ανάλυση του Joshua Maurer (Columbia University) στο επιστημονικό περιοδικό Science Advances καταγράφεται η ετήσια σμίκρυνση της επιφάνειας των παγετώνων στα Ιμαλάϊα κατά 43 εκατοστά από το 2000. Πιο πριν αυτή η μείωση περιοριζόταν στα μισά εκατοστά. Στο μέλλον απειλείται η περιοχή με ξηρασίες και ανεπάρκεια πόσιμου νερού. Τα επόμενα 40 χρόνια οι παγετώνες θα χάσουν το ένα τρίτο του όγκου τους.

Αναρωτιέται κανείς, τι θα γίνει σε βάθος χρόνου, εάν δεν αντιμετωπισθούν λειτουργικά αυτά τα προβλήματα; Ποιες προϋποθέσεις πρέπει να πληρούνται, ώστε η διαχείριση της πραγματικότητας να είναι βιώσιμη και να εγγυάται την ικανοποίηση των βασικών ανθρώπινων αναγκών (υγεία, εργασία, εκπαίδευση κ.λ.π.) χωρίς κοινωνικές διακρίσεις και ρατσιστικές συμπεριφορές; Είναι σε θέση οι σύγχρονες κοινωνίες να μετεξελίξουν εγκαίρως το ισχύον μοντέλο κοινωνικής οργάνωσης;

 

Μέχρι τώρα οι απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα δεν απασχολούν στο αναγκαίο γενικευμένο επίπεδο όχι μόνο το πολιτικό αλλά το σύνολο των κοινωνικών συστημάτων και την κοινωνία πολιτών.

Πολύ περισσότερο δεν προβληματίζουν τους πολίτες ως μεμονωμένα άτομα, διότι προς το παρόν η ανησυχία για την βιωσιμότητα του μέλλοντος εξαντλείται στα όρια του ατομικού βιολογικού χρόνου και στην αδυναμία νοητικής προσέγγισης της πραγματικότητας σε βάθος χρόνου.

Οι επισημάνσεις του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, ότι το ένα τρίτο των εδαφών της Ελλάδας υπόκεινται σε υψηλό κίνδυνο ερημοποίησης και έως το 2025 πάνω από 1,8 δισεκατομ. άνθρωποι θα αντιμετωπίσουν το πρόβλημα της παντελούς έλλειψης νερού, ενώ 135 εκατομ. θα εγκαταλείψουν τις πατρίδες τους και θα οδηγηθούν στην προσφυγιά, δεν επιφέρουν αλλαγές στην στάση των κοινωνιών σε λειτουργικό χρόνο.

Μπορεί, σύμφωνα με δημοσκόπηση της Metron Analysis στην Ελλάδα για την WWF Ελλάς, το 81% των πολιτών να ζητά μέτρα για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και το 93% να αναγνωρίζει την ανθρώπινη ευθύνη για την πρόκληση της, όμως αυτή η στάση δεν παίρνει δυναμική κινηματική μορφή, ώστε να δρομολογηθεί διάλογος στο επίπεδο της κοινωνίας πολιτών και μέσα από θεσμοθετημένες διαδικασίες να διαμορφωθούν οι προϋποθέσεις για την λήψη πολιτικών αποφάσεων, οι οποίες εκφράζουν και την βούληση της κοινωνίας ως συλλογικού υποκειμένου.

 

Έχει πολύ ενδιαφέρον η παθητική αντιμετώπιση αρνητικών εξελίξεων σε σχέση με το παγκόσμιο σύστημα ασφαλείας, οι οποίες «χάνονται» για τον απλό πολίτη στο πλαίσιο του συνόλου των παραμέτρων, που συνθέτουν την σύγχρονη πολύπλοκη πραγματικότητα.

Σύμφωνα με το Σουηδικό Ερευνητικό Ίδρυμα για την Ειρήνη SIPRI πολλές χώρες (Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, Ρωσία, Μεγάλη Βρετανία, Γαλλία, Κίνα, Ινδία, Πακιστάν, Ισραήλ και Βόρεια Κορέα) διαθέτουν μεγάλο αριθμό ατομικών όπλων. Με αποφάσεις των κυβερνήσεων τους έχουν δρομολογηθεί τώρα διαδικασίες εκσυγχρονισμού του πυρηνικού τους εξοπλισμού.

Τον πρώτο ρόλο σε αυτή την εξέλιξη «παίζουν» οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής και η Ρωσία. Το 2021 παύει να ισχύει η συμφωνία για τον αφοπλισμό, που υπέγραψαν το 2010 ο Barack Obama και ο Dmitri Medwedew, η οποία προέβλεπε μείωση των πυρηνικών κεφαλών κατά το ένα τρίτο, δηλαδή σε 1550 για την κάθε πλευρά.

Τόσο η αμερικανική και η ρωσική κοινωνία όσο και η παγκόσμια κοινότητα δεν ενεργοποιούνται για την αποφυγή αρνητικών εξελίξεων σε σχέση με το παγκόσμιο σύστημα ασφαλείας και την ειρήνη σε μια περίοδο, που χαρακτηρίζεται από μεγάλη ρευστότητα λόγω των πλανητικής εμβέλειας προβλημάτων και των επιπτώσεων τους.

 

Η πραγματικότητα σε πλανητικό επίπεδο στους διάφορους τομείς δραστηριοποίησης των κοινωνιών, από την οικονομία μέχρι και την αμυντική ή καλύτερα επιθετική θωράκιση των ισχυρών κρατών παράγει σε υψηλό βαθμό ρευστότητα και απειλητικές συνθήκες για την βιωσιμότητα του ανθρώπου και του οικοσυστήματος.

Προϋπόθεση για την αντιμετώπιση των κινδύνων είναι η επιστροφή στις βασικές αρχές της δημοκρατίας (π.χ. αντικειμενική ενημέρωση, δυνατότητα των πολιτών να προσεγγίζουν και να αναλύουν τα δεδομένα της πραγματικότητας είτε άμεσα είτε έμμεσα με την παρεμβολή και συμβολή της επιστημονικής κοινότητας, έκφραση της ελεύθερης βούλησης των πολιτών και θεσμοθετημένες διαδικασίες διαλόγου μεταξύ της ακηδεμόνευτης πολιτικά κοινωνίας πολιτών και του πολιτικού συστήματος), οι οποίες επιτρέπουν την λειτουργία των πολιτών ως συλλογικού υποκειμένου, που έχει αποφασιστικό ρόλο στην αποκατάσταση μιας κοινωνικής πραγματικότητας, η οποία διαπνέεται από κοινωνική δικαιοσύνη και αποκαθιστά βιώσιμες για την ανθρώπινη οντότητα συνθήκες.

Τα χρονικά περιθώρια στενεύουν και απαιτούν μια διαφορετική πολιτική και κοινωνική διαχείριση του χρόνου, η οποία συμπορεύεται με την δυναμική της εξέλιξης και στο σχεδιαστικό επίπεδο προπορεύεται. Το πολιτικό σύστημα και πολύ περισσότερο η κοινωνία πολιτών πρέπει να αναλάβουν τις ευθύνες τους και να προχωρήσουν σε βαθιές τομές και ριζικές μεταρρυθμίσεις, οι οποίες σε μεγάλο βαθμό θα αλλάξουν τον τρόπο ζωής και το ισχύον μοντέλο κοινωνικής οργάνωσης.